Για να λυτρωθούμε οριστικά από τον κορωνοϊό «ο μονόδρομος λέγεται εμβόλιο παρά τις ενδεχόμενες – και δόξα τω Θεώ – ελάχιστες παρενέργειες» ξεκαθαρίζει χωρίς κανέναν δισταγμό ο μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Ανθιμος, από τους πρώτους που μίλησαν για τη σημασία των εμβολιασμών. Στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» μιλάει για τη σχέση των νέων με την Εκκλησία και επισημαίνει πως η Ιεραρχία και οι κληρικοί πρέπει να εκσυγχρονίσουν τον τρόπο και τον λόγο τους. Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών, το 2022, από την ίδρυση της Μητρόπολης Αλεξανδρουπόλεως, λέει ότι πρέπει να εξετάσουμε τη μελλοντική πορεία της σε σχέση με τα ανατολικά και βόρεια σύνορά της.

Ησασταν από τους πρώτους που μιλήσατε για την ανάγκη των εμβολιασμών. Εμβολιαστήκατε; Και τι λέτε σε όσους ακόμη διστάζουν;

Ναι, είναι αλήθεια αυτό, στην περίοδο που η πανδημία φάνταζε ανίκητη και μόνη ελπίδα μας ήταν «κάποιο» εμβόλιο. Τώρα, φυσικά, τα πράγματα πηγαίνουν καλύτερα, «το θηρίο» τιθασεύεται, οι άνθρωποι ξέρουμε να προστατευόμαστε με μάσκες και αποστάσεις, αλλά για να λυτρωθούμε οριστικά, ο μονόδρομος πάλι λέγεται εμβόλιο, παρά τις ενδεχόμενες και – δόξα τῷ Θεῷ – ελάχιστες παρενέργειες. Βεβαίως, εμβολιάσθηκα με το διπλό της Pfizer, πριν τους τροφίμους και τους εργαζομένους των Ιδρυμάτων μας. Δεν το κρύβω ότι είχα κι εγώ δισταγμούς, όμως, έκανα τον σταυρό μου και προχώρησα. Οι Χριστιανοί θα έπρεπε να πρωτοπορήσουμε θυσιαστικά στον εμβολιασμό, ώστε να επιφορτιστούμε εμείς τις όποιες παρενέργειες και έτσι να προστατεύσουμε τους άλλους συνανθρώπους μας. Ισως αυτή η άποψη φαίνεται αλτρουιστική, όμως ο Χριστός είχε πει ότι «δεν υπάρχει μεγαλύτερη αγάπη από το να θυσιάζεται κάποιος για τους φίλους του» (Ἰω. 15,13).

H Εκκλησία θα βγει αλώβητη από την πανδημία;

Αλώβητη δεν θα βγει, αλλά θα βγει κερδισμένη. Κάποτε, ένας σοφός ιεράρχης μού είχε πει ότι «η Εκκλησία ποτέ δεν χάνει, πάντα κερδίζει». Και επειδή τίποτε στην Εκκλησία δεν συμβαίνει «ερήμην» του θελήματος του Θεού, φαίνεται ότι ήταν θέλημά Του «να πάθουμε για να μάθουμε». Φαίνεται πως είχαμε λησμονήσει την ανθρωπολογία της Θεολογίας μας, αλλά και την εκκλησιολογία της Πίστεώς μας. Φαίνεται πως είχαμε ασχοληθεί περισσότερο με «τα βαρύτερα του Νόμου και εγκαταλείψαμε την δικαιοσύνη, την ευσπλαγχνία και την πίστη» (Ματθ. 23,23). Αλληθωρίζαμε προς τα μελλούμενα και δεν αντιγράψαμε την πλούσια σε εφευρετικότητα και χωρίς αδιέξοδα Παράδοσή μας, οπότε, δεν επεκταθήκαμε «ἔμπροσθεν, διώκοντες κατὰ σκοπόν, ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» (Φιλιπ. 3,13-14).

Οπότε τώρα, με τόσα θύματα στον χώρο μας, αν συνεχίσουμε να υψηλοφρονούμε θα βλάψουμε την Εκκλησία. Αν όμως οι Χριστιανοί χαμηλώσουμε το υπερήφανο φρύδι μας, τότε η Εκκλησία μας θα δοξαστεί. Συνήθως, εξαιτίας μας βλασφημείται (Ρωμ. 2, 24).

Τι περισσότερο θα ήθελαν οι νέοι από την Εκκλησία για να έρθουν πιο κοντά της; Τι σας λένε;

Οι νέοι της Πατρίδος μας σήμερα βιώνουν απορία και φόβο. Απορούν για το παρόν και φοβούνται το μέλλον. Την Εκκλησία δεν τη γνωρίζουν αλλά θα ήθελαν πολύ να την εμπιστευθούν. Την εκτιμούν όταν γνωρίσουν την υγιή πλευρά της, οπότε, γι’ αυτή «τη γνωριμία», εμείς χρειάζεται να μοχθήσουμε πολύ. Χρειάζεται να προσγειωθούν και να εκσυγχρονιστούν δύο πράγματα: ο λόγος μας και ο τρόπος μας. Επειδή αυτό μας διδάσκει η μακραίωνη Παράδοσή μας. Η οποία υπάρχει για να απαλλάσσει τους ανθρώπους από ενοχές και τύψεις, για να δίνει χαρά και ελπίδα για ζωή και για να λυτρώνει από τον φόβο του θανάτου. Εξάλλου, αυτό εννοούσε ο απόστολος Παύλος όταν έγραφε ότι «έγινε τα πάντα για όλους, ώστε με κάθε τρόπο να σώσει έστω μερικούς» (Α’ Κορ. 9,22).

Σε ποιους τομείς χρειάζεται «εκσυγχρονισμό» η Εκκλησία;

Συνήθως μας φοβίζει αυτή η λέξη, όταν δεν έχουμε πίστη στο χυμένο Αίμα του Χριστού και όταν δεν εμπιστευόμαστε αρκετά την Παράδοσή μας. Η Εκκλησία, μέσα στη δισχιλιόχρονη πορεία της, έκανε εξαιρετικούς ιστορικούς συμβιβασμούς και ποιμαντικά άλματα, προκειμένου να καθαρίσει πληγές, να σκουπίσει δάκρυα, να διασκεδάσει θλίψεις, να βγάλει από αδιέξοδα, να δώσει χρώμα και ήλιο, να διδάξει αγάπη και ανοχή, να προτείνει ελευθερία και ομορφιά, να δείξει ουρανό και άνοιξη. Γι’ αυτά σταυρώθηκε ο Χριστός και αυτά υπεύθυνα μας παραδίδει η Ορθόδοξη Παράδοσή μας. Οσοι τα φοβούνται, είναι γιατί δεν πιστεύουν «στη ζωή και στο περισσόν ζωής» (Ιω. 10.10).

Ο επόμενος στόχος για τη Μητρόπολη;

Το 2020 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την ενσωμάτωση της Θράκης στον εθνικό κορμό της Ελλάδος, όμως η πανδημία δεν επέτρεψε τους ανάλογους εορτασμούς που είχαν σχεδιαστεί. Οι γιορτασμοί των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση δεν αφήνουν κανένα αποτύπωμα στη Θράκη, αφού εξαίρεσαν τελείως την προσφορά της, γεγονός με τραγικά επιζήμιο εθνικό συμβολισμό. Το 2022, όμως, συμπληρώνονται 100 χρόνια από την επίσημη πατριαρχική Πράξη με την οποία ιδρύθηκε η Ιερά Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως. Οπότε, θεωρώ ότι είναι ανάγκη να εξετάσουμε πώς μια μικρή μητρόπολη βίωσε και πολιτεύθηκε συνυπάρχοντας αρμονικά με άλλες πολιτισμικές παραδόσεις, Μουσουλμάνων, Αρμενίων, Ισραηλιτών κ.λπ. Αλλά το βασικότερο· πώς προδιαγράφεται από δω και πέρα η πορεία μας, με τα βόρεια σύνορά μας, πολιτικώς ανύπαρκτα, πνευματικώς ομόδοξα, αλλά ακόμα ιστορικώς καχύποπτα. Και τα ανατολικά σύνορα, στρατιωτικώς μεν σιδηρόφρακτα, πολιτισμικώς δε ορθάνοιχτα. Δεν ξέρω πόσο θα μπορέσουμε οικονομικά να ανταποκριθούμε σε μια τέτοια επετειακή πρόκληση, αλλά θα τολμήσουμε ένα επιστημονικό στίγμα στον γεωπολιτικό χάρτη της ραγδαία διαφοροποιούμενης περιοχής μας. Επειδή όσα συμβαίνουν σήμερα στη Θράκη, αύριο θα επεκταθούν σε ολόκληρη την Πατρίδα μας.