Προσπάθειες επαναπροσδιορισμού της φυσιογνωμίας της ΝΔ και μία (σταθερά κεντρώα) στροφή για την εμπέδωση ενός πολυσυλλεκτικού χαρακτήρα στο κόμμα διαβλέπουν σταθεροί συνομιλητές του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθ’ οδόν προς τη διαμόρφωση ενός νέου τοπίου αναγκών, προκλήσεων και απαιτήσεων, εντός και εκτός συνόρων, μετά την υγειονομική κρίση. Οι πρόσφατες αναφορές του Πρωθυπουργού σε μια πιο «πρακτική» και «προοδευτική» Κεντροδεξιά και μάλιστα ενώπιον του σοσιαλδημοκράτη ισπανού ομολόγου του, Πέδρο Σάντσεθ, λειτουργούν, για πολλούς, ως ισχυρή τροχιοδεικτική βολή για την αναδιαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας της επόμενης μέρας, με τρόπο που θα μπορούσε να «μετασχηματίσει» το προφίλ της ΝΔ, επηρεάζοντας ευρύτερα τους συσχετισμούς στο πολιτικό σκηνικό.
Προς το παρόν το σίγουρο σε ό,τι αφορά τον προσανατολισμό του Πρωθυπουργού απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους του είναι ότι κρατά ψηλά τη σημαία των μεταρρυθμίσεων, επενδύοντας ταυτόχρονα όλο και περισσότερο στην κοινωνική ατζέντα, θέλει να αναδεικνύει σε συγκεκριμένα πεδία τις διαφορές – ιδεολογικές αλλά και πρακτικών – της ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ και επιδιώκει ανοίγματα σε κοινωνικές ομάδες με «γέφυρες» κυρίως προς τους ψηφοφόρους του Κινήματος Αλλαγής.
Το εγχείρημα της ενίσχυσης μιας «προοδευτικής» ΝΔ, που θα πετύχει συνθέσεις «και τις αλλαγές που απαιτούνται» κατά τον Μητσοτάκη, «σε ένα άρδην μεταβαλλόμενο τοπίο», θα κριθεί, σύμφωνα με κομματικά στελέχη, (και) από δύο παραμέτρους: η μία είναι η διαχείριση εσωτερικών συγκρούσεων και η άλλη αφορά την ικανότητα της κυβέρνησης να καλύπτει διαρροές ή φθορά βρίσκοντας «ευήκοα ώτα» σε αρκετές άλλες δεξαμενές. Από την άλλη υπάρχουν και εκείνοι που δεν συμφωνούν ότι επιχειρείται πολιτική μεταστροφή και μιλούν για συνέπεια στην κατεύθυνση που χάραξε ο Μητσοτάκης όταν εκλέχθηκε πρόεδρος της ΝΔ, αντιπαραθέτοντας τη μετριοπάθεια και τη λογική στον «λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ».
Ανακατατάξεις προσώπων και «φρέσκο» καταστατικό
Το εμφανέστερο στίγμα «μετασχηματισμού» της ΝΔ, όπως οι περισσότεροι αναμένουν, θα δοθεί στο 14ο Συνέδριο του κόμματος, πιθανότατα τον προσεχή Δεκέμβριο, με επικείμενες ανακατατάξεις προσώπων αλλά και μέσα από νέο καταστατικό. Στελέχη που βρίσκονται κοντά στον Μητσοτάκη προεξοφλούν στοχευμένες αλλαγές στην κατεύθυνση η Πειραιώς να δείξει στα μάτια της κοινωνίας ότι εναρμονίζεται με τα δεδομένα της νέας εποχής. Πέντε χρόνια πριν άλλωστε ο ίδιος, ως νεοεκλεγείς πρόεδρος της ΝΔ, έθετε ως προτεραιότητα τη «μετάλλαξη» του κόμματος σε οργανωτικό και λειτουργικό επίπεδο, μέσα από τροποποίηση του καταστατικού, φιλοδοξώντας συνολικά μία ανανεωμένη εικόνα για τη γαλάζια παράταξη. Πλέον το «κλειδί» για τις εξελίξεις θα είναι τόσο τα πρόσωπα που θα αναδειχθούν στη νέα Πολιτική Επιτροπή της ΝΔ (το ανώτατο συλλογικό κομματικό όργανο) όσο και η πολιτική ατζέντα που θα οριστικοποιηθεί στους επόμενους μήνες για τις συζητήσεις του Συνεδρίου.
Τα ίδια στελέχη διαβλέπουν «ευνοϊκή συγκυρία» για μετακίνηση της παράταξης σε «πιο φρέσκια ατζέντα, ακόμα και σε μέχρι χθες “άπιαστα” κεφάλαια για τη ΝΔ που τα αντιμετώπιζε φοβικά», έχοντας την πεποίθηση ότι ο Πρωθυπουργός διευρύνει με αυτό τον τρόπο «την αποδοχή και τον βηματισμό του» σε νέες κοινωνικές δεξαμενές. Λέει πολλά και μόνο η βούληση να πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε φέτος το Συνέδριο της ΝΔ (λίγους μήνες μετά τη συμπλήρωση των δύο ετών διακυβέρνησης) με κοινωνικό και μεταξύ άλλων «πράσινο» προσανατολισμό. Ηδη εξετάζονται, σύμφωνα με πληροφορίες, σενάρια για την ψηφιακή διοργάνωσή του, εφόσον χρειαστεί (κάτι που πέρυσι έπιασε απροετοίμαστους τους κομματικούς μηχανισμούς). Συγκεκριμένα σε περίπτωση τυχόν δυσάρεστων εξελίξεων στην υγειονομική κρίση, που δεν θα επέτρεπαν ούτε φέτος μία διά ζώσης κομματική εκδήλωση, θα ακολουθηθούν διαδικασίες e-voting (όπως εκλέχθηκε πιο πρόσφατα ο Αρμιν Λάσετ νέος πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών στη Γερμανία) καθώς και διαδικτυακές παρεμβάσεις. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση δεν προβλέπεται ολοκλήρωση του 2021 χωρίς γαλάζιο Συνέδριο.
«Εκπαιδεύοντας» το κομματικό ακροατήριο
Οσο για τις εσωκομματικές αντιδράσεις απέναντι σε σειρά θεμάτων που ο Πρωθυπουργός δείχνει αποφασισμένος να επενδύσει πολιτικά, ακόμα και αν δεν αποτελούσαν ποτέ «εύκολα» πεδία για τη ΝΔ, εκτιμάται ότι θα επιχειρηθεί διαχείρισή τους ενόσω ο Μητσοτάκης διατηρεί την πολιτική κυριαρχία του. Πιθανώς αυτό να εννοούν οι συνομιλητές του όταν μιλούν για τη δεδομένη «ευνοϊκή συγκυρία». Εξάλλου από τα στελέχη της Πειραιώς περνά και η σχετική προετοιμασία του κομματικού ακροατηρίου – «πρέπει να το “εκπαιδεύουμε”» λέει με νόημα στέλεχος – για πολιτικές που προωθεί η κυβέρνηση.
«Πριν από μερικά χρόνια, ναι, ίσως να είχαμε σοβαρό εσωκομματικό πρόβλημα αμέσως μόλις βλέπαμε, για παράδειγμα, να συστήνεται ειδική επιτροπή για μία εθνική στρατηγική για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+», κατά την ίδια πηγή, «ή αν μπαίναμε τόσο βαθιά σε άλλα ευαίσθητα κοινωνικά θέματα – ταμπού, όπως τα εργασιακά ή το οικογενειακό δίκαιο, που καμία κυβέρνηση δεν είχε κάνει μέχρι σήμερα από τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ». Είναι χαρακτηριστικές οι λέξεις «τόλμη, ωριμότητα και ρεαλισμός» που επέλεξε εντός της εβδομάδας ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο μήνυμά του για την Ημέρα κατά της Ομοφοβίας, Αμφιφοβίας και Τρανσφοβίας (ενόσω ο ΣΥΡΙΖΑ τον κατηγορεί για «υποκρισία» στο συγκεκριμένο κεφάλαιο), θέλοντας ωστόσο να δείξει ευρύτερα σε έναν δρόμο προόδου για τη χώρα. «Αξιοποιώντας παντού τον πλούτο της διαφορετικότητας», όπως ανέφερε, «ξεπερνώντας μισαλλόδοξες αγκυλώσεις, προάγοντας την ανοχή και τη συνεργασία όλων των πολιτών».
Το «αποτελεσματικό» κράτος, οι ΣΔΙΤ και η πράσινη ατζέντα
Πέραν των αναμενόμενων εξελίξεων από τις εργασίες της επιτροπής για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ με πιο σημαντική εκκρεμότητα τις πολιτικές απαντήσεις που θα πρέπει να ακολουθήσουν (και άρα τα αντανακλαστικά από τη δεξιά πτέρυγα της ΝΔ), στις αυξανόμενες, τελευταία, παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού τονίζονται επιπλέον κρίσιμα σημεία. Αυτά στα οποία πατάει ο ίδιος προκειμένου είτε να απευθυνθεί στον κεντρώο χώρο (ιδίως με μοχλό τις δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης) είτε να αναδείξει ιδεολογικές διαφορές με την αξιωματική αντιπολίτευση, όπως επιχειρείται με το νομοσχέδιο για τα εργασιακά, αφού αποτελεί και για τους κυβερνητικούς έναν «πόλεμο» με τον ΣΥΡΙΖΑ και σε τέτοιο επίπεδο. Η κεντρώα προσέγγιση του Μητσοτάκη αναδείχθηκε και εντός της εβδομάδας με την αποδοχή της πρότασης της Φώφης Γεννηματά για συζήτηση στη Βουλή για την πράσινη μετάβαση, εν τη απουσία τελικά του Αλέξη Τσίπρα. Πρόκειται για μία από τις ατζέντες που θα κρατήσει ψηλά στον δημόσιο διάλογο ο Μητσοτάκης, σε άμεση συνάρτηση και με το Ταμείο Ανάκαμψης, θέλοντας να καταστεί πολιτικά κυρίαρχος σε ένα πεδίο που παραδοσιακά θεωρείται προνομιακό για την Κεντροαριστερά.
«Είναι η πράσινη μετάβαση ιδεολογική εκ φύσεως; Δεν είμαι σίγουρος» ήταν η στοχευμένη αποστροφή του αρχικά στη συζήτηση με τον ομόλογό του Πέδρο Σάντσεθ στην Αθήνα και έπειτα και στη Βουλή. Αντίστοιχα επιχειρεί να προτάσσει πρωτοβουλίες για κοινωνικά θέματα, ακόμα και αν προσπαθεί να τα αποπλέκει από ιδεολογικές αφετηρίες, αλλά και ζητήματα ανάπτυξης. Απέναντί του, οι επίμονες κατηγορίες από την Κουμουνδούρου για «ιδεοληψίες ΝΔ» και «αποτυχημένες νεοφιλελεύθερες συνταγές» στις οποίες ο Μητσοτάκης φαίνεται ότι θα απαντά στοχευμένα. Από τη Θεσσαλονίκη επέλεξε να αφήσει αιχμές, χωρίς να κατονομάσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως την «πηγή» των αντιστάσεων «που υψώθηκαν στην επιλογή της τότε κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά να συνεργαστούν Δημόσιο και ιδιώτες για να έρθουν στη χώρα μας σημαντικές επενδύσεις».
Είναι σαφές ότι το μοντέλο των ΣΔΙΤ θα υποστηρίζεται σε κάθε ευκαιρία («σήμερα ελάχιστοι αμφισβητούν την ανάγκη αξιοποίησης ιδιωτικών πόρων για έργα τα οποία έχουν δημόσια λειτουργία» κατά τον Μητσοτάκη) ενώ στην ίδια κατεύθυνση είναι χαρακτηριστικές οι πρωθυπουργικές αναφορές στη σημασία ενός «αποτελεσματικού» κράτους. «Στο μυαλό μου η διάκριση μεταξύ μεγάλου και μικρού κράτους δεν έχει σημασία», όπως έλεγε προ ημερών, «πρέπει να είναι παρόν σε μια εποχή που διαταράσσεται αυτό που αποκαλούμε κανονικότητα».