«Καπνός» έγιναν οι ελπίδες των Κινέζων πως η νέα εποχή Μπάιντεν θα φέρει ριζική μεταστροφή της στάσης του Λευκού Οίκου έναντι του Πεκίνου, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος, πιεζόμενος και από το Κογκρέσο, δεν φαίνεται να χαλαρώνει την πίεση.
Τρανταχτό παράδειγμα το «καυτό» ζήτημα της επίμαχης, μαύρης λίστας των κινεζικών, κυρίως τεχνολογικών, επιχειρήσεων, οι οποίες φέρονται να έχουν στενές σχέσεις με τον κινεζικό στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες και στις οποίες οι Αμερικανοί επενδυτές απαγορεύεται να επενδύσουν.
Η λίστα είχε καταρτιστεί από τον Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο της επιθετικής στάσης που είχε υιοθετήσει απέναντι στην Κίνα κλιμακώνοντας το διμερή εμπορικό πόλεμο. Περιλάμβανε δε, μια σημαντική λίστα 31 κινεζικών εταιρειών, από τις οποίες ξεχωρίζουν η China Mobile, η China Telecom, η Hikvision και η China Railway Construction Corp.
To Πεκίνο ήλπιζε πως ο Τζο Μπάιντεν θα καταργούσε το απαγορευτικό ή έστω θα προχωρούσε σε ριζική τροποποίηση της λίστας. Όμως, σύμφωνα με δημοσιεύματα, όπως του Bloomberg, μέσα στην εβδομάδα ο κ. Μπάιντεν με προεδρικό διάταγμα θα τροποποιήσει το διάταγμα Τραμπ, αλλά όχι με τον τρόπο που οι Κινέζοι ήλπιζαν.
Η λίστα δεν αναμένεται να αλλάξει, τουλάχιστον όχι δραστικά. Όμως, το χειρότερο είναι πως η νέα ντιρεκτίβα θα μεταφέρει τον έλεγχο της λίστας, από το υπουργείο Άμυνας, στο υπουργείο Οικονομικών, γεγονός που μεταφράζεται σε πιθανή δρομολόγηση τιμωρητικών οικονομικών κυρώσεων και προστίμων, σε περίπτωση που εντοπιστούν παραβάσεις.
Παράλληλα, η αγορά αναμένει να διαπιστώσει, αν το νέο προεδρικό διάταγμα θα διευρύνει το απαγορευτικό και για θυγατρικές των ομίλων που έχουν μπει στο στόχαστρο.
«Η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει να αντιδρά τολμηρά μπλοκάροντας το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα από την απόπειρα του να διεισδύσει οικονομικά στη βιομηχανική μας βάση. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στην Κίνα να αλλοιώσει την ανωτερότητα του αμερικανικού στρατού» ανέφερε σε προ ημερών μήνυμα της, προς τον Λευκό Οίκο, αναφορικά με το θέμα, διακομματική ομάδα Γερουσιαστών υπό τον Δημοκρατικό Γερουσιαστή Μαρκ Κέλι και τον Ρεπουμπλικανό Γερουσιαστή Τομ Κότον.
Δεν είναι τυχαίο πως βλέποντας τα… δύσκολα το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασε ήδη από σήμερα διαμηνύοντας πως «το απαγορευτικό υπονομεύει την ομαλή λειτουργία της αγοράς» και πως «προκαλεί ζημιά στα συμφέροντα των διεθνών επενδυτών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι Αμερικανοί επενδυτές».
Η προοπτική νέας όξυνσης στις, ήδη ευάλωτες, σινοαμερικανικές σχέσεις προκάλεσε ανησυχία και στην αμερικανική αγορά, πυροδοτώντας κλυδωνισμούς στο χρηματιστήριο.