«Θα γίνει συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, αναμένουμε εντός των επόμενων ημερών το πόρισμα από την Επιτροπή», σημείωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την συνάντησή του με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
«Η εγρήγορση πρέπει να είναι δεδομένη» σημείωσε προσθέτοντας ότι «δεν έχουμε τελειώσει με την πανδημία».
Η προσήλωσή μας αυτή την στιγμή είναι «να πείσουμε τους καχύποπτους συμπολίτες μας να εμβολιαστούν», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Υπογράμμισε δε, ότι η αντίληψη «δε βαριέσαι… ας το κάνουν οι άλλοι το εμβόλιο», υπονομεύει την κοινωνική συνοχή.
«Θετικές οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας»
Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός σημείωσε, ότι «οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας, οι οποίες είναι αναμφισβήτητα θετικές. Έχουμε διαπιστώσει τις τελευταίες εβδομάδες μια σημαντική μείωση στον αριθμό των κρουσμάτων, μια ταχύτατη αποκλιμάκωση στον αριθμό των νοσηλειών αλλά και στους διασωληνωμένους συμπολίτες μας. Ενδεικτικά να αναφέρω ότι στις αρχές του περασμένου μήνα οι διασωληνωμένοι συμπολίτες στην πατρίδα μας είχαν ξεπεράσει τους 800, σήμερα είναι λίγο κάτω από τους 370 και εκτιμούμε ότι αυτή η αποκλιμάκωση, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα συνεχιστεί και τις επόμενες εβδομάδες.
Είναι βέβαια, λυπηρό, το γεγονός, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συμπολιτών μας που νοσηλεύονται, που ασθενούν βαριά στις εντατικές μας και που δυστυχώς, κάποιοι από αυτούς χάνουν και τη ζωή τους, είναι συμπολίτες μας οι οποίοι είναι ανεμβολίαστοι και οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα τους τελευταίους μήνες να εμβολιαστούν καθώς είναι μεγαλύτερης ηλικίας. Αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το αλλάξουμε».
Για τα προνόμια στους εμβολιασμένους
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε θετικό το γεγονός ότι η διαδικασία «Ελευθερία» προχωρά με πολύ γρήγορους ρυθμούς, «σταθερά στους 100.000 εμβολιασμούς την ημέρα, 1% του πληθυσμού εμβολιάζεται κάθε μέρα, 6.200.000 εμβόλια έχουν γίνει στην πατρίδα μας, παραπάνω από 4.000.000 συμπολίτες μας έχουν λάβει ήδη την πρώτη δόση».
Υπογράμμισε την ανάγκη «να συνεχίσουμε με την ίδια ένταση έτσι ώστε να μπορέσουμε, από τη μία να χτίσουμε το τείχος ανοσίας, στο οποίο πια πλησιάζουμε με τους ρυθμούς που κινούμαστε και από την άλλη να εξασφαλίσουμε ότι και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού αυτή η πτωτική τάση θα συνεχίζεται, ο τουρισμός μας θα λειτουργήσει κανονικά. Τα πρώτα δείγματα είναι πολύ ενθαρρυντικά και θα μπορέσει και η οικονομία να ανακάμψει ταχύτατα όπως προβλέπουμε».
Πρόσθεσε, ότι «μέρος αυτής της συζήτησης έχει να κάνει και με τις διευκολύνσεις. Προτιμώ αυτόν τον όρο από τον όρο προνόμια – οι ελευθερίες που μπορεί να έχουν οι εμβολιασμένοι συμπολίτες μας. Θεωρώ ότι αυτή η συζήτηση θα ανοίξει σύντομα. Θα ανοίξει από πλευράς κυβέρνησης από την στιγμή που όλοι οι συμπολίτες μας θα έχουν την δυνατότητα εντός εύλογου χρονικού διαστήματος να έχουν πρόσβαση σε ένα εμβόλιο, θεωρώ απολύτως λογικό όμως, όπως ήδη συμβαίνει, π.χ. με το ψηφιακό πιστοποιητικό, αρκεί η απόδειξη του εμβολιασμού, ενώ σε άλλη περίπτωση πρέπει κάποιος να κάνει συνέχεια ένα τεστ για να αποδεικνύει ότι είναι αρνητικός».
«Θα γίνει συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό ειδικών κατηγοριών»
Σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ο πρωθυπουργός προανήγγειλε ότι «θα γίνει και η συζήτηση σχετικά με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό ειδικών κατηγοριών εργαζομένων στο σύστημα υγείας, υγειονομικοί, εργαζόμενων στις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων. Αναμένουμε εντός των επομένων ημερών το σχετικό πόρισμα από την επιτροπή βιοηθικής, το οποίο και θα δοθεί στη δημοσιότητα, έτσι ώστε πιστεύω μετά από έναν σχετικά σύντομο δημόσιο διάλογο να καταλήξουμε και στις πολιτικές μας γύρω από τα θέματα αυτά».
Συμπερασματικά, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Εν κατακλείδι, τα πράγματα πηγαίνουν πολύ καλύτερα και στο μέτωπο της πανδημίας, η εγρήγορση προφανώς και πρέπει να είναι δεδομένη, διότι δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με την περιπέτεια αυτή και η προσήλωσή μας θα πρέπει να στραφεί στο να πείσουμε τους καχύποπτους συμπολίτες μας ότι πρέπει και αυτοί να κάνουν το βήμα να εμβολιασθούν. Το εμβόλιο είναι ένα δώρο της επιστήμης. Πάνω απ΄ όλα προστατεύει τους ίδιους και τις οικογένειές τους από τον κίνδυνο μιας πολύ σοβαρής νοσηλείας. Είναι όμως και μία πράξη κοινωνικής ευαισθησίας. Η αντίληψη, ότι «δεν βαριέσαι, ας το κάνει ο άλλος για να μην το κάνω εγώ», είναι μία αντίληψη η οποία δυστυχώς υπονομεύει συνολικά την κοινωνική συνοχή και δεν πρέπει να μείνει αναπάντητη».
Κατερίνα Σακελλαροπούλου: Ενθαρρυντικό ότι οι νέοι μένουν μακριά από ιδεοληψίες και φοβίες
Από την πλευρά της η ΠτΔ, χαρακτήρισε «πολύ σημαντικό ότι προχωράει το πρόγραμμα του εμβολιασμού, έχει φθάσει στα 6 εκατομμύρια εμβολιασμών».
Πρόσθεσε δε ότι βρίσκει ενθαρρυντικό «ότι οι νέοι δείχνουν να μένουν μακριά από ιδεοληψίες και φοβίες και να προχωρούν, με σημαντικό ρυθμό, να εμβολιαστούν προκειμένου ακριβώς να ανακτήσουν αυτή την ελευθερία που στερηθήκαμε όλο αυτό το διάστημα, σε επίπεδο κοινωνικής συμπεριφοράς τουλάχιστον».
Σύμφωνα με την κ. Σακελλαροπούλου, υπάρχει ένα ζήτημα, που έθιξε και ο πρωθυπουργός με τις αναφορές στο Σύνταγμα και στα ατομικά δικαιώματα.
«Πέρα από την προστασία της δημόσιας υγείας το Σύνταγμα κατά κανένα τρόπο δεν αναγνωρίζει δικαίωμα σε κάποιον να θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του άλλου και την υγεία του. Άρα το όριο της ελευθερίας των επιλογών μας, είναι ο διπλανός μας. Είναι ο άλλος. Επομένως είναι πολύ εσφαλμένη αυτή η αντιμετώπιση και δεν νομίζω ότι υποστηρίζεται σοβαρά από συνταγματολόγους. Ιδιαίτερα μάλιστα για ανθρώπους που λειτουργούν, δουλεύουν και επηρεάζουν πάρα πολύ πληθυσμό, όπως αναφέρατε και εσείς», σημείωσε και πρόσθεσε:
«Όσο περισσότερο ερχόμαστε σε επαφή με ευπαθείς ομάδες ή με ευρύτερες κατηγορίες του πληθυσμού τόσο τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Και σίγουρα είναι μια συζήτηση το θέμα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, αλλά η επιβολή υποχρεώσεων προκειμένου να μην θίξουμε ακριβώς αυτή την έννοια κοινωνικής αλληλεγγύης και της αίσθησης της κοινωνικής ευθύνης, νομίζω ότι είναι αυτονόητη. Και γι΄αυτό έχει γίνει αυτή η συζήτηση και σε άλλες χώρες από ότι έχω δει. Ας ελπίσουμε ότι θα συνειδητοποιήσουν όλοι, ότι ο μόνος δρόμος για όλους, ανεξαρτήτως ηλικίας, είναι ο εμβολιασμός ώστε να ανακτήσουμε αυτά τα οποία στερηθήκαμε τόσο καιρό και να έχουμε και μία ασφάλεια για το μέλλον. Γιατί κανείς δεν μπορεί να μας υποσχεθεί κάτι για επόμενα κύματα, όπως οι ερευνητές λένε- ω μη γένοιτο- για το φθινόπωρο».