«Μπορώ να απαιτήσω να συνεχίσω την τηλεργασία;», «Αν αρνηθώ να επιστρέψω, κινδυνεύω;», «Τι όφελος έχω να επιστρέψω;», «Θα ξαναβρώ το γραφείο μου ή θα γίνει και αυτό “ευέλικτο”;», «Θα μπορέσω να πάρω κανονικά την άδειά μου αυτό το καλοκαίρι, ή θα μπορεί ο εργοδότης μου να μου επιβάλλει συγκεκριμένο διάστημα;», «Θα μειωθεί ο μισθός μου, θα αυξηθεί το ωράριο εργασίας μου, θα τροποποιηθεί η σύμβασή μου;»: είναι μερικές από τις ερωτήσεις στις οποίες κλήθηκαν προ ημερών να απαντήσουν οι εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι της γαλλικής εφημερίδας «Le Figaro», απόδειξη του άγχους το οποίο προκαλεί η σταδιακή επιστροφή σε μια κανονικότητα που δεν θυμίζει όμως (προς το παρόν τουλάχιστον) σε τίποτα την παλιά κανονικότητα. Και μοιάζει να είναι κοινό, όσο και διαφορετικής φύσης το άγχος αυτό σε εργαζομένους και εργοδότες: δεκατέσσερις μήνες αφότου ο κορωνοϊός περιόρισε κατ’ οίκον εκατομμύρια εργαζομένους σε γραφεία, οι επιχειρήσεις ξεκινούν ένα νέο μεγάλο πείραμα – πώς να ενώσουν πάλι τις ομάδες τους πίσω στα γραφεία τους, τουλάχιστον για ένα μέρος της εργάσιμης εβδομάδας.
Κάθε χώρα έχει το δικό της χρονοδιάγραμμα, αλλά οι προκλήσεις είναι λίγο-πολύ κοινές. Η Γαλλία, που άνοιξε χθες υπό όρους εστίαση, «μη απαραίτητα» εμπορικά καταστήματα, μουσεία και άλλες αίθουσες θεαμάτων, σχεδιάζει να χαλαρώσει τους κανόνες τηλεργασίας στις επιχειρήσεις από τις 9 Ιουνίου. Η Βρετανία αναμένεται να χαλαρώσει τους περιορισμούς από τις 21 Ιουνίου. Ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης θέλει την πόλη «σε πλήρη επαναλειτουργία» έως την 1η Ιουλίου. Στα καθ’ ημάς, η τηλεργασία στο Δημόσιο αρχίζει να μειώνεται σταδιακά (στον ιδιωτικό τομέα έχει παραταθεί η υποχρεωτική τηλεργασία στο 50% έως τις 31 Μαΐου), ενώ αναμένεται η θέσπιση νέων κανόνων για αυτή την εργασία εξ αποστάσεως (και το «δικαίωμα αποσύνδεσης») στο εργασιακό νομοσχέδιο που δρομολογείται. Μια παγκόσμια έρευνα που πραγματοποίησε πάντως τον περασμένο μήνα η HSBC Holdings PLC έδειξε πως ένα 82% των εργαζομένων θα ήθελαν να απασχολούνται μελλοντικά με τηλεργασία τουλάχιστον μία ημέρα την εβδομάδα. Μια δεύτερη έρευνα της CBRE έδειξε πως η πλειοψηφία των εργαζομένων θα προτιμούσε να (συνεχίσει να) εργάζεται εξ αποστάσεως δύο με τρεις ημέρες την εβδομάδα. Σύμφωνα άλλωστε με τα δεδομένα που συνέλεξαν αναλυτές της Leesman, οι εργαζόμενοι αισθάνονται συχνά πιο παραγωγικοί στο σπίτι. Και με βάση μια άλλη έρευνα του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, η τηλεργασία «δουλεύει» μια χαρά – εφόσον συντρέχουν βέβαια οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Το παλιό μοντέλο τελείωσε
Οπως σημειώνει εν τούτοις στο Bloomberg η Πέγκι Ροτ, αναλύτρια της Leesman, δεν είναι έτοιμες όλες οι επιχειρήσεις να αγκαλιάσουν αυτές τις διαπιστώσεις. Η ίδια τις χωρίζει σε τρεις γενικές κατηγορίες: τις επιχειρήσεις που ήδη αναλαμβάνουν δράση και επανασχεδιάζουν τις εργασιακές πρακτικές, τις επιχειρήσεις που σκοπεύουν να το κάνουν αλλά δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα τη διαδικασία, κι εκείνες που απλώς δεν έχουν καν αρχίσει να το σκέπτονται. Μία πρόσφατη έρευνα των Kings College και Bristol University έδειξε πως παρότι 97% των επιχειρήσεων στη Βρετανία σχεδιάζουν κάποιου είδους «υβριδική απασχόληση», ένα υβριδικό μοντέλο εργασίας, δηλαδή, που συνδυάζει κάποιες ημέρες παρουσίας στο γραφείο και τις υπόλοιπες απασχόληση με τηλεργασία, μόλις ένα 36% σκοπεύουν να επανασχεδιάσουν τους εργασιακούς ρόλους. «Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να κάνει αυτή τη στιγμή ένας οργανισμός», προειδοποιεί η Ροτ, «είναι να κλείσει τα μάτια, να καλύψει τα αφτιά και να φανταστεί πως μπορεί να προσπαθήσει να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση, γιατί αν το κάνει αυτό απλώς θα πάει προς τα πίσω». «Υπάρχουν πολλοί οργανισμοί που καθυστερούν λέγοντας “δεν πρόκειται να αλλάξουμε τίποτα, απλώς θα γυρίσουμε πίσω τους εργαζομένους μας”» προσυπογράφει η Μάργκρετ Μακγκράθ, από την Dell Technologies Inc. «Δεν αντιλαμβάνονται πλήρως το εύρος αυτής της αλλαγής μοντέλου σε ό,τι αφορά την απασχόληση».
Επιθυμούν αλλαγή
Στην άλλη πλευρά της Μάγχης, στη Γαλλία, μια δημοσκόπηση της Kantar Public έδειξε στα τέλη Απριλίου πως ένας στους τρεις μισθωτούς επιθυμεί μία αλλαγή, σε σύγκριση με την προ-Covid εποχή, όσον αφορά την οργάνωση και τον ρυθμό της εργασίας του. «Πρέπει να αποφύγουμε να διαδεχθεί την ευφορία του ανταμώματος μια απογοήτευση, λόγω της επιστροφής στα παλιά, γνωστά πρότυπα, ειδάλλως οι εργαζόμενοι θα νιώσουν ότι χάνουν το κίνητρό τους» προειδοποιεί μέσω της «Figaro» ο Μπενουά Σερ, Νο 2 στη γαλλική Εθνική Ενωση Διευθυντών Ανθρώπινων Πόρων (ANDRH). «Αυτή η κρίση έχει και μία τραυματική διάσταση, πρέπει λοιπόν να ακούσουμε τους εργαζομένους, και πρέπει οι επιχειρήσεις να ασχοληθούν ατομικά με την κάθε περίπτωση» συμφωνεί ο Κριστιάν Μενγκί, από την Ομοσπονδία επαγγελματιών σε ψυχοκοινωνικούς κινδύνους (Firps), επισημαίνοντας για παράδειγμα «εκείνους τους επαγγελματίες που εργάζονταν τόσο καιρό με καθεστώς μερικής απασχόλησης, και έμαθαν να απολαμβάνουν τον επιπλέον χρόνο με την οικογένειά τους: το να τον στερηθούν εκ νέου θα αποδειχθεί περίπλοκο για ορισμένους από αυτούς».
Δύο ομάδες
«Το διακύβευμα δεν είναι να εργασθούμε όπως πριν, αλλά το πώς να εργασθούμε αύριο, με δύο κατηγορίες ομάδων: εκείνες που μπορούν να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους και με τηλεργασία, και εκείνες των οποίων η παρουσία στο γραφείο είναι απαραίτητη. Το πώς θα επιτύχουμε τη συλλογική προσπάθεια και το πώς θα οργανώσουμε το υβριδικό μοντέλο εργασίας, αυτές είναι οι δύο μεγάλες προκλήσεις. Θα γίνει και η διοίκηση υβριδική, και αυτό θα παίξει ρόλο-κλειδί» προσθέτει ο Φρεντερίκ Γκουζί, γενικός διευθυντής της ένωσης Entreprise & Personnel. Το βέβαιο για τον ίδιο είναι πως θα πρέπει και οι μάνατζερ να υιοθετήσουν μια νέα προσέγγιση. Και αυτοί που ήθελαν να ελέγχουν τα πάντα και εκείνοι που άφησαν ελεύθερους τους εργαζομένους να εκφράζονται: «Χρειάζεται ένα πλαίσιο, έλεγχος, και να δίνεται η δυνατότητα σε όλους να εκφράζονται μέσα σε αυτό το πλαίσιο» λέει ο Γκουζί – το ζητούμενο, επισημαίνει, είναι να βρεθεί η λεπτή ισορροπία ανάμεσα στις ατομικές προσδοκίες, οι οποίες δεν πρέπει να βλάπτουν τη συλλογική λειτουργία, και τους στόχους της επιχείρησης.
Καλό… Σεπτέμβρη
«Η επιστροφή στο γραφείο θα είναι κατά πάσα πιθανότητα απρόβλεπτη και εν δυνάμει χαοτική»: σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ο ανεξάρτητος οργανισμός Reset Work έπειτα από έρευνα που έκανε στις ΗΠΑ μεταξύ 55 διευθυντών ανθρωπίνων πόρων και άλλων σχεδιαστών πολιτικής σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα του Ιντερνετ και της τεχνολογίας, των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, της λιανικής πώλησης, του ηλεκτρονικού εμπορίου κ.ά. Επτά στους 10 συμμετέχοντες, εξηγεί σε έκθεσή του, δήλωσαν πως περιμένουν από τους εργαζομένους να έχουν φυσική παρουσία στο γραφείο κατά μέσο όρο δύο με τρεις ημέρες την εβδομάδα, και τρεις στους τέσσερις θεωρούν πιθανότερο να γίνει αυτό μετά τα τέλη Σεπτεμβρίου. Εν τούτοις μόνο ένας στους τρεις θεωρεί πως ο οργανισμός του είναι προετοιμασμένος και έχει τους απαραίτητους πόρους προκειμένου να διαχειριστεί με επιτυχία μια επιστροφή στο γραφείο, και μόνο ένας στους δύο εξέφρασε εμπιστοσύνη στα σχετικά σχέδια της επιχείρησής του. Η ίδια έρευνα έδειξε πως αυτό που απασχολεί περισσότερο τους συγκεκριμένους σχεδιαστές πολιτικής είναι «οι προκλήσεις ενός ελαστικού, υβριδικού χώρου εργασίας» (41%), η αναθεώρηση των τρόπων εργασίας (25%), η κουλτούρα της επιχείρησης (20%) και η εμπειρία των εργαζομένων (20%): μόλις ένα 16% εξέφρασε ανησυχία για το ενδεχόμενο έκθεσης στην Covid-19 στο εργασιακό περιβάλλον. Από τις ΗΠΑ μέχρι τη Γαλλία, πάντως, οι περισσότεροι μοιάζουν να δίνουν μια πίστωση χρόνου σε εργαζομένους και εργοδότες ταυτόχρονα, τοποθετώντας στον Σεπτέμβριο τις κρισιμότερες αποφάσεις:
«Η προτεραιότητα δεν είναι να επιστρέψουν οι εργαζόμενοι στο γραφείο» λέει χαρακτηριστικά ο Φρεντερίκ Γκουζί. «Πρέπει να μπορέσουν κι αυτοί να ανακάμψουν, να αλλάξουν παραστάσεις, ώστε να γίνει μια σωστή νέα αρχή το φθινόπωρο, μετά τις διακοπές τους».
Δέλεαρ με ανακαίνιση
Επειδή όμως ο εχθρός του καλού είναι πάντα το καλύτερο, υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούν ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να προχωρήσουν σε μια ολική ανακαίνιση στα γραφεία τους ώστε να δελεάσουν πίσω τους εργαζομένους: αυτή είναι, για παράδειγμα, η αποστολή της Paperspace Asia, μιας εταιρείας που συνδέει ντιζάινερ, συμβούλους φωτισμού και μηχανικούς ήχου με επιχειρήσεις οι οποίες θέλουν να δώσουν έμφαση «στην ενσυναίσθηση και τη συνεργασία» και να υιοθετήσουν ένα νέο λουκ βασισμένο σε τρεις αρχές: πρώτα οι άνθρωποι, δυναμικοί και αποτελεσματικοί εργασιακοί χώροι, αλλά και μία κουλτούρα πειραματισμού. «Εχει υπάρξει μια μεγαλύτερη, ευρύτερη αφύπνιση όσον αφορά τη σωματική και ψυχική υγεία» σημειώνει στο Bloomberg η Ναρίτα Τσία, συνιδρύτρια και διευθύντρια της Paperspace Asia. «Το κατά πόσο οι εργαζόμενοι που επιστρέφουν πίσω στο γραφείο έχουν την καλύτερη πρόσβαση στο φυσικό φως, οι εργονομικές εγκαταστάσεις που υπάρχουν, το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα οικοδομηθεί το ανθρώπινο κεφάλαιο, γίνονται πραγματικά κλειδιά. Μπορεί να το επιτύχει κανείς αυτό με γραφεία ατάκτως ειρημένα και μια μικροσκοπική “αποθήκη” στη γωνία; Αμφιβάλλω». Η Τσία συμφωνεί ξεκάθαρα με τη McKinsey & Co, που δήλωσε πως όχι απλώς πρέπει να εξαλειφθούν οι «φάρμες κουβουκλίων» αλλά τα γραφεία πρέπει να γίνουν «μαγικοί χώροι».
Στον αντίποδα όλης αυτής της μαγείας, η οποία μάλλον είναι όνειρο απατηλό για τις περισσότερες επιχειρήσεις, δεδομένης της οικονομικής κρίσης που συνοδεύει την υγειονομική, βρίσκονται οι εργαζόμενοι που αναρωτιούνται αν θα ξαναβρούν τα γραφεία τους επιστρέφοντας ή θα έχουν γίνει και αυτά «ευέλικτα». «Υπό την πίεση της οικονομικής τους διεύθυνσης», αναγνωρίζει μιλώντας στη «Figaro» η Ραφαέλ Νικό, στέλεχος της Mercer, «πολλές επιχειρήσεις σκέπτονται αυτή την εναλλακτική επιλογή και το μέλλον των γραφείων τους: οι εργαζόμενοι θα έρχονται εφεξής για να ανταλλάξουν απόψεις, να καινοτομήσουν, να ασκήσουν τη δημιουργικότητά τους, αφού οι υπόλοιπες εργασίες θα μπορούν να επιτελούνται εξ αποστάσεως». «Flex office» ονομάζεται, ένα ευέλικτο γραφείο, χωρίς εξατομικευμένο χώρο εργασίας για τον κάθε εργαζόμενο – τους επόμενους μήνες αναμένεται να ακούσουμε ακόμα περισσότερα για αυτό.