Ηεπιστροφή του θρυλικού καταδιωκτικού αεροσκάφους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου Spitfire MJ755, προχθές, στο Τατόι, απέδειξε για ακόμη μία φορά ότι πίσω από φοβερές κατασκευές, είναι πάντα οι άνθρωποι. Αυτοί γράφουν την ιστορία. Παρών στην υποδοχή του αεροσκάφους στην αεροπορική βάση της Δεκέλειας ήταν και ο 101 ετών πτέραρχος ε.α. Κωνσταντίνος Χατζηλάκος. Ο πιλότος «θρύλος» της ελληνικής ιστορίας και της Πολεμικής Αεροπορίας που είχε εκτελέσει εκατοντάδες αποστολές με το Spitfire κατά τη διάρκεια πολέμου.

Αν μπορούσε, όπως εξομολογήθηκε στα «ΝΕΑ», θα ήθελε και τώρα να πετάξει ξανά μ’ αυτό το αεροσκάφος. «Πετούσα με το Spitfire για περίπου 10 χρόνια. Οταν βλέπω το cockpit του είναι τόσο γνώριμο που θα μπορούσα να έσπρωχνα τη μανέτα του γκαζιού και να απογειωθώ. Αλλά βέβαια τώρα, στα 101 μου χρόνια, αυτό μπορώ μόνο να το ονειρεύομαι…».

Η ζωή και η ιστορία του Κωνσταντίνου Χατζηλάκου, που αποτελούν και ιστορία της Ελλάδας, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το Spitfire.  Με αυτό επιχειρούσε από τις ακτές της Βόρειας Αφρικής πολεμώντας κατά του ναζισμού για την ελευθερία της Ελλάδας. Η τελευταία φορά που πέταξε με Spitfire ήταν το 1953 όταν τα αεροσκάφη παροπλίστηκαν.

Η οδύσσεια ενός πιλότου

Η συγκίνησή του ήταν εμφανής προχθές, όταν είδε τον «πιστό του φίλο» να ξαναπετά. Ομως δεν ήταν το Spitfire που του προκάλεσε τη μεγαλύτερη συγκίνηση αλλά ο χώρος του αεροδρομίου του Τατοΐου. «Με πήγε πίσω στο 1940, όταν με το ξέσπασμα του Πολέμου κατετάγην στη Σχολή Ικάρων. Εκεί φάγαμε και τους πρώτους βομβαρδισμούς».

Από το βομβαρδισμένο Τατόι είχε ξεκινήσει η περιπετειώδης Οδύσσειά του. Αργος, Κρήτη, Παλαιστίνη, Αίγυπτος, Σουδάν, Ροδεσία, Νότιος Αφρική και τέλος στην «αφιλόξενη και ανελέητη λιβυκή έρημο». Από εκεί, υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο της RAF, ο Κωνσταντίνος Χατζηλάκος μαζί με τις ελληνικές πολεμικές μοίρες – η 13η με τα Baltimore, η 335 και η 336 με τα Hurricane και Spitfire – επιχειρούσαν για την ελευθερία.

Εχει στο ενεργητικό του πάνω από 250 πολεμικές αποστολές και τρεις αναγκαστικές προσγειώσεις. Αλλά για εκείνον η δυσκολότερη ήταν μετά τον Πόλεμο, το 1946. Ως διοικητής της πρώτης μεταπολεμικής Μοίρας Ικάρων έπρεπε να ενημερώσει μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα την οικογένεια του άτυχου χειριστή. «Εχουν περάσει 75 χρόνια από τότε. Δεν μπορώ να ξεχάσω την απερίγραπτη έκφραση πόνου στα μάτια της μάνας και τη σπαρακτική κραυγή οδύνης όταν είπε “Θεέ μου το παιδί μου”…».