Να μπει τέλος στις επαναπροωθήσεις προσφύγων ζητάει από την Ελλάδα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, πρακτική την οποία η Αθήνα αρνείται πως ακολουθεί.
Σε επιστολή προς τους Έλληνες υπουργούς στις 3ης Μαΐου, η οποία δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, η Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δήλωσε ότι υπήρξαν «πολυάριθμοι αξιόπιστοι ισχυρισμοί» από το 2017 ότι οι αιτούντες άσυλο επέστρεψαν παράνομα στην Τουρκία.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, έχει επίσης συγκεντρώσει πληροφορίες που δείχνουν αρκετές δεκάδες επαναπροωθήσεις από τον Ιανουάριο του 2020, ανέφερε η επιστολή της Επιτρόπου Ντούνζα Μιτζατόβικα (Dunja Mijatovic).
«Σας παροτρύνω να τερματίσετε αυτές τις πρακτικές και να διασφαλίσετε ότι διεξάγονται ανεξάρτητες και αποτελεσματικές έρευνες για όλους τους ισχυρισμούς για οπισθοδρόμηση και κακομεταχείριση από μέλη των δυνάμεων ασφαλείας», δήλωσε ο Mijatovic.
Σε απάντηση που δημοσιεύθηκε επίσης από το γραφείο της Μιτζατόβικα, η Ελλάδα δήλωσε ότι είχε διερευνήσει τους ισχυρισμούς και ότι τους βρήκε «σε μεγάλο βαθμό αβάσιμους».
«Οι ενέργειες των ελληνικών αρχών, στα θαλάσσια σύνορά μας, εκτελούνται σε πλήρη συμμόρφωση με τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας», ανέφεραν οι Έλληνες υπουργοί στην απάντησή τους στο Συμβούλιο.
Είπαν ότι η Ελλάδα διέσωσε χιλιάδες ανθρώπους από την έναρξη της μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη το 2015 και ότι οι αξιωματικοί έπρεπε να κάνουν τη δουλειά τους «στο πλαίσιο ενός δυσμενούς περιβάλλοντος σκοπούμενων παραπλανητικών πληροφοριών που προέρχονται στις περισσότερες περιπτώσεις από τα δίκτυα λαθρεμπόρων».
Η Μιτζατόβικα είπε επίσης ότι οι συνθήκες διαβίωσης στα υπερπληθή νησιωτικά στρατόπεδα της Ελλάδας παραμένουν «κατώτερης ποιότητας».
Μιλώντας στο Reuters, ανέφερε την περίπτωση ενός 28χρονου Σομαλού άνδρα στο νησί της Χίου την περασμένη εβδομάδα, ο οποίος είχε πεθάνει από πνευμονική κατάσταση και του οποίου το σώμα κατασπάραξαν αρουραίοι.
«Αυτή είναι μια τραγική απεικόνιση των φρικτών συνθηκών στις οποίες χιλιάδες άνθρωποι ζουν εδώ και χρόνια στα ελληνικά νησιά του Αιγαίου» δήλωσε η Μιτζατόβικα.
Μπορείτε να διαβάσετε εδώ την επιστολή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η πολιτική των «έξι σημείων»
Στην πολιτική των έξι σημείων, όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, εστίασε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην παρέμβασή του κατά τη διάρκεια της επίσκεψης που πραγματοποίησε στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
Αναλύοντας την πολιτική των έξι σημείων, ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε συγκεκριμένα στα εξής:
- Προστασία των συνόρων σε στεριά και θάλασσα, γιατί όπως έχουμε πει πολλές φορές η θάλασσα έχει σύνορα,
- άμεσος διαχωρισμός προσφύγων και οικονομικών μεταναστών,
- επιστροφή αυτών που δεν δικαιούνται διεθνή προστασία,
- κλειστές και ελεγχόμενες δομές,
- διαφάνεια στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις οι οποίες εμπλέκονται στη διαχείριση του προσφυγικού – μεταναστευτικού ζητήματος,
- δικαιοσύνη στις παροχές προς όσους παραμένουν στη χώρα αλλά και
- μία συγκροτημένη πολιτική ένταξης για όσους έχουν αποκτήσει δικαίωμα παραμονής στη χώρα μας καθώς έχουν γίνει δεκτές οι αιτήσεις ασύλου τους
«Δεν θέλουμε αυτούς που έρχονται με τις βάρκες»
Οι αιτούντες άσυλο που είναι σε δομές φιλοξενίας στη χώρα μας ανέρχονται στους 52.000 ενώ περίπου ένα ίσο νούμερο είναι και οι πρόσφυγες και διαμένουν ακόμα στη χώρα μας. Είναι περίπου το 1% του πληθυσμού της χώρας αυτοί που σχετίζονται με το προσφυγικό, σύμφωνα με τον υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότη Μηταράκη.
Σχετικά με όσους έχουν αναγνωριστεί με το καθεστώς πρόσφυγα και επιθυμούν να μετακινηθούν εκτός Ελλάδας, ο υπουργός απαντάει πως δυστυχώς ο Κανονισμός του Δουβλίνου που ισχύει, περιορίζει την ευθύνη των χωρών πρώτης υποδοχής σαν την Ελλάδα. Γι’ αυτό και η χώρα μας είναι στην πρώτη γραμμή διαπραγμάτευσης για ένα νέο σύμφωνο που θα έχει πολύ ουσιαστική στήριξη αλληλεγγύης για τα κράτη πρώτης υποδοχής.
«Χρειαζόμαστε χέρια. Κάθε χρόνο δίνουμε 10-15.000 άδειες για εργάτες γης. Αρά δεν είναι μια χώρα η Ελλάδα η οποία δεν χρειάζεται εργατικό δυναμικό, αλλά δεν θέλουμε την παράτυπη μετανάστευση. Δεν θέλουμε αυτούς που έρχονται με τα κυκλώματα και τις βάρκες. Θέλουμε να μπορούμε να ελέγχουμε τη δικιά μας μεταναστευτική πολιτική και να δίνουμε άδειες εκεί που εμείς χρειαζόμαστε και έχουμε πραγματικές ανάγκες» κατέληξε ο υπουργός.