Ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας θεωρεί ότι όλες οι υποθέσεις που μνημονεύονται στο πόρισμα της έρευνας για την προέλευση του κοροναϊού αξίζει να μελετηθούν.
«Ολες οι υποθέσεις βρίσκονται στο τραπέζι και αξίζουν επιπλέον και πλήρεις έρευνες, σύμφωνα με όσα έχω προς το παρόν», δήλωσε ο Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους στην Γενεύη, κατά την διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον υπουργό Συνεργασίας της Γερμανίας Γκερντ Μύλερ, διευκρινίζοντας ότι το πόρισμα δίνει προτεραιότητα στην υπόθεση της μεταφοράς του ιού στον άνθρωπο μέσω ενός ζώου ενδιάμεσου ξενιστή και ότι θεωρεί «σχεδόν απίθανη» την διαφυγή του από εργαστήριο.
Το πόρισμα της επιτροπής έρευνας που πραγματοποίησε επίσκεψη τεσσάρων εβδομάδων στην Κίνα θα δοθεί στην δημοσιότητα αύριο.
Πώς μεταδόθηκε
Οι ειδικοί επιλέγουν τη γενικά παραδεδεγμένη θεωρία της φυσικής μετάδοσης του κοροναϊού από το αρχικό ζώο ξενιστή, πιθανότατα τις νυχτερίδες, στον άνθρωπο, μέσω ενός ενδιάμεσου ξενιστή, ενός άλλου ζώου, που δεν έχει εντοπισθεί. Οι ειδικοί που φιλοξενήθηκαν στην Κίνα δεν αποκλείουν μετάδοση μέσω κατεψυγμένου κρέατος, μία υπόθεση που προωθείται ενεργητικά από το Πεκίνο.
Στο πόρισμα προτείνεται η «συνέχιση των ερευνών» με βάση τις υποθέσεις που θεωρούνται πιθανές, αλλά απορρίπτεται εκ προοιμίου η πιθανότητα μετάδοσης του ιού στον άνθρωπο κατά την διάρκεια ατυχήματος σε εργαστήριο.
Η έρευνα της αποστολής για την προέλευση της μετάδοσης του κοροναϊού στον άνθρωπο συνάντησε μεγάλες δυσκολίες στην πραγματοποίησή της λόγω της απροθυμίας του Πεκίνου να επιτρέψει την έλευση διεθνών ειδικών τόσο της επιδημιολογίας, όσο και της ζωολογίας.
Στο πόρισμά τους, οι ειδικοί αναφέρουν ότι οι έρευνες στην εφοδιαστική αλυσίδα αγορών της Γουχάν δεν επέτρεψαν «την εύρεση αποδεικτικών στοιχείων παρουσίας μολυσμένων ζώων, αλλά η ανάλυση των εφοδιαστικών αλυσίδων έδωσε χρήσιμες πληροφορίες» για στοχευμένες έρευνες, ιδιαίτερα στις γειτονικές περιοχές.
Οι ειδικοί ζητούν επίσης να μην αγνοηθούν «προϊόντα ζωικής προέλευσης προερχόμενα από περιοχές εκτός της νοτιοανατολικής Ασίας». Και καταλήγουν ότι «οι έρευνες πρέπει να πραγματοποιηθούν σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές και σε μεγαλύτερο αριθμό χωρών».