Η πρώτη, η πολυαναμενόμενη, έρχεται στα 18, ημερολογιακά – και κατά κανόνα δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες που είχαμε αναπτύξει περιμένοντάς τη. Την ακολουθούν πολλές ακόμη: Το πρώτο σπίτι, η πρώτη δουλειά, η πρώτη επιλογή που δεν «βγήκε» καθόλου, η πρώτη σημαντική, μη-αναστρέψιμη απώλεια. Καθεμιά από τις πρώτες ενηλικιώσεις μας παίρνει μαζί της κι από κάτι. Λίγη αθωότητα, λίγο ενθουσιασμό, πολλές από τις ελπίδες μας για Κάτι Μεγάλο. Ματαιώσεις συσσωρεύονται και χρονίζουν, άνθρωποι έρχονται και φεύγουν, οι απόψεις μας παίρνουν μορφή αλλά χάνουν κάτι από την αιχμή τους.
Κι ύστερα, αν όλα πάνε καλά – ή ίσως απλώς αν συνειδητοποιήσουμε πόσο μίζερα βαρετός είναι ο κυνισμός μας – συμβαίνει κάτι μαγικό: Ανακαλύπτουμε μια νέα μορφή αισιοδοξίας, που απέχει χιλιόμετρα από τα όσα προστάζουν τα βιβλία αυτοβοήθειας. Όχι, δεν θα πραγματοποιήσουμε όλα μας τα όνειρα. Όχι, ο κόσμος δεν μας περιμένει να τον κατακτήσουμε. Για την ακρίβεια, μπορεί να μην μας περιμένει και κανείς. Αλλά όσο και να μας πλακώνουν ώρες-ώρες (ενίοτε τις περισσότερες) το σκοτάδι, τα αδιέξοδα, η καταπίεση, πάντα από τις χαραμάδες θα περνάνε πράγματα που κάνουν τις μέρες μας αξιοβίωτες. Και στις σχέσεις μας, στις μικρές λεπτομέρειες της καθημερινότητας, στον τρόπο που δομούμε τη ζωή μας, θα φωλιάζει κάτι που θα κρατά ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας πολυπόθητης ανατροπής.
Ίσως κάπως έτσι να μοιάζει η καλή εκδοχή μιας ενηλικίωσης που έρχεται κάπου λίγο πριν ή μετά τα 30. Και σίγουρα με έναν τέτοιο τρόπο ακούγεται «ενήλικο», τουλάχιστον στη γράφουσα, το Paint Everything White, το άλμπουμ που προέκυψε από την καλλιτεχνική (και όχι απολύτως κυριολεκτική) συνάντηση της Sugahspank! (Γεωργία Καλαφάτη) και του Blend Mishkin (Γιώργος Μαντάς), 12 χρόνια μετά το εξαιρετικό The Incredible The Invisible.
Αν και θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά ζωντανά στο κοινό την Πέμπτη 17 Ιουνίου, στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής, το άλμπουμ κυκλοφόρησε το περασμένο φθινόπωρο – κάπου μεταξύ των lockdown – κάπως ουρανοκατέβατο και καθόλου «καραντινικό», κι ας ήταν γέννημα της καραντίνας, γεμάτο φως, αν και διάσπαρτο με υπόνοιες σκοταδιού, με ήχους reggae και soul, hip-hop και blues, βεβαρημένο από εμπειρίες και (επουλωμένες) πληγές και ανάλαφρο εν αναμονή των ανεξάντλητων εμπειριών που βρίσκονται πάντα κάπου μπροστά, ακόμη και ως απλές πιθανότητες.
Αισιόδοξο καθώς περιγράφει – και συχνότερα υπονοεί – ορισμένες από τις πιο ενοχλητικές πτυχές της γυναικείας εμπειρίας, συχνά σε αντίστιξη με ένα σχεδόν παραδεισένιο αφηγηματικό «σήμερα», βαθιά δυναμικό και πηγαία φεμινιστικό, και με έναν ενθουσιώδη ερωτισμό που καταφέρνει να ακούγεται ταυτόχρονα κάπως εφηβικός και απόλυτα κατασταλαγμένος, το Paint Everything White δικαίως έγινε αποδέκτης εξαιρετικών κριτικών από την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του.
Λίγες μέρες πριν γεμίσουν χρώμα Καραϊβικής τον Κήπο του Μεγάρου μαζί με τους Roots Evolution, η Sugahspank! και ο Blend Mishkin μίλησαν στο in.gr για ένα άλμπουμ που γράφτηκε από απόσταση για να μας φέρει κοντά, καταφέρνοντας να μην «φέρει» την πανδημία ούτε σαν ελάχιστο σημάδι.
Φωτεινό παρά τις ρωγμές του, τρυφερό, αγαπησιάρικο, το Paint Everything White είναι λίγο σαν χάδι. Ήταν ένα συνειδητό «ξόρκι» κατά του lockdown ή μια αυθόρμητη αντίδραση σε αυτό; Και πώς επηρέασε εσάς την περίοδο που το δημιουργούσατε;
Sugahspank!: Ήθελα σε αυτό το άλμπουμ να μιλήσω για μια καινούρια αρχή, έχοντας, να το πω χαζά, γιατρέψει η ίδια τις πληγές μου, και ήθελα να φτιάξω τραγούδια που να τα ακούει ο άλλος και να θέλει κι αυτός να γιατρέψει κάτι μέσα του. Με την πανδημία όλο αυτό πήρε άλλη διάσταση γιατί όντως σε τέτοιες ακραίες συνθήκες άγχους και μοναξιάς που βιώσαμε, τα γλυκά, εμψυχωτικά τραγούδια είναι πιο χρήσιμα. Κι εγώ όντως, αφού δεν μου επιτρεπόταν να βγαίνω στη σκηνή, ήθελα να μπορώ να είμαι χρήσιμη με κάποιον τρόπο. Είχα στο νου μου τον Curtis Mayfield που πάντα όποτε τον ακούω μου γλυκαίνει την καρδιά. Και προφανώς η δημιουργία του άλμπουμ νοηματοδότησε την πρώτη καραντίνα με πολύ θετικό τρόπο στη ζωή μου.
Blend: Ήταν σίγουρα ένα ξόρκι κατά του εγκλεισμού. Μέσα σε όλη την μαυρίλα του lockdown έκανε την καθημερινότητα μας πιο δημιουργική και υποφερτή.
Περιμένατε ότι θα προέκυπτε ένα ολοκληρωμένο άλμπουμ χωρίς να συναντηθείτε ποτέ; Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο και ποια ήταν τα μεγαλύτερα plus αυτού του τρόπου δουλειάς;
Blend: Νομίζω γενικά δεν περιμέναμε να κάνουμε ένα δεύτερο άλμπουμ. Η Γεωργία πήρε την πρωτοβουλία να μου στείλει το πρώτο ντέμο με το ομώνυμο τραγούδι και αυτό τα ξεκίνησε όλα. Στην αρχή λέγαμε πως έχουμε ένα single, μετά ένα EP και σύντομα συνειδητοποιήσαμε ότι έχουμε γράψει ολόκληρο άλμπουμ.
Sugahspank!: Ξεκινήσαμε να φτιάξουμε 1- 2 τραγούδια αλλά είδαμε πολύ γρήγορα ότι πάμε για άλμπουμ. Εννοείται ότι ήταν δύσκολο, δεν είχαμε το high fidelity ενός στούντιο, ούτε καν την επαφή μεταξύ μας. Ήταν όμως κάτι απίστευτα ψυχοθεραπευτικό. Προσωπικά μου έκανε πολύ καλό και πρακτικά με την έννοια ότι συχνά είχα το κόμπλεξ πως μόνη μου δεν διέθετα αρκετές τεχνικές γνώσεις πέραν του να γράφω και να τραγουδάω. Τελικά και home studio έστησα, και οδηγούς έφτιαξα και τις ηχογραφήσεις μόνη μου τις έκανα και πλέον μετά από αυτό έχω αρχίσει και φτιάχνω τις πρώτες μου παραγωγές, πήρα εξοπλισμό, με πήγε πολλά βήματα παραπέρα η πανδημία τελικά.
Ξανά μαζί 12 χρόνια μετά. Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες διαφορές στη συνεργασία σας αυτή τη φορά; Το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό «κέρδος» για τον καθένα;
Blend: Δεν θα έλεγα πως υπήρξαν διαφορές. Αυτό που συνέβη ήταν μια επανεκκίνηση της δημιουργικής πλευράς της σχέσης μας από εκεί που την αφήσαμε 12 χρόνια πριν. Το κέρδος είναι ότι καταφέραμε να επικοινωνήσουμε πάλι μέσω της μουσικής και να φτιάξουμε κάτι ωραίο.
Sugahspank!: Για μένα η μόνη διαφορά ήταν η απόσταση, κατά τα άλλα ήταν σαν να μην πέρασε μια μέρα. Νομίζω όποτε δουλεύω με τον Blend είναι κέρδος, πάντα βγαίνει καλή δουλειά που αγαπιέται από το κοινό.
Θα περιμένουμε άλλα τόσα χρόνια για την επόμενη συνάντηση;
Blend: Ναι, το επόμενο είναι προγραμματισμένο για το 2033.
Sugahspank!: Μην το γρουσουζεύεις.
Αγαπημένο κομμάτι του άλμπουμ;
Blend: Προσωπικά το LOST CAUSE.
Sugahspank!: Σήμερα θα πω το Paint Everything White γιατί όντως είναι το πιο θεραπευτικό.
“Treat me like a human being, I find it erotic”: Προσωπικός μου αγαπημένος στίχος σε ένα άλμπουμ που εκφράζει με εξαιρετικά άμεσο τρόπο ένα τεράστιο φάσμα της γυναικείας εμπειρίας – και μια εξαιρετική απάντηση στο κατά πόσον «θα χαθεί το φλερτ». Ήταν στόχος από την πρώτη στιγμή να δοθεί φεμινιστικός τόνος στο άλμπουμ ή προέκυψε ως φυσική ανάγκη στην πορεία της δημιουργικής διαδικασίας; Τι ελπίζεις να «μείνει» περισσότερο στους ακροατές;
Sugahspank!: Όχι δεν ήταν στόχος, είναι τα βιώματα μου και οι ανησυχίες μου. Το συγκεκριμένο τρακ μιλάει ακριβώς για το πως είναι να δημιουργείται μια φρέσκια ερωτική σχέση βασισμένη σε – επιτέλους – υγιείς, μη τοξικές βάσεις. Και για μένα πρωτόγνωρο όταν συνέβη, τόσο που έγραψα το I grow. Αντίστοιχα το Daughter είναι μερικές απλές σκέψεις σε περίπτωση που καταφέρω να γίνω μάνα και γεννήσω θηλυκότητα. Στο Holy Murdered Virgin πάλι, το πιο βιωματικό τραγούδι του άλμπουμ, μιλάει για το πως οι δυσκολίες που αντιμετώπισα από μικρό κορίτσι με έκαναν τη βιονική wonder woman που νιώθω να είμαι σήμερα.
Εννοώ ότι δεν το βλέπω όλο αυτό σαν ένα trend της εποχής, απλά αυτά τα θέματα απασχολούν εμένα κι απ’ ότι φαίνεται και τις πιο πολλές θηλυκότητες τελευταία. Μου πήρε καιρό να απενοχοποιήσω τη γυναικεία φύση μέσα μου και να αφεθώ να με καταβάλλει, γεννήθηκα νομίζοντας ότι είναι αμαρτία να είσαι γυναίκα και είχα υιοθετήσει αντρικές συμπεριφορές για τους εντελώς λάθος λόγους. Τελικά όσο πιο πολύ γυναίκα νιώθω, τόσο πιο πολύ είμαι κοντά στον εαυτό μου. Ελπίζω όλοι μας να καταφέρουμε να βιώσουμε την αλήθεια μας, ότι χρώμα και να ‘ναι, ελπίζω να μεταδώσω στους ακροατές αυτή την αυτοπεποίθηση του «εμείς τελικά θα ζήσουμε ελεύθερα και ωραία, είτε συμφωνείτε, είτε διαφωνείτε».
Πιστεύετε ότι επέφερε το lockdown μόνιμες αλλαγές στον χώρο του πολιτισμού;
Sugahspank!: Θέλω να πιστεύω πως δεν θα υπάρχουν μόνιμες αλλαγές, απλώς θα αργήσουμε λίγο ακόμη να επανέλθουμε, χωρίς να ελπίζω στην ξαφνική ευαισθητοποίηση της κυβέρνησης προς τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα.
Πώς νιώθετε ενόψει του πρώτου live/παρουσίασης του Paint Everything White μετά από τόσο καιρό χωρίς συναυλίες;
Sugahspank!: Σαν να σηκώνεται κατάρα από πάνω μου, για λίγο είχα φοβηθεί ότι δεν θα ξαναδούλευα ποτέ. Ανυπομονώ να δω τα πρόσωπα του κόσμου.
Blend: Ανυπομονούμε να βρεθούμε επί σκηνής.