Η πασίγνωστη ελληνική ταινία «Ο Αστραπόγιαννος», με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κούρκουλο βασίζεται στην ιστορία του αρματωλού Αστραπόγιαννου, ο οποίος υμνήθηκε από τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Το φιλμ μπορεί να διαδραματίζεται σε άλλη εποχή, αλλά το επικό ποίημα του Βαλαωρίτη είναι αφιερωμένο στον αρματωλό του 18ου αιώνα, που ήταν κυρίαρχος στη Δωρίδα και δοξάστηκε από τους υπόδουλους Έλληνες ως ελευθερωτής.
Απόσπασμα από τον Αστραπόγιαννο
«Βαριά σπαράζει, φοβερή στο χέρι του Λαμπέτηη κάρα τ’ Αστραπόγιαννου. Το μάτι ανταριασμένο του σκοτωμένου τρεις φορές ανεβοκατεβαίνει και βασιλεύει σκοτεινό. Στο μέτωπό του η νύχτα ξαπλώθηκε αξημέρωτη. Δεν άφηκε η ψυχή του άλλο σημάδι οπίσω της παρά στ’ αχνό το στόμα, σα μιαν αχτίδα φεγγαριού στο μάρμαρο του τάφου, ένα χαμόγελο βουβό, νεκρό, σαβανωμένο στου γέροντα τ’ αρματολού τα κάτασπρα τα γένια».
Από αυτό και άλλα τέτοια ποιήματα ο Βαλαωρίτης χαρακτηρίστηκε εθνικός ποιητής, καθώς ύμνησε με επικά χαρακτηριστικά των αγώνα τον επαναστατημένων Ελλήνων. Επιπλέον, ασχολήθηκε ενεργά και με την πολιτική, αφού έγινε βουλευτής της «Ιονίου Πολιτείας» και για μια περίοδο επτά ετών πάλεψε για την ελευθερία των Επτανήσων.
Ο Βαλαωρίτης (1824 – 1879) ήταν μίια από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής λογοτεχνίας τον 19ο αιώνα και πέρασε μια ζωή με πολλές περιπέτειες. Στην ελληνική γραμματεία έχει αφήσει το στίγμα του ποιητή που ύμνησε τον αγώνα των αρματωλών και ήταν ένας από τους κυριότερους εκφραστές της Επτανησιακής Σχολής.
Είχε υψηλό βιοτικό επίπεδο και έκανε ανώτερες σπουδές στο εξωτερικό, ενώ η προσωπική του ζωή σημαδεύτηκε από μεγάλες ανατροπές.
Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1824 από πατέρα Ηπειρώτη, εύπορο έμπορο, και πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στη Λευκάδα και στην Κέρκυρα, όπου σπούδασε στην Ιόνιο Ακαδημία.
Συνέχισε το σχολείο στην Ιταλία και την Ελβετία και στη συνέχεια τελείωσε τη Νομική Σχολή στο Παρίσι, με ένα διάλλειμμα όταν χρειάστηκε να επιστρέψει στη Λευκάδα για λόγους υγείας.
Το 1848 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ Δικαίου στο πανεπιστήμιο της Πίζας, αλλά ποτέ δεν εξάσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου, καθώς αφιερώθηκε στην ποίηση.
Ο εθνικός ποιητής Βαλαωρίτης
Στη γιορτή της 25ης Μαρτίου το 1875, ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης απήγγειλε ποίημα κατά τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ και καθιερώθηκε στη συνείδηση των Ελλήνων ως εθνικός ποιητής, παίρνοντας τη σκυτάλη κατά κάποιο τρόπο από τον Διονύσιο Σολωμό.
Την εποχή εκείνη, η ποίηση υπηρετούσε την πολιτική και οι σύγχρονοι ποιητές είχαν βιώματα και παραστάσεις για να εμπνευστούν.
Ο Βαλαωρίτης είχε τυπώσει την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1847, όταν ήταν φοιτητής και το 1857 εξέδωσε την ποιητική συλλογή με τίτλο τα «Μνημόσυνα», με θέμα τους θανάτους ηρώων που βρήκαν τον θάνατο από τους Τούρκους.
Το 1859 δημοσίευσε το μεγάλο του ποίημα, «Κυρά Φροσύνη», έμμετρο με θεατρική δομή και εμπνευσμένο από τον πνιγμό της ηπειρώτισσας Φροσύνης, που αρνήθηκε τον έρωτα του Αλή Πασά.
Ακολούθησαν οι ποιητικές συνθέσεις «Αθανάσιος Διάκος και Αστραπόγιαννος» το 1867, που χαρακτηρίζονται από λιγότερο λυρισμό και περισσότερη ωριμότητα, χωρίς να λείπει φυσικά ο εθνικός ιδεαλισμός. Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης δεν ευτύχησε να ολοκληρώσει το πληρέστερο ίσως έργο του, τον Φωτεινό, καθώς πέθανε το 1879.
Πολιτική Σταδιοδρομία
Το 1853, ο Βαλαωρίτης εντάχθηκε στη φιλελεύθερη παράταξη των ριζοσπαστικών που ζητούσαν την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα και το 1957 εκλέχθηκε στην Ιόνιο Βουλή.
Ήταν δεινός ρήτορας και πρωτοστατούσε στις εκδηλώσεις για την ένωση των Επτανήσων, ενώ μετά το 1864, ίδρυσε κομιτάτο στη Λευκάδα και το 1865 και το 1868 εκλέχθηκε βουλευτής με το κόμμα του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Απογοητεύτηκε όμως από γεγονότα, όπως η νοθεία των εκλογών του 1868 και αποσύρθηκε από την πολιτική.
Μετά την ένωση το 1864, έγινε βουλευτής στην Αθήνα, όπου ξεχώρισε για τον λυρισμό των αγορεύσεών του και τη ρητορική του δεινότητα. Προτίμησε όμως τη ρότα του καλλιτέχνη και αφοσιώθηκε στην πνευματική υποστήριξη του αγώνα για την απελευθέρωση της Ηπείρου.
Ο Βαλαωρίτης ήταν εύπορος και ζούσε σε μια ονειρική έπαυλη στο νησάκι Μαδούρι, απέναντι ακριβώς από τον Σκορπιό, το οποίο σήμερα είναι γνωστό και ως «νησί του Βαλαωρίτη».
Σε ηλικία 27 ετών παντρεύτηκε την κόρη του Βενετού λόγιου, Αιμίλιου Τυπάλδου, Ελοΐζα, η οποία ήταν και ο έρωτας της ζωής του. Απέκτησαν μαζί επτά παιδιά, αλλά η μοίρα ήταν σκληρή με την οικογένεια.
Οι τρεις κόρες πέθαναν σε νεαρή ηλικία, ενώ ο ένας από τους δύο γιους του, Αιμίλιος, πέθανε νέος, το 1882, τρία χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή στις 24 Ιουλίου 1879.
Πηγή: Μηχανή του Χρόνου