Η συζήτηση ξεκίνησε από αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα – ανάμεσά τους των συγγραφέων Αλέξανδρου Σχισμένου και Δημήτρη Δερζέκου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που επικαλούνταν, βιβλία στις αποθήκες του εκδοτικού οίκου Γαβριηλίδης κατασχέθηκαν και στη συνέχεια καταστράφηκαν και πολτοποιήθηκαν, ενάμιση χρόνο μετά τον θάνατο του Σάμη Γαβριηλίδη. Πολλές αντιδράσεις αφορούσαν τη στάση των τραπεζών, ενώ η Εταιρεία Συγγραφέων δήλωσε ότι «καυτηριάζει την πολτοποίηση» και «ζητά την αλλαγή νόμων». Υπήρξε και αντίλογος που περιέγραφε μια πάγια τακτική: «Το απόθεμα υλικών και/ή προϊόντων εταιρείας υπό διάλυση πρέπει να καταστραφεί βάσει νόμου. Αλλιώς πληρώνει πρόστιμο ή επιπλέον φόρο η εταιρεία. Επίσης απαγορεύεται ρητώς να δωρίσει ή έστω να πετάξει τα καταστρεπτέα» σημείωσαν οι εκδ. Στρατίκη στο Facebook.
Γιώργος – Ικαρος Μπαµπασάκης
συγγραφέας
«Βαναυσότητα είναι η πολτοποίηση βιβλίων»
Η πολτοποίηση βιβλίων, και εντύπων γενικότερα, είναι ένα βάναυσο, βλακώδες βδέλυγμα. Ο ντανταϊστής Κουρτ Σβίτερς, σοφά και ευλαβικά, μάζευε και αποθήκευε και ταξινομούσε οτιδήποτε τυπωμένο, ακόμα και εισιτήρια του τραμ, προγράμματα θεαμάτων, καταλόγους εστιατορίων, φρονώντας, όπως πολλοί, όλοι μάλλον οι βιβλιολάτρες και οι υπέρμαχοι της φράσης του Μαρξ «Μία επιστήμη αναγνωρίζουμε κυρίως, την επιστήμη της Ιστορίας», ότι ακόμα και σε ένα ασήμαντο έντυπο ή σε ένα άθλιο βιβλίο ενδέχεται να κρύβεται το μυστικό του κόσμου.
Ο νόμος προστάζει την πολτοποίηση βιβλίων, αλλά είναι νόμος αναχρονιστικός και απαράδεκτος. Πολλοί νόμοι (π.χ. ο περί μοιχείας) κρίθηκαν ανόητοι και ξεπερασμένοι, με συνέπεια να καταργηθούν. Τα βιβλία είναι το αρχείο της ανθρωπότητας, ακόμα και τα ασήμαντα ανάμεσά τους, ακόμα και τα ελεεινά, τα άθλια (ας επαναλάβω).
Οι τράπεζες διαθέτουν πολιτιστικά τμήματα, αποθήκες, χρήμα. Εχουν τη δυνατότητα να διατηρούν, και όχι να καταστρέφουν, τον έντυπο λόγο. Θα έλεγα: την υποχρέωση, το καθήκον. Σε συνεννόηση και συνεργασία με άλλους φορείς και θεσμούς, μπορούν κάλλιστα να σώζουν, και όχι να καταδικάζουν για χαμερπείς οικονομικούς λόγους, βιβλία και έντυπα.
Πικρή προσωπική πείρα: έντεκα βιβλία μου, στις εκδόσεις Γαβριηλίδης, έγιναν πολτός. Με στενοχωρεί, βαθύτατα, το γεγονός. Οπως και το ότι έκλεισε το Poems & Crimes, που ήταν το δεύτερο σπίτι μου για χρόνια. Ο Σάμης Γαβριηλίδης, ένας έξοχος άνθρωπος του βιβλίου, με τίμησε με τη φιλία και την εμπιστοσύνη του. Εντεκα βιβλία, ναι, συν επιμέλεια δύο εικαστικών εκθέσεων (της Ελεάννας Μαρτίνου και της Μαρίλης Ζάρκου), συν αναρίθμητες και αλησμόνητες εκδηλώσεις που οργάνωσα εκεί (για τον Ηλία Λάγιο, τον Χρήστο Βακαλόπουλο, τον Κωστή Παπαγιώργη, τον Κορνήλιο Καστοριάδη, την Αλίς Μπεκέρ – Χο που είναι η χήρα του Γκι Ντεμπόρ). Θλίβομαι. Αλλά πεισμώνω: δεσμεύομαι δημοσίως να γράψω ένα βιβλίο για τα χαμένα βιβλία, για το Poems & Crimes και για τον αείμνηστο φίλο μου Σάμη Γαβριηλίδη. Τα βιβλία σώζουν τα βιβλία.
Βαρβάρα Ρούσσου
μέλος ΕΔΙΠ Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας Τέχνης ΑΣΚΤ
«Τι είδους πολτός;»
Η έκπληξη που προκλήθηκε νομίζω ότι ακόμη μία φορά αναδεικνύει τον κίνδυνο της υπερβολής των εν θερμώ αντιδράσεων. Η πολτοποίηση βιβλίων δεν είναι καινοφανής διαδικασία στον χώρο των εκδόσεων. Πολλοί οίκοι καλούν τους συγγραφείς, μετά παρέλευση ορισμένων ετών, να αγοράσουν αντίτυπα των βιβλίων τους – έστω και σε χαμηλή τιμή – προτού αυτά καταστραφούν. Δεν διερωτάται τότε κανείς εάν αυτά έπρεπε να διανεμηθούν ή να μην ξαναγίνουν χαρτοπολτός.
Αναμφισβήτητα, η υλικότητα, η σχεδόν σωματικότητα του βιβλίου, προκαλεί συναισθηματική αντίδραση μπροστά στην καταστροφή του. Ομως ένα βιβλίο, η ουσία του, οι λέξεις που το απαρτίζουν, σπάνια εξαφανίζεται, ιδίως στη σημερινή εποχή. Πρέπει άραγε όλα τα βιβλία να αποθηκεύονται εσαεί; Δεν τηρούνται ηλεκτρονικά ή έντυπα αρχεία των εκδοτών και των δημιουργών που επιτρέπουν την ανατύπωση; Δεν διαθέτουν συγγραφείς και αναγνώστες αντίτυπα (στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανέβηκαν αρκετές φωτογραφίες); Δεν είναι κατατεθειμένα στην Εθνική – και άλλες βιβλιοθήκες -, όπου μπορούμε να τα διαβάσουμε, φωτοτυπήσουμε, φωτογραφίσουμε; Δεν ήταν ήδη εξαντλημένα πολλά και πιθανόν χωρίς πρόβλεψη ανατύπωσης;
Είναι βέβαια γεγονός ιδιαίτερα λυπηρό ένας εκδοτικός οίκος, με αναμφισβήτητη συμβολή στην ελληνική και μεταφρασμένη λογοτεχνία, και ιδίως στην ποίηση, ένας χώρος που στέγασε τις λέξεις τόσων ανθρώπων, να σαρώνεται από έναν οικονομικό οργανισμό. Ηταν όμως αναμενόμενο. Οπως και το ότι όλες οι τέτοιου είδους εταιρείες ούτε για τη λογοτεχνία τρέφουν εκτίμηση – ως μη κερδοφόρο προϊόν – ούτε για τις βιβλιοθήκες ως επίσης μη κερδοφόρες, γι’ αυτό και εν προκειμένω δεν τους διέθεσαν τα αντίτυπα, ούτε καν – εδώ ας εστιάσουμε – για τις ανθρώπινες ζωές, τις βασικές ανάγκες τους (στέγη, εργασία, τροφή). Ομως αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, το επίκεντρο της θλίψης και του προβληματισμού που ξεπερνά το συγκεκριμένο γεγονός της πολτοποίησης: η δυσοίωνη για το μέλλον όλων μας πολτοποίηση ανθρώπινων όντων.
Μαρία Γυπαράκη
εκδόσεις Στιγμός (Ευρασία)
Λογική και ευαισθησία
Δανείζομαι τον τίτλο ενός ρομαντικού μυθιστορήματος για να καταλάβω αν η λογική και η ευαισθησία συνεχίζουν να κάνουν καλή παρέα στον διαδικτυακό κόσμο μας. Θαρρώ λοιπόν πως όχι, αν κρίνω από το ξέσπασμα που πυροδότησε η πολτοποίηση των βιβλίων του ιστορικού εκδοτικού οίκου Γαβριηλίδη. Αλήθεια είναι πως όλοι όσοι έχουμε σχέση με τα βιβλία, όταν έρχεται το τέλος, δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε «σφίξιμο». Από εκεί όμως μέχρι να στήνουμε δικαστήρια και να εξαπολύουμε μύδρους παρουσιάζοντας μια κατάσχεση ως γεγονός ανάλογο με εκείνο της καύσης των βιβλίων στο Βερολίνο τον Μάιο του 1933, είναι λάθος τραγικό.
Οι εκατοντάδες «δικαστές» αγόρευσαν, θύμωσαν, κατηγόρησαν και αγανάκτησαν χάρη στο ελεύθερο βήμα που προσφέρεται σε όλους μας από την κοινωνική δικτύωση, όπου οι αποφάσεις και οι ετυμηγορίες λαμβάνονται εντός πενταλέπτου. Οι αντιπολιτευόμενοι – η όποια αντιπολίτευση, άλλωστε, το ίδιο θα έκανε – έχυσαν κροκοδείλια δάκρυα και κάποιοι ορθώς σκεπτόμενοι σιώπησαν ως την επόμενη μέρα. Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: η κατάσχεση λόγω οφειλών σε τραπεζικούς οργανισμούς δεν αποτελεί, επ’ ουδενί, εθνικοσοσιαλιστική κάθαρση· ας ηρεμήσουμε και ας μάθουμε να αποφεύγουμε τις επικίνδυνες παρομοιώσεις που πλήττουν την ευνομία και τη δημοκρατία.
Αν η συγκεκριμένη διαδικασία δεν ακολούθησε το γράμμα του νόμου, ας το κρίνει η Δικαιοσύνη, στην οποία ο καθείς μπορεί να προσφύγει. Μόνο με συναίσθημα και παρτιζάνικο διαδικτυακό μένος δεν χτίζονται πολιτισμοί. Χρειάζεται σκέψη και σκληρή δουλειά. Αν η αγάπη για το βιβλίο ήταν τόσο παθιασμένη, αν υπήρχε έρως μεγάλος για τις τυπωμένες σελίδες, σίγουρα οι πολτοποιητικές μηχανές δεν θα λειτουργούσαν. Ειρήνη υμίν, λοιπόν.