Οι ιστορικές επέτειοι συνήθως ανακαλούν το παρελθόν με τρόπο που διαμορφώνει και ενισχύει το φαντασιακό μιας κοινότητας. Η εθνεγερσία του 1821, όμως, πέρα από την εύλογη παρόρμηση του εξωραϊσμού της, αποτελεί ένα πραγματικά σημαίνον ιστορικό γεγονός στην παγκόσμια ιστορία – ιδιαίτερα, αν αναλογιστούμε τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν στο διεθνές στερέωμα.
Μετά το τέλος της γαλλικής επανάστασης και την ήττα του Ναπολέοντα, το Συνέδριο της Βιέννης του 1815 είχε επιβάλει την παλινόρθωση της μοναρχίας. Και η Ιερή Συμμαχία είχε αναλάβει τη διατήρηση του status quo και την κατάπνιξη κάθε αναθεωρητικού σκιρτήματος, κάθε εξέγερσης. Απέναντι στην παρακμάζουσα αλλά ακόμη κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία ο ξεσηκωμός ολιγάριθμων Ελλήνων χωρίς ικανό οπλισμό, χρήματα και ιδιαίτερη στρατιωτική ή πολιτική οργάνωση έμοιαζε με αποκοτιά.
Η Ελληνική Επανάσταση προκάλεσε καθοριστικό ρήγμα σ’ αυτό το δυσμενές ιστορικό πλαίσιο της επιστροφής στο ancien regime, προβάλλοντας αίτημα ελευθερίας και ως μορφή οργάνωσης του επαναστατημένου λαού το κράτος-έθνος. Αποτέλεσε προπομπό της δημιουργίας μιας σειράς κρατών-εθνών, όπως της Γερμανίας και της Ιταλίας το 1871, της Σερβίας και της Ρουμανίας το 1878, της Βουλγαρίας το 1908, της Ιρλανδίας το 1921 κ.ο.κ.
Οι ευρύτερες ιδεολογικές κυρίως και πολιτιστικές συγκυρίες στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα είχαν ωριμάσει για την ανάπτυξη του διεθνούς φιλελληνικού κινήματος. Υπό την επίδραση του ρομαντισμού – μετεξέλιξη ως ένα βαθμό του γερμανικού ιδεαλισμού – αλλά κυρίως της διαφωτιστικής σκέψης και των προοδευτικών ιδεολογικών και πολιτικών αναθεωρητικών κινημάτων που πυροδότησαν η Αμερικανική και η Γαλλική Επανάσταση, στο φαντασιακό φιλελλήνων διανοουμένων, αλλά και ελλήνων λογίων (κυρίως, αλλά όχι μόνο, της διασποράς) το αίτημα των Ελλήνων για ανεξαρτησία μεταφραζόταν σε αγώνα, από τη μια, για «αναγέννηση» ενός ένδοξου πολιτιστικού και ιστορικού παρελθόντος και, από την άλλη, σε αντιπαράθεση δύο ριζικά διαφορετικών θρησκευτικών παραδόσεων. Ο γαλλικός Διαφωτισμός συναντά, εντέλει, τον νεοελληνικό Διαφωτισμό, έτσι όπως τον εξέφρασαν κυρίως ο Κοραής και ο Ρήγας Φεραίος. Τα φιλελεύθερα δημοκρατικά ιδεώδη, οι επιρροές της Γαλλικής Επανάστασης και τα Θεμελιώδη Δικαιώματα του Ανθρώπου θα επηρεάσουν αργότερα σημαντικά και το Σύνταγμα της Τροιζήνας του 1827.
Αλλά το 1821 και η μετέπειτα ίδρυση του ελληνικού κράτους δεν σηματοδοτούν, βεβαίως, και τις απαρχές του νεότερου Ελληνισμού. Ο νεότερος Ελληνισμός δεν προέκυψε ως δια παρθενογενέσεως σαν αποκύημα μόνο του Διαφωτισμού και των ευρωπαϊκών καταβολών του. Αυτό που ονομάζουμε «νεότερος Ελληνισμός», όπως κάθε είδους σύνθετες και πολυεπίπεδες ιστορικές και πολιτιστικές εξελίξεις, έχει περίπλοκες ρίζες και εκ των πραγμάτων απαιτεί μία «ριζωματική», τρόπον τινά, προσέγγιση. Οι απαρχές του νεότερου Ελληνισμού πηγαίνουν τουλάχιστον τρεις αιώνες πίσω. Ολο αυτό το διάστημα δεν υπάρχει σχεδόν δεκαετία κατά την οποία Ελληνες, κυρίως λόγιοι της διασποράς, δεν προσπαθούσαν να θέσουν σε σημαντικούς εκπροσώπους της ευρωπαϊκής πολιτικής και πολιτιστικής ζωής το θέμα της απελευθέρωσης των «ομογενών» τους από τους Τούρκους.
Η πολυδιάστατη (ιδεολογική, πολιτική, ιστορική) πορεία προς την Ελληνική Επανάσταση, η σημασία της όχι μόνο για τη νεότερη Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη γενικότερα, η προσέγγισή της σε ευρύτερα συγκριτικά και θεωρητικά περικείμενα, η αξία των αιτημάτων που έθεσε για τη σύγχρονη Ελλάδα και οι πολλαπλές προκλήσεις (κοινωνικές και γεωπολιτικές) που αυτή αντιμετωπίζει σήμερα, καθώς επίσης και η έννοια και το περιεχόμενο του ιστορικού και πολιτικού φαινομένου της «επανάστασης» σήμερα, θα αποτελέσουν θέματα που θα διερευνήσει ένα διεθνές διήμερο συνέδριο που θα συνδιοργανώσουμε στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και στη Σχολή Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts τον Σεπτέμβριο 2021.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής στην έδρα Κωνσταντίνος Καραμανλής στη Σχολή Fletcher του Πανεπιστημίου Tufts και πρώην υπουργός.
Ο Παναγιώτης Ροϊλός είναι καθηγητής Ελληνικών Σπουδών, κάτοχος της Εδρας Γ. Σεφέρη στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και επιστημονικός εταίρος στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων Weatherhead