Σε οριακό επίπεδο, λόγω των μεγάλων ελλείψεων σε ανθρώπινο δυναμικό, την ώρα μάλιστα που πολίτες και φορείς αναμένουν επίσημες-θεσμικές απαντήσεις για τη διαχείριση και την επεξεργασία ευαίσθητων πληροφοριών στην Covid-19 εποχή, λειτουργεί η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. O ρόλος της είναι ιδιαίτερα κρίσιμος, καθώς κατά τη διάρκεια της πανδημίας έχουν τεθεί ουσιώδη ζητήματα, που άπτονται της προστασίας του πυρήνα των δεδομένων των πολιτών στην καθημερινότητά τους. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στη μεγάλη «βεντάλια» των αποφάσεων που έχει κληθεί να λάβει μέσα στο τελευταίο έτος, που αφορούν από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο διαχείρισης του Covid-19, την τηλεργασία, την τηλεκπαίδευση στα σχολεία ως και τη λειτουργία των καμερών σε δημόσιους χώρους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις 25/5/2018 (ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων) έως σήμερα έχουν υποβληθεί στην Αρχή 2.781 καταγγελίες. Από αυτές, 1.311 είναι υπό εξέταση και 1.470 έχουν διεκπεραιωθεί.
Παρά, λοιπόν, τον όγκο των υποθέσεων που πρέπει να διαχειριστεί η Αρχή, τους τελευταίους 20 μήνες λειτουργεί οριακά, με ελλιπή συγκρότηση λόγω λήξης θητείας ή αποχώρησης για διάφορους λόγους τακτικών και αναπληρωματικών μελών της. Επιπλέον, όπως φαίνεται από τα επίσημα στοιχεία που παρουσιάζονται στον πίνακα, υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις και στο προσωπικό της διεύθυνσης γραμματείας της Αρχής.
Ελλιπής στελέχωση
Η ελλιπής στελέχωση τη Αρχής αποτυπώνεται σε όλες τις ετήσιες εκθέσεις πεπραγμένων. Κατά διαστήματα, βέβαια, είχε κάπως αμβλυνθεί, αλλά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, λόγω αποχωρήσεων στελεχών και μη πραγματοποίησης νέων διορισμών, οξύνθηκε εκ νέου. Το πρόβλημα αυτό κατέστη πιο έντονο λόγω των νέων αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της Αρχής. Σε συνάρτηση με το ευρύ σύνολο αρμοδιοτήτων της, το οποίο απορρέει από την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία, καθώς και τον εισερχόμενο όγκο υποθέσεων, η μη επαρκής στελέχωση αποτελεί ουσιώδη ανασταλτικό παράγοντα στις προσπάθειές της να ανταποκριθεί πλήρως στην αποστολή της. Η αρνητική επίπτωση είναι μεγαλύτερη στην ανάπτυξη του προληπτικού έργου της, όπως η συστηματική πραγματοποίηση ελέγχων ή η ενημέρωση – ευαισθητοποίηση υποκειμένων των δεδομένων, υπευθύνων και εκτελούντων την επεξεργασία.
Εκκρεμότητα
Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων, μάλιστα, προβλέπει ρητά ως υποχρέωση κάθε κράτους – μέλους να διαθέσει στην εθνική εποπτική Αρχή «…τους απαραίτητους ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους και τις αναγκαίες εγκαταστάσεις και υποδομές για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων και άσκηση των εξουσιών της, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούνται στο πλαίσιο της αμοιβαίας συνδρομής, της συνεργασίας και της συμμετοχής στο Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων». Η ανταπόκριση της χώρας στην υποχρέωση αυτή παραμένει σε εκκρεμότητα.
Αξιο αναφοράς είναι, επίσης, το γεγονός ότι ύστερα από αίτηση της Αρχής εγκρίθηκε ο διορισμός 20 υπαλλήλων για την πλήρωση αντίστοιχων κενών θέσεων επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού και το ΑΣΕΠ προκήρυξε τις 13 θέσεις ειδικών επιστημόνων (νομικών και πληροφορικών) τον Σεπτέμβριο του 2018. Η πλήρωση των θέσεων αυτών ξεκίνησε δυόμισι έτη μετά την αρχική υποβολή του αιτήματος της Αρχής για την κίνηση της σχετικής διαδικασίας και ολοκληρώθηκε εντός του 2020, παρά το γεγονός ότι αποτελούσε μια εξαιρετικώς επείγουσα και κρίσιμη ανάγκη.