Εκείνοι ήταν οι βλαστοί της Δρακογενιάς, σύμφωνα με τη στιχουργική εκπυρσοκρότηση του πατρός Παππά το 2016, στα γενέθλια του Αλέξη Τσίπρα. Κουβαλούσαν άρον άρον τη μυθολογία της Αριστεράς και την υπόσχεση για μια ρελάνς της Ιστορίας. Κατέφθαναν με το ηθικό πλεονέκτημα υπό μάλης για να προβούν στις απαραίτητες «διορθώσεις» και να οδηγήσουν τον λαό στο ξέφωτο. Ολα θα ξεκινούσαν με υπόκλιση στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής (πριν συνεχιστούν με αγκαζάρισμα στον Πάνο Καμμένο). Το ήθος που κληρονομούσαν οι βλαστοί ήταν μιας Αριστεράς που ηγεμονεύει μέσω της θυματοποίησης και της καταγγελίας. Μαζί με τα νάματα της Δρακογενιάς, λοιπόν, κληρονομούσαν τον μανιχαϊσμό της, το αυτοτροφοδοτούμενο παράπονο, την απείθεια στις αλλαγές, τη σαγήνη της κοινωνικής αντάρας.

Ως βλαστοί, ωστόσο, τα μέλη του κλειστού κλαμπ έπρεπε να σκηνοθετήσουν το «νέο». Από τον Νίκο Παππά και τη Ρένα Δούρου ως τον Δημήτρη Τζανακόπουλο, τον Νάσο Ηλιόπουλο, την Εφη Αχτσιόγλου και την Κατερίνα Νοτοπούλου. Με φωτεινά άσπρα πουκάμισα, αγραβάτωτη διαπραγματευτική περηφάνεια, σακίδια της μποεμίας και φτιασιδωμένο διάκοσμο στο Instagram. Στη σκηνοθεσία ήταν που συνέβη το ατύχημα, επειδή οι νεοφώτιστοι αμέλησαν σημαντικό κανόνα του θεάματος: για να πετύχει το κοντινό, πρέπει να υπονοείται βάθος. Διαφορετικά καταλήγει σαν ζωγραφισμένος μουσαμάς που υποκαθιστά εκδοτήρια σε στάση του μετρό. Να το πούμε κι αλλιώς; «Ξόανα επίσημα και σοβαροφανή· τρισβάρβαρα τα ελληνικά των».

Το «νέο» δεν επιδίωκε απλώς την υπέρβαση του «παλιού». Ζητούσε την απαξίωσή του μέσω της κοινωνικής μνησικακίας. Εργαλειοποίησε τα διαθέσιμα στερεότυπα -από τις περιβόητες «λίστες» ώς τα πατρογονικά σπίτια και τις ελίτ – πριν περάσει στους διαβόητους αρμούς. Οι απέναντι ήταν επίσης βλαστοί, αλλά μιας «πολιτικής ολιγαρχίας» που λυμαινόταν τον τόπο ήδη από την εποχή της ΕΡΕ (ειδικά κατά την πολάκειο πατριδογνωσία χρονολογούνταν στην περίοδο Κολοκοτρώνη). Κουβαλούσαν ιστορικό άγος, όφειλαν να εξαγνιστούν μέσα στην αρένα και να απολογούνται εσαεί για τον ευρωπαϊσμό ή τον φιλελευθερισμό των ιδεών. Ακόμη κι έτσι, το μπούμερανγκ όντως επέστρεψε: καταγγέλλοντας συνεχώς την πολυτέλεια των άλλων οι βλαστοί της Δρακογενιάς έφτασαν κάποια στιγμή να απολογηθούν για σκαφάτες διακοπές, προνόμια και ντόλτσε βίτα πλάι στο κύμα. Μπήκαν στο κάδρο με τα «μαγαζιά», τους μπροστινούς και την πίσω πλευρά του αριστερού πλεονεκτήματος. Από το ξέφωτο της ελπίδας είχαν φτάσει στον χερσότοπο των ματαιωμένων υποσχέσεων – στα βοσκοτόπια με τις προσωπικές ατζέντες.

Αποκαλυπτήρια

Το τελευταίο διάστημα της πολιτικής επικαιρότητας μοιάζει με ετεροχρονισμένα αποκαλυπτήρια. Η Εφη Αχτσιόγλου μίλησε χωρίς το εξουσιαστικό φωτοστέφανο και έμοιαζε να βάζει λεζάντα σε τακτική ανταρτοπολέμου: «Οι ρωγμές που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη λόγω της πανδημίας να μπορέσουν να οδηγήσουν σε μια μεγαλύτερη, ουσιαστικότερη πολιτική αλλαγή… Είναι πραγματικά μια ευκαιρία αυτή… η κανονικότητα δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά». Ο Νίκος Παππάς αναζωπύρωσε τις αιτιάσεις για ποδηγέτηση των «αρμών», με πολιορκητικό κριό τα ΜΜΕ. Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος εκπυρσοκρότησε ανά διαστήματα σαν αυτόματο σε προκαθορισμένη λειτουργία ανάφλεξης. Ο Νάσος Ηλιόπουλος επιδίδεται στην αντιπολίτευση των social media και η Κατερίνα Νοτοπούλου σε εκείνη των τσουρεκιών. Το «καινούργιο» μοιάζει ήδη θαμπό. Στρέφεται στο βαθύ κράτος της κοινωνικής δικτύωσης αναπαράγοντας ψεκαστικές αναρτήσεις. Ολα υποδηλώνουν τη βαθύτερη παθογένεια: το έλλειμμα αφηγήματος πέρα από το αντιμνημόνιο και την απομάκρυνση από το πολιτικό Κέντρο.

Η αλήθεια είναι ότι δεν δώσαμε τη σημασία που έπρεπε στη δεύτερη λέξη με την οποία ο πατήρ Παππάς αποτελείωνε εκείνο το ποιητικό σκαρίφημα: «Κι εσείς δρακογενιάς βλαστοί/τιμονιέρηδες». Γλώσσα λανθάνουσα, θα αναφωνήσουν οι πιο υποψιασμένοι κοιτάζοντας προς τη μαοϊκή εργαλειοθήκη. Αλλά και χωρίς τα σημαινόμενά της η λέξη βούλιαζε από την αλαζονεία που εξέπεμπε. Η χώρα δεν χρειαζόταν αριστερούς πιονέρους, αλλά πολιτικούς που μπορούσαν να διαχειριστούν το τραύμα της οικονομικής κρίσης. Δεν χρειαζόταν σίγουρα καθοδηγητές με ιδεολογική νομιμοποίηση στην ήττα ή το κλέος της αδύνατης επανάστασης. Ούτε βερμπαλισμούς και άσματα επινίκια που έφτασαν να γίνουν «πρόγραμμα». Οι τιμονιέρηδες ήταν ένας αναχρονισμός και πρόδιδε την αδυναμία πολιτικής πρότασης. Για να αποφύγουν την τρικυμισμένη θάλασσα οι βλαστοί επέστρεφαν στην ασφάλεια της νεανικής κατήχησης. Τότε που ο πρωτοβλαστός κορφολογούσε από τους μεγάλους τιμονιέρηδες της Ιστορίας: «Η σκέψη του Μάο – όχι ο Μάο ως προσωπικότητα, όχι ο Μάο ως διοίκηση, όχι ο Μάο ως καθεστώς αλλά η σκέψη του Μάο – σε πολλά σημεία της αξίζει» έλεγε στη συνέντευξη των «Schooligans» το 2008. «Μπορεί τα κομμουνιστικά καθεστώτα να είχαν αυτό το τεράστιο έλλειμμα ελευθερίας, αλλά τουλάχιστον είχαν στο κέντρο της σκέψης τους τον άνθρωπο». Οι βλαστοί της Δρακογενιάς ήταν τελικά και κρυπτοανθρωπιστές.