160 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν μολυνθεί παγκοσμίως από κοροναϊό. Στη Γερμανία αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 3,5 εκατομμύρια, από τους οποίους έχουν αναρρώσει περίπου 3,2 εκατομμύρια, δηλαδή πάνω από το 90%. Τα στοιχεία αφήνουν να διαφανεί πόσο μεγάλος θα είναι εν τέλει ο αριθμός των απαιτούμενων εμβολίων σε παγκόσμιο επίπεδο για να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία.
Λόγω των μεγάλων αναγκών σε εμβόλια οι γερμανικές υγειονομικές αρχές δεν έχουν προβλέψει, προς το παρόν τουλάχιστον, τον εμβολιασμό όσων ανάρρωσαν από κοροναϊό. Θεωρείται ωστόσο δεδομένο μεταξύ επιστημόνων, ότι ο εμβολιασμός έχει νόημα και για όσους νόσησαν και ανάρρωσαν από κοροναϊό, έτσι ώστε να ενισχυθεί σε βάθος χρόνου το ανοσοποιητικό σύστημα που ήδη βρήκε τρόπο για να νικήσει τον ιό.
Σύμφωνα με μία αυστριακή έρευνα, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό European Journal of Clinical Investigation, ο κίνδυνος νέας νόσησης μειώνεται τους πρώτους 5-6 μήνες κατά περίπου 91%. Παρόμοιο ποσοστό προστασίας διασφαλίζουν σήμερα και τα περισσότερα εμβόλια κατά του κοροναϊού. Όσο περνά ωστόσο ο χρόνος, τόσο μειώνεται η ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος να αντιστέκεται στην εισβολή ιών στα κύτταρα, ιδίως αν η νόσηση είχε ελαφριά μορφή.
Εμβόλιο μετά από 6 μήνες
Για να αποφευχθεί μια υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, αλλά και επειδή ακόμα ο αριθμός των διαθέσιμων εμβολίων είναι περιορισμένος, οι γιατροί συστήνουν τον εμβολιασμό σε όσους ανάρρωσαν, το νωρίτερο μετά από ένα εξάμηνο.
Δεν προκαλεί έκπληξη μάλιστα, ότι η αντίδραση στο εμβόλιο εκείνων που έχουν αναρρώσει είναι ισχυρότερη από εκείνων οι οποίοι δεν έχουν περάσει κορωνοϊό, εξηγεί η επιδημιολόγος Σάντρα Τσίζεκ σε podcast για τη Βορειογερμανική Ραδιοφωνία NDR: «Το ανοσοποιητικό σύστημα μαθαίνει. Σε όσους έχουν αναρρώσει ο οργανισμός έχει έρθει ήδη μια φορά σε επαφή με τον κοροναϊό. Οπότε είναι λογικό μετά τον εμβολιασμό το εν λόγω ανοσοποιητικό να αντιδρά εντονότερα και ταχύτερα».
Με εξαίρεση το παρασκεύασμα της Johnson & Johnson, όλα τα άλλα υπάρχοντα εμβόλια χρειάζονται δύο δόσεις για να διασφαλιστεί η μέγιστη προστασία. Σε όσους έχουν αναρρώσει, ωστόσο, η κατάσταση είναι διαφορετική. Επειδή ο οργανισμός γνωρίζει πλέον τον κοροναϊό, αρκεί μια μόνο δόση.
Μια δόση αρκεί
Τόσο το επιδημιολογικό ινστιτούτο RKI όσο και η Μόνιμη Επιτροπή Εμβολιασμού προχώρησαν σε επικαιροποίηση των συστάσεών τους και σημειώνουν στις ιστοσελίδες τους ότι αρκεί μια δόση μετά από το νωρίτερο ένα εξάμηνο: «Λόγω της υπάρχουσας ανοσίας μετά τη νόσηση, μια δόση διασφαλίζει επαρκή αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος. Για τον εμβολιασμό μπορεί να επιλεχθεί κάθε παρασκεύασμα υπό την προϋπόθεση να έχει λάβει άδεια».
Το ανοσοποιητικό μας σύστημα αντιδρά σε διαφορετικούς ιούς με ποικίλους τρόπους. Αν για παράδειγμα κάποιος έχει περάσει ιλαρά, τότε δεν θα ξανακολλήσει. Κατά του κοκκύτη και του κίτρινου πυρετού αρκεί ένας και μόνο εμβολιασμός. Για τους ιούς της γρίπης ωστόσο απαιτείται, ως γνωστόν, ένα ετήσιο εμβόλιο για όσους έχουν αδύναμο ανοσοποιητικό.
Ο ιός SARS-Cov-2 είναι πολύπλοκος και παρουσιάζει πλήθος μεταλλάξεις. Εκτιμάται ότι θα χρειαστούν μερικά χρόνια για να καταλήξουν οι επιστήμονες αν απαιτείται ένα επαναλαμβανόμενο ετήσιο εμβόλιο ή ένα εμβόλιο μετά από μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για να προστατευθούμε αποτελεσματικά από τον κορωνοϊό.