Κάθε βήμα που θα μπορούσε να ενισχύσει το κυβερνητικό αφήγημα για «αποφασιστική επάνοδο» σε μια νέα κανονικότητα, η οποία άλλωστε θέτει επί ποδός για χάραξη στρατηγικής όλα τα κομματικά επιτελεία, επισπεύδει το Μαξίμου, ανοίγοντας πλέον σε αυτή την κατεύθυνση και το κεφάλαιο των μόνιμων προσλήψεων. Το βάρος πέφτει στοχευμένα σε τομείς που προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδείκνυε με δεσμεύσεις του στην προ κορωνοϊού περίοδο (ενδεικτικά η παιδεία, η υγεία αλλά και η ασφάλεια), με την πεποίθηση ότι θα δοθεί προς τους πολίτες χειροπιαστό στίγμα ετοιμότητας για την εφαρμογή του κυβερνητικού σχεδιασμού και συνέπειας με τις κατά καιρούς εξαγγελίες που έδειχναν και σε μια μεταμνημονιακή εποχή.
Στο κυβερνητικό επιτελείο φιλοδοξούν συγκεκριμένα να εμπεδώσουν στα μάτια της κοινωνίας (εντός του καλοκαιριού και σίγουρα πάντως στις αρχές του φθινοπώρου) την εικόνα αλλαγής σελίδας της χώρας, ανοίγοντας κύκλο πολιτικών πρωτοβουλιών και σηματοδοτώντας ότι κλείνει εκείνος της διαχείρισης κρίσεων και οικονομικοκοινωνικών πιέσεων. Στο πλαίσιο αυτό, με διαφορά λίγων 24ώρων την περασμένη εβδομάδα, επανήλθαν στο προσκήνιο οι δεσμεύσεις του Μητσοτάκη – όπως είχαν διατυπωθεί και στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης στο τέλος Ιουλίου του 2019 – για ενίσχυση μέσα από μόνιμους διορισμούς τόσο του Εθνικού Συστήματος Υγείας όσο και της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή του Πρωθυπουργού για την Παιδεία ότι «θα αρχίσει να κλείνει η πληγή των αναπληρωτών για πρώτη φορά έπειτα από 12 χρόνια», ως έμμεση αναφορά στις δρομολογούμενες 10.500 προσλήψεις, συνολικά για φέτος και το 2022. Αντίστοιχα τα υπουργεία Υγείας και Εσωτερικών έδειξαν προς την προκήρυξη διαγωνισμού μέσω ΑΣΕΠ για 4.000 μόνιμους νοσηλευτές. Αυτός αναμένεται να τρέξει τον προσεχή Σεπτέμβριο, με πρόβλεψη για μεγαλύτερη προτεραιότητα σε όσους έχουν υπηρετήσει ως επικουρικοί στην περίοδο της υγειονομικής κρίσης – με φόντο προφανώς και εδώ τη δέσμευση Μητσοτάκη ότι με το τέλος της πανδημίας «θα ξεκινήσει το χτίσιμο του νέου ΕΣΥ».
Πάντως πέρα από την αγωνία της κυβέρνησης να δείχνει εμφατικά προς το «άνοιγμα» μιας νέας δεκαετίας, χωρίς τους περιορισμούς ή και τις νοοτροπίες της προηγούμενης, εντείνονται και οι πιέσεις προς τους κυβερνητικούς παράγοντες με αιτήματα, επιστολές και αυξανόμενες διαμαρτυρίες για άμεση κάλυψη κενών στο Δημόσιο με επιπλέον μόνιμο προσωπικό. Προς το παρόν τρέχει ο κύκλος κινητικότητας, στον οποίο επιμένει η κυβέρνηση και τον αντιμετωπίζει ως κρίσιμο «εργαλείο» για τον προγραμματισμό προσλήψεων. Εξάλλου θέλει να πετύχει μια σταθερή, ετήσια σύνδεση μεταξύ των δύο διαδικασιών. Η πολιτική που δείχνει να χαράσσει η κυβέρνηση είναι αυτή της κάλυψης αναγκών με ανώτατο πλαφόν στο έκτακτο προσωπικό και με προγραμματισμό μόνιμων προσλήψεων, σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές του υπουργού Μάκη Βορίδη από το βήμα της Βουλής, από όπου δεσμεύτηκε να ξεκαθαρίσει το θέμα των αιτημάτων των ΟΤΑ ειδικά για τον τομέα της καθαριότητας ως τον Σεπτέμβριο.
Η φορολογία
Ταυτόχρονα το Μαξίμου επιδιώκει με κάθε ευκαιρία αφενός να προτάσσει τη δέσμευση ότι δεν θα πάρει πίσω την πολιτική της μείωσης της φορολογίας, ενόσω πάντως στην οικονομία θα αρχίσει να υποχωρεί η κρατική στήριξη (με επιδόματα, έκτακτα πακέτα που κρίθηκαν αναγκαία στην πανδημική περίοδο), αφετέρου να προβάλλει κάθε εργαλείο που θα ενισχύει τις προσπάθειες ανάκαμψης: από το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» για την επιχειρούμενη επιτάχυνση μεγάλων έργων και μεταρρυθμίσεων με την ελπίδα για πρώτες εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης μετά τον Ιούλιο, μέχρι το ΕΣΠΑ, την ένταξη έργων στο πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης» της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τη γρήγορη προώθηση νομοθετημάτων. Τη συνολική εικόνα που το Μαξίμου παλεύει να περάσει προς τους πολίτες συμπυκνώνει η φράση του Πρωθυπουργού στους «Financial Times» περί μεταρρυθμίσεων. «Δεν τις κάνουμε επειδή κάποιος μας το ζήτησε», είχε πει, «αυτή ήταν η νοοτροπία επί δέκα χρόνια και νομίζω ότι λαθέψαμε σε αυτό».