ΟΜπόρις Τζόνσον έχει κάθε λόγο να αισθάνεται ικανοποιημένος για την πολιτική επιτυχία που σημείωσαν οι κυβερνώντες Τόρις στις εκλογές της «Σούπερ Πέμπτης» απέναντι στον βασικό τους πολιτικό αντίπαλο στο εσωτερικό, που είναι οι Εργατικοί. Ταυτόχρονα, όμως, ο βρετανός πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του έχουν πολλούς λόγους να ανησυχούν για την τροπή που θα πάρουν εφεξής οι εξελίξεις στη Σκωτία μετά τον θρίαμβο των εθνικιστών του SNP και της Νίκολα Στέρτζον, καθώς και συνολικά των υπέρμαχων της ανεξαρτησίας – κατά συνέπεια δε, για το μέλλον του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ο Κιρ Στάρμερ, από την πλευρά του, μπορεί να χαμογελά για τη δεύτερη συνεχόμενη θητεία του Σαντίκ Καν στη δημαρχία του Λονδίνου και για την πλειοψηφία που συγκέντρωσαν και πάλι οι Εργατικοί στη Ουαλία και το τοπικό κοινοβούλιο, γνωρίζει όμως ότι η ουσία αυτής της αναμέτρησης βρίσκεται αλλού: Στις εκατοντάδες έδρες που έχασαν οι Εργατικοί από τους Συντηρητικούς στα τοπικά συμβούλια, καθώς και στην εμφατική νίκη του υποψηφίου των δεύτερων σε ένα από τα προπύργια του κόμματός του, που ανήκει στην περιοχή η οποία περιγράφεται συνήθως ως «Κόκκινο Τείχος» – το Χάρτλπουλ, όπου διεξήχθησαν εκλογές για μία κενή θέση στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Τέλος, οι Πράσινοι επιβεβαίωσαν την ανοδική τους πορεία σε ολόκληρη σχεδόν τη Βόρεια Ευρώπη, ανήκοντας σαφώς στο στρατόπεδο των κερδισμένων από αυτή την αναμέτρηση. Οσο για τους ακροδεξιούς εθνικιστές του UKIP, είδαν την επιρροή τους σχεδόν να εκμηδενίζεται – μιας και, όπως σημείωσαν ορισμένοι αναλυτές, η πολιτική του Τζόνσον, ειδικά στο ζήτημα του Brexit, δεν τους αφήνει πολύ έδαφος για να αναπτύξουν τις θέσεις τους.
Αυτή είναι, εν συντομία, η εικόνα που περιγράφει το πολιτικό σκηνικό στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά τα οριστικά αποτελέσματα των εκλογών, που καθυστέρησαν να εκδοθούν εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων που εξακολουθούν να ισχύουν λόγω πανδημίας. Αν θέλαμε δε να ξεχωρίσουμε τα δύο μέτωπα στα οποία θα κριθούν όλα το επόμενο διάστημα, αυτά είναι τα εξής δύο: Αφενός, η διεξαγωγή ή μη νέου δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Σκωτίας (κάτι που παρακολουθούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και οι εθνικιστές της Βόρειας Ιρλανδίας) και, αφετέρου, η βαθιά κρίση στους Εργατικούς, που εξακολουθούν να αναζητούν την πολιτική και ιδεολογική τους ταυτότητα στη μετά Κόρμπιν εποχή – και, όπως όλα δείχνουν, οδεύουν προς μία εσωκομματική αναμέτρηση που θα κρίνει πολλά και στην οποία είναι πολύ πιθανό να λάβει ενεργά μέρος και ο φιλόδοξος δήμαρχος του Λονδίνου, μετά τη νέα του επιτυχία.
Η Σκωτία
Οσον αφορά το μέγα θέμα της Σκωτίας, μπορεί το SNP να έχασε την απόλυτη πλειοψηφία στην τοπική βουλή για μία μόλις έδρα (64 σε σύνολο 129), η αλήθεια όμως είναι ότι σε συνδυασμό με τις 8 έδρες των Πρασίνων, που επίσης τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας από το Ηνωμένο Βασίλειο, το στρατόπεδο αυτό εμφανίζεται ιδιαιτέρως ισχυρό. Ειδικά καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το «ναι» έχει πάρει βραχεία κεφαλή, ενώ και η προσέλευση στις κάλπες ήταν μεγάλη (άνω του 70%). Από την πλευρά του, ο Τζόνσον έχει ξεκαθαρίσει σε όλους τους τόνους πως η υπόθεση της ανεξαρτησίας δεν μπορεί να τίθεται παρά μόνο μία φορά σε κάθε γενιά – και κρίθηκε οριστικά για την τρέχουσα με το δημοψήφισμα του 2014, όταν το 55% των Σκωτσέζων τάχθηκε υπέρ της παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σε κάθε περίπτωση δε, διαμηνύει πως δεν θα είναι αυτός ο πρωθυπουργός που θα γραφεί στην Ιστορία ότι άνοιξε τον δρόμο για τη διάλυση…
Ποια θα είναι, λοιπόν, τα βήματα των δύο ηγετών, καθώς αμφότεροι έχουν βγει ενισχυμένοι πολιτικά από τις κάλπες; Οπως σημειώνει η πολιτική αναλύτρια του BBC Λόρα Κίνσμπεργκ, «εάν υπάρχει κάτι στο οποίο μπορούν να συμφωνήσουν είναι πως δεν είναι τώρα η ώρα για δεύτερο δημοψήφισμα». Ομως, όπως σημειώνει η ίδια στη συνέχεια, «η Στέρτζον είναι υποχρεωμένη να θέσει το ζήτημα προτού περάσει πολύς καιρός, ενώ ο Τζόνσον είναι δεδομένο ότι θα πει “όχι”». Κι αυτό οδηγεί με πολιτική ακρίβεια σε δύσκολες καταστάσεις, καθώς «εάν η διαμάχη για το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου πρόκειται να λυθεί κάποια στιγμή, μόνο ένας μπορεί να είναι ο νικητής».
Πρακτικά, όπως ισχυρίζονται άλλοι αναλυτές, Τζόνσον και Στέρτζον, μαζί με τα επιτελεία τους, θα ρίξουν το επόμενο διάστημα το βάρος τους «στη χάραξη των διαχωριστικών γραμμών, όπου θα δοθεί η μάχη όταν έρθει η στιγμή», καθώς και στη συγκρότηση των επιχειρημάτων τους και των συμμαχιών τους. Στο μεταξύ, δεν αποκλείεται να εμφανιστούν με συναινετική διάθεση στο μείζον θέμα που τους ενώνει όλους: Την αντιμετώπιση της Covid-19 και την οριστική έξοδο από το τούνελ της πανδημίας.
Τον συγκεκριμένο σκοπό, άλλωστε, φαίνεται πως εξυπηρετεί και η διάσκεψη την οποία συγκάλεσε ο Τζόνσον με τους επικεφαλής των κυβερνήσεων Σκωτίας, Ουαλίας και Βόρειας Ιρλανδίας, στην οποία η Στέρτζον δέχθηκε αμέσως να συμμετάσχει. Μάλιστα, σύμφωνα με εκπρόσωπό της, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Τζόνσον και τον διαβεβαίωσε πως «η άμεση προτεραιότητά της είναι να οδηγηθεί η χώρα μακριά από την Covid και στην ανάπτυξη». Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι θα κάνει τα πάντα προκειμένου «να διασφαλίσει ότι ο λαός της Σκωτίας θα επιλέξει το μέλλον του όταν η κρίση παρέλθει», ενώ «κατέστησε σαφές ότι το ζήτημα του δημοψηφίσματος δεν έχει να κάνει με το εάν, αλλά με το πότε». Μοναδικός, ωστόσο, αρμόδιος για να αποφασίσει ή όχι κάτι τέτοιο είναι η Βουλή των Κοινοτήτων, όπου βεβαίως το SNP και η ηγεσία του δεν έχουν ελπίδα επιτυχίας εάν δεν υπάρξει ευρύτερη στήριξη από Εργατικούς και Τόρις.