Ψυχή φευγάτη
Δε σε γνωρίζει ο ταύρος κι η συκιά
τ’ άλογα, τα μυρμήγκια του σπιτιού σου,
δε σε γνωρίζει η νύχτα και τ’ αγόρι,
γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα.
Δε σε γνωρίζει η πέτρα η πλαγιασμένη,
το μαύρο ατλάζι μέσα του που λιώνεις,
δε σε γνωρίζει η μνήμη σου η σβησμένη,
γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα.
Χινόπωρο θα ’ρθεί με σαλιγκάρια,
σταφύλια ομίχλης, όρη αγκαλιασμένα,
όμως κανείς δε θα σε ιδεί στα μάτια,
γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα.
Γιατί είσαι πια νεκρός, νεκρός για πάντα,
σαν όλους τους νεκρούς εδώ στη Γη,
σαν όλους τους νεκρούς που λησμονιούνται
με τα σκυλιά τα ψόφια στοιβαγμένοι.
Κανείς δε σε γνωρίζει πια. Μα εγώ σε τραγουδάω.
Γι’ αυτούς που θα ’ρθουν τραγουδώ τη χάρη κι ομορφιά σου.
Τη μεστωμένη γνώση σου, του νου τη φρονιμάδα.
Τη δίψα σου για θάνατο, τη γέψη των χειλιών του.
Τη θλίψη που είχε μέσα της η γελαστή χαρά σου.
Χρόνια θ’ αργήσει να φανεί, αν θα φανεί ποτέ του,
τέτοιος καθάριος, ζωντανός, ζεστός Ανδαλουσιάνος
Την αρχοντιά του τραγουδώ με λόγια που στενάζουν
κι έν’ αεράκι οπού ’κλαιγε στα λιόδεντρα θυμάμαι.
*Απόσπασμα από την ελεγειακού χαρακτήρα ποιητική σύνθεση «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας»(1935) του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (μτφρ Νίκου Γκάτσου). Ο Μεχίας ήταν φίλος του Λόρκα και μεγάλος ταυρομάχος, ο οποίος έχασε τη ζωή του σε ταυρομαχία το 1934. Παράλληλα, όμως, ήταν και ένας διανοούμενος με γνήσια καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, στο σπίτι του οποίου συγκεντρώνονταν οι σπουδαιότεροι ποιητές του καιρού του.
Ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Federico García Lorca), ένας από τους σημαντικότερους ισπανούς ποιητές και θεατρικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου 1898 στο Φουέντε Βακέρος, ένα χωριό της Ανδαλουσίας, στην επαρχία της Γρανάδας.
Το 1909 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του (ο πατέρας του ήταν εύπορος κτηματίας και η μητέρα του δασκάλα) στην πόλη της Γρανάδας.
Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της πόλης, αλλά το ενδιαφέρον του επικεντρώθηκε σύντομα στη μουσική, τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική.
Μάλιστα, από το 1916 ο Λόρκα είχε ήδη αρχίσει να γράφει τα πρώτα του ποιήματα.
Στη Μαδρίτη, που έγινε ο επόμενος τόπος κατοικίας του, ο Λόρκα γνώρισε μεταξύ άλλων τον Σαλβαντόρ Νταλί και τον Λουίς Μπουνιουέλ, τον πατέρα του σουρεαλιστικού κινηματογράφου.
Στα κατοπινά χρόνια ο Λόρκα ταξίδεψε στην Κούβα και τη Νέα Υόρκη, όπου δέχτηκε τις επιδράσεις των νέων καλλιτεχνικών κινημάτων.
Προικισμένος με εξαιρετική ευαισθησία, ο Λόρκα τραγούδησε στην ποίησή του την ισπανική γη, την ομορφιά της φύσης, το θάνατο, τη χαρά της ζωής, τους τσιγγάνους, την ύπαιθρο και τις πολιτείες της Ισπανίας.
Τα ποιητικά δημιουργήματά του διακρίνονται για τον υψηλό λυρισμό τους, την τρυφερή ερωτική διάθεση και την έντονη μελαγχολία που αποπνέουν.
Ως θεατρικός συγγραφέας ο Λόρκα δημιούργησε έξοχους δραματικούς χαρακτήρες, ιδίως γυναικών.
Ανάμεσα στα θεατρικά έργα του συγκαταλέγονται τα εξής: «Τα μάγια της πεταλούδας», «Μαριάννα Πινέδα», «Η θαυμαστή μπαλωματού», «Ματωμένος γάμος», «Γέρμα», «Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα».
Ο Λόρκα εκτελέστηκε αμέσως μετά το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου, στις 18/19 Αυγούστου 1936, κατά πάσαν πιθανότητα από τους φαλαγγίτες του Φράνκο.
Ο τραγικός θάνατός του συγκλόνισε την Ευρώπη.