Ολα ξεκίνησαν πριν από μερικά χρόνια, όταν δύο Λαρισαίοι, πρώην οικονομολόγοι, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τον ως τότε τρόπο ζωής τους και να αναζητήσουν έναν πιο οικολογικό δρόμο για τη συνέχεια. Ξεκίνησαν αναπτύσσοντας γεωργικές καλλιέργειες φιλικές για τον άνθρωπο και τη φύση και συνέχισαν επαναφέροντας στο προσκήνιο μια ξεχασμένη τάση από το παρελθόν: τα χωμάτινα σπίτια, φτιαγμένα από λάσπη, άχυρα, ξύλο, φύκια και νερό, βιοκλιματικά κτίσματα απολύτως εναρμονισμένα με το φυσικό περιβάλλον που συμπλήρωναν το ελληνικό τοπίο από την αρχαιότητα αλλά είχαν εξαφανιστεί εδώ και δεκαετίες, επέστρεψαν και πάλι στην Ελλάδα. Δροσερά το καλοκαίρι και ζεστά τον χειμώνα, αδειοδοτούνται κανονικά από την Πολεοδομία, ενώ είναι πάρα πολύ οικονομικά. Και αν ο ιδιοκτήτης τους αποφασίσει κάποτε να τα εγκαταλείψει, θα αφήσει πίσω του μηδενικό οικολογικό αποτύπωμα, καθώς αποτελούνται από υλικά που μας χάρισε απλόχερα ο πλανήτης Γη.

Από τη στιγμή που έλαβαν την απόφασή τους μέχρι σήμερα, οι δύο εμπνευστές της ιδέας έχουν κατασκευάσει δεκάδες σπίτια από φυσικά υλικά στην Ελλάδα, ενώ έχουν ταξιδέψει μέχρι την Ινδία, το Νεπάλ, το Βιετνάμ, την Γκάνα, το Μαρόκο και την Ιταλία όπου υλοποίησαν αντίστοιχα έργα, είτε για δημόσια χρήση, όπως σχολεία, είτε για ιδιωτική, όπως οικοκαταλύματα. Η επιτυχία τούς οδήγησε στη δημιουργία ενός κοινωνικού συνεταιρισμού με έδρα τη Λάρισα που ασχολείται με τη φυσική δόμηση, οργανώνοντας σεμινάρια και παρέχοντας συμβουλές σε όσους αποφασίσουν να φτιάξουν το δικό τους εναλλακτικό σπίτι, ενώ παράλληλα αναλαμβάνουν και οι ίδιοι την κατασκευή του. Μεταξύ άλλων έχουν φτιάξει το Μουσείο Πηλού στη Λέσβο, ένα τουριστικό περίπτερο στην Αγιά, τον ψηλότερο ξυλόφουρνο στον κόσμο, ύψους 11 μέτρων, στη Θεσσαλονίκη, έναν γεωδαιτικό θόλο στη Λευκάδα και σπίτια ιδιωτών.

Τα χωμάτινα σπίτια, φτιαγμένα από λάσπη, άχυρα, ξύλο, φύκια και νερό, βιοκλιματικά κτίσματα απολύτως εναρμονισμένα με το φυσικό περιβάλλον, επέστρεψαν και πάλι στην Ελλάδα

Τοπικά υλικά

«Aσχολούμαστε με τη φυσική δόμηση και τη βιοκλιματική αρχιτεκτονική, δύο πρακτικές που συνεπάγονται την εξοικονόμηση πόρων και ενέργειας», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο Κώστας Κοντομάνος, ο οποίος μαζί με τον Στέλιο Γκαγκάρα επανέφεραν τα χωμάτινα σπίτια στην Ελλάδα. «Υιοθετούμε μια προσέγγιση προσανατολισμένη στη χρήση φυσικών, τοπικών, προσεκτικά επιλεγμένων ή και ανακυκλωμένων υλικών, απλών εργαλείων και τεχνικών. Ετσι, όταν χτίζουμε στη Λάρισα χρησιμοποιούμε χώμα, στη Μάνη θα χρησιμοποιήσουμε πέτρα, στη λίμνη Πλαστήρα τσατμά, δηλαδή τοιχοποιία από ξύλο και χώμα. Οπως αντίστοιχα αν χτίσεις στη Μογγολία θα χρησιμοποιήσεις τρίχες από γιακ, στη Φινλανδία ξύλα και στον Βόρειο Πόλο πάγο», λέει. «Η φυσική δόμηση βρίσκεται ακόμη στην καθημερινότητα των λαών της Αφρικής, της Ασίας ή της Νότιας Αμερικής, όμως σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται λόγω έλλειψης εναλλακτικών. Αντιθέτως, εμείς πιστεύουμε πολύ στη συνειδητή επιλογή της λόγω των πλεονεκτημάτων αυτού του τύπου της δόμησης», προσθέτει.

Ανακυκλώσιμα. Οι ίδιοι χρειάστηκαν πέντε μήνες προσωπικής εργασίας για να χτίσουν το πρώτο τους κτίσμα, ένα ολόκληρο σπίτι στον Νέσσωνα της Λάρισας, που φτιάχτηκε κυριολεκτικά με τα χέρια τους. Ξοδεύοντας μόνο 2.000 ευρώ. Δεν είναι, όμως, τα οικονομικά οφέλη το μοναδικό πλεονέκτημα της πρότασής τους. Οπως εξηγούν, επειδή τα φυσικά υλικά εμπεριέχουν καθόλου ή ελάχιστη επεξεργασία, είναι απολύτως μη τοξικά και ανακυκλώσιμα. Η χρήση τους δεν προκαλεί κατασπατάληση ορυκτών πόρων, μόλυνση του περιβάλλοντος ούτε εξάρτηση από βιομηχανικά υλικά ή βαριά μηχανήματα. «Επίσης, αυτά τα κτίσματα είναι οικονομικά στο να κρυώσουν αλλά και στο να ζεσταθούν. Για τη θέρμανσή τους αξιοποιείται η ηλιακή ενέργεια – για παράδειγμα, στο σπίτι του Νέσσωνα εκμεταλλευτήκαμε την τεράστια θερμική μάζα των τοίχων για να ζεσταίνεται το σπίτι κατά τους χειμερινούς μήνες, διατηρώντας σταθερά μια ελάχιστη εσωτερική θερμοκρασία 14 βαθμών, όταν η εξωτερική αγγίζει το μηδέν. Για την ψύξη χρησιμοποιούνται τεχνικές όπως τα φυτεμένα δώματα και το σκάψιμο στη γη. Οι διαφορές στην ενεργειακή κατανάλωση ενός τυπικού σπιτιού μιας τυπικής πόλης και ενός σωστά προσανατολισμένου βιοκλιματικού σπιτιού μπορεί να είναι μεγαλύτερες και από 50%». Και αισθητικά είναι εναρμονισμένα στο γενικότερο περιβάλλον.

Ο Κώστας Κοντομάνος εξηγεί πως τα συγκεκριμένα σπίτια μπορούν να ακολουθήσουν τις αντισεισμικές προδιαγραφές της νομοθεσίας, γι’ αυτό άλλωστε και λαμβάνουν άδεια από την Πολεοδομία, ενώ η στατική επάρκειά τους μπορεί να ενισχυθεί με τη χρήση κάποιου φέροντος οργανισμού από ξύλο, μέταλλο ή μπετόν.Και κάπως έτσι σπίτια με ιστορία χιλιάδων χρόνων μπαίνουν ξανά στις ζωές μας…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ