Ύστερα από έξι μήνες λουκέτο ο κλάδος της εστίασης, ο οποίος επλήγη περισσότερο από κάθε άλλον από την πανδημία του κοροναϊού, επιστρέφει ξανά στη ζωή, χάρη στον συνδυασμό της εξελισσόμενης και επιταχυνόμενης διαδικασίας εμβολιασμού στη χώρα μας και στον καλό καιρό ο οποίος είναι σύθμμαχος κατά του φονικού ιού.
Ετοιμάζονται για την επανεκκίνηση
Πολλοί επιχειρηματίες μάλιστα, πριν ο πρωθυπουργός επιβεβαιώσει την έντονη φημολογία των προηγούμενων ημερών για άνοιγμα στις 3 Μαΐου, είχαν αρχίσει τις προετοιμασίες ώστε όλα να είναι έτοιμα.
Σύμφωνα με τον Μάκη Ρούσσο, επιχειρηματία και αντιπρόεδρο Σωματείου εστίασης Bareca, πρόκειται για ένα ξαφνικό άνοιγμα.
«Πρώτον γιατί δεν προλαβαίνουν πολλά μαγαζιά να προετοιμαστούν και λόγω εργασιών συντήρησης αλλά και για να προμηθευτούν εμπόρευμα. Επίσης το ξαφνικό άνοιγμα της εστίασης προηγείται από το πρόγραμμα επανεκκίνησης. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί επιχειρηματίες δε θα έχουν τη δυνατότητα να προμηθεύσουν τα μαγαζιά μετά από έξι μήνες».
Πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ. Ρούσσο, αποτελούν και οι εξωτερικοί χώροι, τους οποίους δε διαθέτουν όλα τα μαγαζιά, αλλά και το ωράριο το οποίο περιορίζει την βραδινή τους λειτουργία.
Πώς θα μπορούμε να επισκεφτούμε τα μαγαζιά
Πλέον δεν χρειάζεται να καθόμαστε μόνο με μέλη της οικογένειας αλλά θα είμαστε τέσσερα άτομα και θα υπάρχει απόσταση δύο μέτρων ανάμεσα στα τραπέζια. Στους καταστηματάρχες αναμένεται να δοθούν πλατείες και πεζοδρόμια για να τους διευκολύνουν, αλλά θα υπάρξει πρόβλημα στην τροφοδοσία των μαγαζιών.
Σχετικά με το χρονικό όριο απαγόρευσης κυκλοφορίας, περιορισμός της κυκλοφορίας από τις 22:00 για τη Μεγάλη Εβδομάδα και την ημέρα του Πάσχα λαμβανομένης υπόψη της ολοκλήρωσης των διαδικασιών των λειτουργιών κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα στις 21:00, ενώ από τις 3 Μαΐου (Δευτέρα του Πάσχα) ο περιορισμός κυκλοφορίας ισχύει από τις 23.00.
Μεγάλες απώλειες τον Φεβρουάριο
Απώλειες της τάξης των 119,73 εκατ. ευρώ είχαν στον τζίρο τους τον Φεβρουάριο εφέτος οι εγχώριες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην παροχή καταλυμάτων και στην εστίαση. Οι απώλειες αυτές κατανέμονται περίπου ισομερώς, καθώς στην παροχή καταλύματος η πτώση του τζίρου ανήλθε σε 53,63 εκατ. ευρώ και στις επιχειρήσεις της εστίασης σε 64,1 εκατ. ευρώ.