Στο βουνό του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους στις χώρες της ευρωζώνης που δημιουργήθηκε κατά την υγειονομική κρίση επικεντρώνεται η πολιτικοοικονομική διαχείριση και στους κόλπους των Βρυξελλών βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη η συζήτηση για τους τρόπους λύσης του προβλημάτων εντός των θεσμικών κανόνων.
Στο πλαίσιο του 6o Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών που θα διεξαχθεί από τις 10 έως τις 15 Μαΐου ο καθηγητής Διεθνούς Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικού Δικαίου στο Εδιμβούργο Αιμίλιος Αυγουλέας μιλάει στα «ΝΕΑ» και αναλύει τις προτάσεις διαχείρισης των χρεών που άφησε η Covid. Αναφορικά με το αν είναι εφικτό το κούρεμα του ιδιωτικού χρέους, ο Αυγουλέας επισημαίνει ότι «όλα αυτά πρέπει να γίνουν προσεκτικά, συμμετρικά και κοστολογημένα. Οσο πιο γρήγορα επανεκκινήσει η οικονομική δραστηριότητα και η αγορά, τόσο πιο γρήγορα θα αρχίσουν οι εισπράξεις των φόρων και τόσο πιο πολύ θα ενισχυθεί η απασχόληση, άρα θα αυξηθούν οι εισφορές στα Ταμεία. Και πρέπει να γίνει μία πολύ εμπεριστατωμένη οικονομετρική μελέτη και να μπορέσει να ποσοτικοποιηθεί πόσο θα είναι το δημοσιονομικό κέρδος από το κούρεμα – λόγω της αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας -, πόσο θα είναι το όφελος προς τα ασφαλιστικά ταμεία και να το υπολογίσεις με βάση το δημοσιονομικό κόστος. Μόνο να κόβεις δεν έχει νόημα, είναι και να πεις πώς θα καλύψεις αυτό το κενό».
Ο όγκος των χρεών
Μία από τις προτάσεις που καταθέτει ο καθηγητής αφορά τις οφειλές που δημιουργήθηκαν στα φυσικά πρόσωπα που είναι έμποροι. Οπως εξηγεί ο Αυγουλέας «είναι μία ειδική περίπτωση γιατί υπάρχει μία επιφύλαξη από τις ελληνικές τράπεζες να δανείζουν ατομικές επιχειρήσεις. Υπάρχει ένας μεγάλος όγκος χρεών από επιχείρηση σε επιχείρηση, που δημιουργήθηκε λόγω της πανδημίας, και αν θέλουμε να επανεκκινήσει η ελληνική οικονομία αυτό το κομμάτι μπορεί να το πάρει ένα ειδικό fund (υπό δημόσια εποπτεία), το οποίο μπορεί να χρηματοδοτηθεί από μία προκαταβολή από το Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε να επανεκκινήσει η αγορά». Εκφράζει την άποψη ότι «η πανδημία είναι το ίδιο με τη θεομηνία» και πως σε αυτή την περίπτωση είναι η δουλειά του κράτους για να δώσει ανάσες. Διευκρινίζει ότι αφορά μόνο τα χρέη Covid και υπό την προϋπόθεση πως η ωφελημένη επιχείρηση παίρνει βεβαιωμένα βήματα να εκσυγχρονίσει / ψηφιοποιήσει τις παραγγελίες και τις πληρωμές, ούτως ώστε να εκλογικεύσει και να συμπιέσει μελλοντικά κόστη και δανεισμό. Αποτελεί δηλαδή, όπως αναφέρει, «ένα εργαλείο / κίνητρο εξυγίανσης και εκσυγχρονισμού της επιχείρησης και αύξησης της ανταγωνιστικότητας – σίγουρα όχι για λεφτόδεντρα, δωρεές ή «λεφτά υπάρχουν», τέτοια πράγματα δεν υπάρχουν στον σύγχρονο κόσμο».
Για το ενδεχόμενο να υπάρξει μία νέα κρίση χρέους στην ευρωζώνη λόγω της πανδημίας o Αυγουλέας τονίζει πως θα έρθει εάν και εφόσον υπάρξει κρίση στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ και σταματήσει να αγοράζει στο ίδιο ύψος τα ομόλογα των κρατών του Νότου. Οπως εξηγεί αν ελαττωθεί ή σταματήσει το πρόγραμμα εντός του 2022 θα υπάρξει αναταραχή στην αγορά των ομολόγων, η οποία θα μετασχηματιστεί και σε αναταραχή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα δημιουργώντας προκλήσεις που μπορεί να εξελιχθούν σε κρίση, αν δεν υπάρξει σωστή διαχείριση. Αλλά μέχρι να φθάσουμε σε κρίση θα υπάρχουν πολλά προκαταρκτικά στάδια. Με τη λήψη των σωστών αποφάσεων μπορεί να αποφευχθεί.
Η πρόταση
Ο Αυγουλέας αναφέρθηκε στην πρόταση που ο ίδιος έχει υποβάλει μαζί με τον Stefano Micossi, καθηγητή και πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Louis και υποστηρίζει τη μεταφορά του χρέους Covid-19 στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM). Το χρέος των κρατών – μελών της ΕΕ, σύμφωνα με τον Αυγουλέα, που αγοράζει διά των ομολόγων η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να μεταφερθεί στον ESM. Οπως τονίζει, «αφού δεν μπορείς ούτε να το κουρέψεις, ούτε να πληρωθεί με τις τωρινές ωριμότητες, ούτε να το κρατήσει η ΕΚΤ για πάντα, θα πρέπει να βρεθεί ένας άλλος τρόπος να είναι σε απόλυτη συμμόρφωση με τις συνθήκες.
Ο τρόπος αυτός είναι σε συμμόρφωση με το άρθρο 14 της συνθήκης για τον Μηχανισμό Στήριξης. Να μεταφερθεί το χρέος της πανδημίας από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – στην ονομαστική αξία – στον Μηχανισμό και να μετατραπεί σε μακροχρόνιο χρέος. Θα συνεχίσουν να χρωστούν τα κράτη, δεν θα υπάρχει διάσωση και δεν θα υπάρξει κούρεμα, με την κλασική έννοια, υπάρχει αλλαγή της παρούσης λογιστικής αξίας του χρέους γιατί επιμηκύνονται οι ωριμότητες για 60-70 χρόνια». Επισημαίνει ότι «έτσι δημιουργούμε έναν μηχανισμό διαχείρισης χρέους στην ευρωζώνη, δηλαδή τον Μηχανισμό Στήριξης που αποκτά σημαντικότερο ρόλο από αυτόν που έχει σήμερα. Δηλαδή, δημιουργούμε ένα εργαλείο αποσόβησης κρίσεων πριν συμβούν και όχι θεραπείας κρίσεων αφού έχουν συμβεί. Τα κράτη δεν υποχρεούνται ασκήσουν την επόμενη ημέρα της πανδημίας πολιτικές λιτότητας, οι οποίες θα δημιουργήσουν τεράστια κοινωνική αναταραχή. Αυτή είναι η βασική ιδέα της πρότασης.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, υπάρχει σοβαρή συζήτηση επί της πρότασης και πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί, διότι είναι σε απόλυτη συμμόρφωση με τις συνθήκες, είναι, όμως, όπως τονίζει, ένα πολιτικά πολύ δύσκολο εγχείρημα. Εκφράζει επίσης την άποψη ότι στο επίπεδο του δημοσίου χρέους υπάρχει μία αδικαιολόγητη αδράνεια, γιατί δεν μπορείς να βλέπεις μόνο τι θα γίνει μέχρι το τέλος 2021, όπου είσαι εξασφαλισμένος από τις αγορές των εκδόσεων από την ΕΚΤ, πρέπει να βλέπεις και μετά το 2022 και το 2023.