Έτοιμες για τη μεγάλη μάχη με τα κόκκινα δάνεια δηλώνουν τράπεζες και εξειδικευμένες στον τομέα των επισφαλειών εταιρείες, οι οποίες στοχεύουν τα επόμενα λίγα χρόνια να κλείσουν τους λογαριασμούς με το παρελθόν και να συνεισφέρουν το μερίδιό τους στην προσπάθεια της χώρας για επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Οι τραπεζικές διοικήσεις εκτιμούν ότι για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης πριν από 11 χρόνια, είναι διαθέσιμα όλα τα απαραίτητα εργαλεία για την εφαρμογή του σχεδίου μηδενισμού των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, υπό συνθήκες μάλιστα εξαιρετικά υποστηρικτικές στο όλο εγχείρημα.
Όπως επισημαίνουν πηγές από τον κλάδο των διαχειριστών, «την περασμένη δεκαετία τα πιστωτικά ιδρύματα απέτυχαν στην ανακοπή του κύματος των προβληματικών χορηγήσεων για ποικίλους λόγους. Οι κυριότεροι ήταν η έλλειψη τεχνογνωσίας, οι αδύναμες εσωτερικές τους δομές, η συνεχής μείωση των εισοδημάτων λόγω της ύφεσης, οι οριζόντιοι νόμοι προστασίας των δανειοληπτών και η συνεπακόλουθη στρέβλωση της κουλτούρας πληρωμών».
Σήμερα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. «Οι τράπεζες πλέον συνεργάζονται με επαγγελματίες διαχειριστές, η χώρα θα επιστρέψει κατά τα φαινόμενα πολύ σύντομα σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, μετά την πίεση που άσκησε η πανδημία και οι δανειολήπτες έχουν σε μεγάλο βαθμό αντιληφθεί ότι το κρυφτό τελείωσε. Το βασικότερο όμως όλων είναι ότι υπάρχουν λεφτά για την υποστήριξη της διαδικασίας ανάταξης των υπερχρεωμένων, αλλά εν δυνάμει βιώσιμων επιχειρήσεων» υποστηρίζουν οι ίδιο κύκλοι.
Τα κρυμμένα διαμάντια
Στο πλαίσιο αυτό, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη στην αγορά των κόκκινων δανείων που ξεπερνά τα 100 δισ. ευρώ, ετοιμάζονται για την μεταπανδημική περίοδο. Από αυτά, το 60% αφορά σε νομικά πρόσωπα και το υπόλοιπο 40% σε φυσικά.
Στους ιδιώτες τα πράγματα είναι πιο απλά. Με την κατάργηση και του τελευταίου οχυρού προστασίας της πρώτης κατοικίας, αρχής γενομένης από την ενεργοποίηση του πτωχευτικού κώδικα την 1η Ιουνίου, οι επιλογές είναι δύο. Βιώσιμη ρύθμιση ή ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, εφόσον δεν θεωρείται ευάλωτος, βάση συγκεκριμένων κριτηρίων.
Το μεγάλο στοίχημα όμως που μπορεί να δώσει σημαντική ώθηση στην πραγματική οικονομία είναι η αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιχειρηματικών χορηγήσεων. Σύμφωνα με στέλεχος εταιρείας διαχείρισης, μέσα στον κουβά των 60 δισ. ευρώ, κρύβονται επιχειρήσεις με σημαντικές προοπτικές ανάκαμψης και επιστροφής στην κανονικότητα, υπό την προϋπόθεση ότι η προσπάθεια ανασύνταξης θα στηριχθεί με νέα κεφάλαια.
Μάλιστα, ορισμένοι servicers λειτουργούν και ως σύμβουλοι των επιχειρήσεων που πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις, διευκολύνοντας τη χρηματοδότησή τους από αναπτυξιακά προγράμματα και τη χάραξη μίας νέας στρατηγικής ανάπτυξης. Επίσης εξετάζουν κατά περίπτωση και τη δυνατότητα αναχρηματοδότησης του υφιστάμενου χρέους με καλύτερους όρους, διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό την πορεία προς την εξυγίανση.
Ο γεμάτος «κουμπαράς»
Αυτήν την περίοδο, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις δηλώνουν περισσότερο αισιόδοξες από ποτέ, καθώς εκτός των άλλων η δυνατότητα των δανειοληπτών να αποπληρώσουν τα ρυθμισμένα χρέη τους έχει ενισχυθεί σημαντικά. Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι στο α΄ πεντάμηνο του 2021 οι εισπράξεις τους έχουν αυξηθεί κατά 20% σε σχέση με πέρυσι παρά την ύφεση.
Σε αυτό βοήθησε καταλυτικά η αύξηση των αποταμιεύσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας, λόγω μεταξύ άλλων των κρατικών μέτρων στήριξης και του αναγκαστικού περιορισμού της κατανάλωσης και των δαπανών. «Γενικά βλέπουμε τους τελευταίους μήνες ένα μεγάλο ποσοστό των ρυθμισμένων δανείων που δεν βρίσκονται σε αναστολή, να εξυπηρετούνται κανονικά» τονίζουν από μεγάλο servicer. Θέλουν δηλαδή οι οφειλέτες, έχοντας την απαιτούμενη ρευστότητα, να ξεμπερδεύουν με το άνοιγμά τους και να μην δημιουργήσουν νέες εστίες καθυστερήσεων, ενόψει και της πλήρους απελευθέρωσης των πλειστηριασμών.
Υποστηρικτικά στην ενίσχυση των εσόδων λειτουργεί έως σήμερα και το πρόγραμμα Γέφυρα για φυσικά πρόσωπα, μέσω του οποίου καλύπτεται ένα μεγάλο μέρος της δόσης για 9 μήνες. Ως εκ τούτου υπάρχει ισχυρό αντικίνητρο στο δανειολήπτη να μην καλύψει τη δική του συμμετοχή, καθώς κινδυνεύει άμεσα να τα χάσει όλα. Θα ακολουθήσει, στην ίδια λογική το Γέφυρα ΙΙ για επαγγελματίες και επιχειρήσεις.
Ποιοι παραμένουν στο απυρόβλητο από τους πλειστηριασμούς
Οι πλειστηριασμοί μετά την επαναλειτουργία των δικαστηρίων έχουν ξεκινήσει. Σε αυτή τη φάση πραγματοποιούνται όσοι ήταν σε ώριμο στάδιο πριν την πανδημία και πάγωσαν. Ωστόσο, σταδιακά οι αναγκαστικές εκτελέσεις θα αυξάνονται, καθώς το σύστημα θα απελευθερώνεται.
Σύμφωνα με πηγές από τον κλάδο, μέχρι το τέλος του 2021 αναμένεται να βγουν στο σφυρί 10.000 ακίνητα όλων των κατηγοριών και το 2022 17.000 ακίνητα. Πρόκειται για προγραμματισμένους πλειστηριασμούς που ήταν μέχρι πρότινος παγωμένοι. Σημειώνεται πάντως στα μεγέθη αυτά δεν περιλαμβάνονται αναγκαστικές εκτελέσεις που δεν έχουν ακόμη δρομολογηθεί.
Η επανέναρξη των πλειστηριασμών πάντως δεν σημαίνει ότι καταργείται κάθε είδος προστασία. Στόχος της κυβέρνησης ήταν να ενεργοποιήσει το νέο φορέα που θα αποκτά την πρώτη κατοικία ευάλωτων νοικοκυριών, ώστε να παραμείνουν σπίτι τους με ενοίκιο και να έχουν δικαίωμα επαναγοράς τους σε 12 χρόνια.
Αργεί ο φορέας
Ωστόσο ο σχετικός μηχανισμός δεν είναι ακόμη έτοιμος. Όπως εκτιμά τραπεζική πηγή, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί νωρίτερα από το Πάσχα του 2022. Τι θα γίνει λοιπόν με τους πλειστηριασμούς έως τότε; Σύμφωνα με το ίδιο στέλεχος, οι ευάλωτοι όπως ορίζονται από το νέο πτωχευτικά κώδικα θα μείνουν στο απυρόβλητο.
Οι τράπεζες έχουν υποβάλλει αίτημα στην κυβέρνηση να εισπράττουν από το κράτος, σε αυτό το μεταβατικό στάδιο, το στεγαστικό επίδομα που δικαιούνται τα νοικοκυριά, από τη στιγμή που παραμένουν στο ακίνητό τους.
Εξάλλου, θα δημιουργήσουν οικειοθελώς ένα πλέγμα προστασίας για οφειλέτες με σοβαρά οικονομικά προβλήματα ή θέματα υγείας, η πρώτη κατοικία των οποίων δεν ξεπερνά σε αξία τις 100.000 – 150.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι διαχειριστές ευελπιστούν πως σύντομα θα ξεκαθαρίσει το τοπίο. Κι αυτό διότι αν δεν ανεβάσουν ρυθμούς οι ανακτήσεις, θα χαθεί έδαφος. Έτσι, όχι μόνο θα κληθούν οι ίδιοι να υποστούν ποινές στα τιτλοποιημένα δάνεια, αλλά κάτι τέτοιο θα έχει και αρνητική επίδραση στην προσπάθεια επιστροφής σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έχουν ζητήσει από τον υφυπουργό Οικονομικών Γιώργο Ζαββό να επεκταθεί το χρονικό διάστημα εξάλειψης των αποκλίσεων από τους στόχους, από τα 2 στα 3 χρόνια. Ωστόσο, όπως ενημερώθηκαν το αίτημα απορρίφθηκε από την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp).