Πριν από μερικές εβδομάδες, στις 7 Μαρτίου, μία γυναίκα ονόματι Ρεϊχάν Κορκμάζ, που είχε αιτηθεί και διασφαλίσει διαταγή περιοριστικών μέτρων εις βάρος του συζύγου της εξαιτίας πολλαπλών κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας, δολοφονήθηκε από τον ίδιο μπροστά στα τέσσερα παιδιά τους, στην Αγκυρα: σύμφωνα με τα τοπικά Μέσα, ο δράστης τής έκοψε τον λαιμό. Μία αντίστοιχη γυναικοκτονία, που είχε επιφέρει καταδίκη της Τουρκίας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είχε δώσει την ώθηση ώστε να φιλοξενήσει τον Μάιο του 2011 η Τουρκία τη σύνοδο της Επιτροπής υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης που κατέληξε στην υπογραφή της σύμβασης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας: το πρώτο νομικά δεσμευτικό κείμενο που θέτει κριτήρια για την πρόληψη της έμφυλης βίας. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τότε ήταν πρωθυπουργός. Δέκα χρόνια και μια αιωνιότητα αργότερα, ο τούρκος πρόεδρος απέσυρε το Σάββατο με μεταμεσονύκτιο διάταγμά του την Τουρκία από την επονομαζόμενη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων εντός και εκτός των τειχών.
Δεν ήταν βέβαια αναπάντεχη η κίνηση του Ερντογάν, είχε προαναγγελθεί ουσιαστικά και αυτή, όπως και η απαγόρευση του φιλοκουρδικού κόμματος HDP που δρομολογήθηκε επισήμως την περασμένη εβδομάδα. Τα τελευταία χρόνια, ο Ερντογάν και άλλα μέλη του κυβερνώντος ΑΚΡ είχαν προσχωρήσει ξεκάθαρα στο στρατόπεδo εκείνων των υπερσυντηρητικών μουσουλμάνων που πολεμούσαν τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης εξαρχής, παρουσιάζοντάς την ως μέρος μιας δυτικής συνωμοσίας με στόχο την υπονόμευση των παραδοσιακών, οικογενειακών αρχών της Τουρκίας και την ενθάρρυνση των διαζυγίων, καθώς και την προαγωγή της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας (επειδή απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού).
«Αν οι άνθρωποί μας το θέλουν, θα φύγουμε», δήλωνε το περασμένο καλοκαίρι ο τούρκος πρόεδρος. «Δεν θα αφήσουμε περιθώρια σε μια χούφτα διεστραμμένους που προσπαθούν να μετατρέψουν τη συζήτηση σε ένα εργαλείο εχθρότητας προς τις αρχές μας» είχε διακηρύξει. Γυναίκες έβγαιναν βέβαια συχνά από πέρυσι στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και άλλων πόλεων, απαιτώντας να παραμείνει η Τουρκία συμβαλλόμενο μέλος στη Σύμβαση – όπως έκαναν και το Σάββατο, αντιδρώντας στο προεδρικό διάταγμα. Και τουλάχιστον δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις είχαν δείξει πως η πλειονότητα των πολιτών επιθυμεί την παραμονή της Τουρκίας στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Οπως σημειώνουν ωστόσο πολλοί αναλυτές, τον Ερντογάν, ο οποίος βλέπει τελευταία τη δημοτικότητά του να φθίνει, τον ενδιαφέρει περισσότερο να συνεγείρει συγκεκριμένα κομμάτια του εκλογικού σώματος.
Χιλιάδες διαδηλωτές
«Ακύρωσε την απόφασή σου, εφάρμοσε τη Σύμβαση!» φώναξαν χιλιάδες διαδηλωτές το Σάββατο στην Κωνσταντινούπολη, κρατώντας φωτογραφίες δολοφονημένων γυναικών και πλακάτ όπου είχαν γράψει συνθήματα όπως «Οι γυναίκες θα κερδίσουν αυτόν τον πόλεμο». Μικρότερες διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στην Aγκυρα και τη Σμύρνη. «Το να ανακοινώνεις μέσα στη νύχτα ότι αποσύρεσαι από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης ενώ μαθαίνουμε καθημερινά ότι διαπράττονται νέες βιαιοπραγίες εις βάρος γυναικών, είναι θλιβερό» αντέδρασε ο δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου. Γιατί τα κρούσματα πολλαπλασιάζονται, όπως συμβαίνει άλλωστε ελέω πανδημίας σε ολόκληρο τον κόσμο: περισσότερες από 400 γυναικοκτονίες κατέγραψε πέρυσι επισήμως η Τουρκία, ακόμα 78 έχει καταγράψει από τις αρχές της χρονιάς. Ακόμα και μία συντηρητική γυναικεία οργάνωση που πρόσκειται στην κυβέρνηση, και μετρά ανάμεσα στα μέλη της την 35χρονη Σουμεϊγιέ Ερντογάν, το μικρότερο και πιο αγαπημένο από τα τέσσερα παιδιά του τούρκου προέδρου, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της.
Εντονη ήταν και η αντίδραση της Δύσης, σε μία περίοδο που κάθε άλλο παρά λείπουν οι εντάσεις στις σχέσεις της με την Τουρκία. «Ολέθρια» αποκάλεσε την απόσυρση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης το Συμβούλιο της Ευρώπης. «Βαθιά απογοητευτική» χαρακτήρισε την απόφαση του τούρκου προέδρου ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, κάνοντας λόγο για μία «αποκαρδιωτική οπισθοχώρηση για το διεθνές κίνημα τερματισμού της βίας κατά των γυναικών σε ολόκληρο τον κόσμο». «Η βία κατά των γυναικών δεν είναι ανεκτή» δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, τονίζοντας πως «οι γυναίκες αξίζουν ένα ισχυρό νομικό πλαίσιο για την προστασία τους». «Τώρα είναι η ώρα να επιδείξουμε ηγεσία και να ενισχύσουμε τις παγκόσμιες προσπάθειες για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και των κοριτσιών, όχι να υποχωρήσουμε» σχολίασε από την πλευρά του ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ, παροτρύνοντας την Τουρκία να αναθεωρήσει την απόφασή της.
Για να είμαστε πάντως δίκαιοι, η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η οποία υπογράφηκε από 45 κράτη – μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, τέθηκε σε εφαρμογή τον Αύγουστο του 2014 και επικυρώθηκε από 34 κράτη, δεν διώκεται μόνο στην Τουρκία: τον περασμένο Μάιο, το ουγγρικό κοινοβούλιο απέρριψε την επικύρωσή της· το καλοκαίρι, η εθνολαϊκιστική κυβέρνηση της Πολωνίας αποφάσισε να παραπέμψει το κείμενο στο Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας ώστε να αξιολογήσει μια ενδεχόμενη αποχώρησή της από αυτό· το ενδεχόμενο αποχώρησης από τη Σύμβαση συζητούν επίσης η Κροατία και η Σερβία, το ενδεχόμενο μη επικύρωσής της η Λετονία. Παντού, το ίδιο – έωλο – επιχείρημα περί «απειλής των οικογενειακών αξιών» και προώθησης «καταστροφικών ιδεολογιών φύλου», ενίοτε και ένα επιπλέον επιχείρημα ότι η Σύμβαση προωθεί την «παράνομη μετανάστευση» – επειδή εμπεριέχει υποχρέωση αποδοχής προσφύγων που διώκονται λόγω φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού.