Ο τραγικός επίλογος του δράματος της Δήμητρας της Λέσβου γράφτηκε το βράδυ της Δευτέρας, όταν –όπως αποκάλυψε πρώτο το in.gr-, επιβεβαιώθηκε ότι ο κατά κόσμον Δημήτρης Καλογιάννης, έπεσε θύμα τροχαίου με εγκατάλειψη.
Η Δημήτρη Καλογιάννη εξαφανίστηκε από το Δρομοκαϊτειο στις 6 Απριλίου, ενώ η σορός που ταυτοποιήθηκε ως δική της, βρέθηκε μετά από τροχαίο στις 9 Απριλίου, μεταφέρθηκε στο Τζάνειο νοσοκομείο και στις 18 Μαΐου, εξετάστηκε από ιατροδικαστή, Κατόπιν, θάφτηκε στο 3ο νεκροταφείο. Το σήμα εξαφάνισης βγήκε στις 26 Μαΐου, ενώ οι κοινωνικές υπηρεσίες ενημερώθηκαν ότι βρέθηκε το πτώμα της στις… 3 Ιουνίου!
Τα ερωτήματα για την εν λόγω υπόθεση είναι πολλά. Η σορός της Δήμητρας ταυτοποιήθηκε, ωστόσο ο πρόεδρος και Διοικητής της Υπηρεσίας Silver Alert, Γεράσιμος Κουρούκλης διαφωνεί με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και ταλαιπωρήθηκε η οικογένεια του άτυχου Καλογιάννη και θεωρεί ότι η εξέταση DNA, θα ήταν πιο ακριβής και πιο ασφαλής για την ταυτοποίηση παρά από τα δαχτυλικά αποτυπώματα όπου στη συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να ήταν και αλλοιωμένα.
Η συγκινητική ιστορία της Δημήτρη Καλογιάννη
Η Δήμητρα μεγάλωσε στη Σκάλα Συκαμιάς. Από τα 14 αισθάνονταν διαφορετικός και ομολόγησε στους γονείς του ότι είναι γυναίκα. Μια παραδοχή η οποία οδήγησε τους γονείς του να τον στείλουν σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Όταν τελικά επέστρεψε στο σπίτι του, οι γιατροί επέμειναν ότι πρέπει να συνεχίσει να ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή, πιθανότατα για το υπόλοιπο της ζωής της. Δεν το ήθελε αυτό. Μισούσε τον τρόπο που τα έκαναν τα φάρμακα. Οι γονείς της, συνέχισαν όμως να του δίνουν τη φαρμακευτική αγωγή κρύβοντας τα φάρμακα στο φαγητό της.
Η Δήμητρα περιγράφει τη μητέρα της ως βαθιά θρησκευόμενη και πιστή γυναίκα, και πηγή αληθινής και ανιδιοτελούς αγάπης για το παιδί της. Τον πατέρα της ως άγριο άντρα, που εξαφανιζόταν απ’ το σπίτι για μεγάλες περιόδους κάθε φορά κι όταν επέστρεφε προκαλούσε πανικό. Παρ’ όλα αυτά, η οικογένεια έμεινε μαζί και οι γονείς της έμειναν παντρεμένοι μέχρι και τον θάνατό τους. Πέθαναν και οι δύο με απόσταση έξι μήνες μεταξύ τους.
Ήταν έφηβη όταν έκανε την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας (η πρώτη απ’ τις πολλές που θα ακολουθούσαν σε διάφορα στάδια της ζωής της). Όπως λέει, το κοντινότερο που έφτασε στο να της δείξει κάποιος ενδιαφέρον ήταν όταν ως έφηβη κολυμπούσε γυμνή στη θάλασσα, κι ένας ηλικιωμένος απ’ το χωριό εμφανίστηκε και της είπε ότι ήθελε να τη βιάσει. Η Δήμητρα τρομοκρατήθηκε.
Ο άντρας συνέχισε να την παρενοχλεί και να την παρακολουθεί κρυφά για αρκετά χρόνια. Ωστόσο, κοιτάζοντας πίσω, η Δήμητρα δεν έχει πικρά συναισθήματα απέναντι σε αυτόν τον άντρα, στην πραγματικότητα νιώθει συμπόνια. Πιστεύει ότι ο άντρας αυτός είχε μια σκοτεινή ψυχή γιατί δεν είχε αγαπηθεί ποτέ.
Τελικά, στα 20 η Δήμητρα άφησε πίσω της το χωριό και το νησί της Λέσβου, κι έτρεξε στην πρωτεύουσα. Έζησε άστεγη, στους δρόμους της Αθήνας για σχεδόν πέντε χρόνια. Έκανε μερικές δουλειές, πχ. σε σούπερ μάρκετ, αλλά και οι Αθηναίοι αισθάνονταν πως ήταν διαφορετική και σταδιακά την απέκλεισαν. Το να κάνει οικογένεια είναι το όνειρο που είχε όλη της τη ζωή, κάτι που πιστεύει πως θα ολοκλήρωνε την ύπαρξή της. Αυτό που θα προσέφερε την «παντοτινή αγάπη» που τόσο της έλειψε.
Τελικά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα όταν η μητέρα του αρρώστησε. Τα μεγαλύτερα αδέλφια της είχαν από καιρό εγκαταλείψει το χωριό και την προβληματική οικογενειακή εστία, ο πατέρας ήταν αναξιόπιστος και κανείς άλλος δεν θα φρόντιζε για τη μητέρα. Έζησε μαζί της και την φρόντισε για τα επόμενα 25 χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά, η Δήμητρα δεν σταμάτησε να νιώθει κορίτσι, και η ειλικρίνειά της την εξοστράκισε από την κοινωνία του χωριού, προκαλώντας κουτσομπολιά και ντροπή στην οικογένειά της και περισσότερα προβλήματα στον ήδη προβληματικό γάμο των γονιών της. Δεν έζησε ποτέ κάποιον εφηβικό έρωτα, μόνο ανεκπλήρωτους πόθους για αγόρια. Δεν υπήρχε περίπτωση να βρει κάποιο αγόρι στο χωριό που θα την ήθελε.
Ο θάνατός της μητέρας της τη συγκλόνισε και αρκετές φορές είχε αυτοκτονικές σκέψεις. Τότε όμως ήταν που αποφάσισε να κάνει κάτι που δεν είχε ξανακάνει ποτέ. Να φορέσει γυναικεία ρούχα. Όχι φορέματα ακόμη, αλλά έστω παντελόνια και μπλούζες. Και τότε ήταν που ένιωσε μια βαθιά αίσθηση ανακούφισης και πραγματικής άνεσης. Η Δήμητρα άρχισε να νιώθει καλύτερα απ’ ό,τι είχε νιώσει σε ολόκληρη τη ζωή της. Ένιωσε για πρώτη φορά στη ζωή της ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Στα τέλη του περασμένου Δεκεμβρίου, είχε δεχθεί επιθέσεις και εισβολές από συμμορία ανηλίκων, μέσα στο σπίτι της, στη Σκάλα Συκαμνιάς της Λέσβου.
Το συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ – «Δεν φοβάμαι το μέλλον»
Η δύσκολη ζωή της Δήμητρας είχε αποτυπωθεί στα τέλη του 2020 στην ταινία-ντοκιμαντέρ της φωτογράφου και κινηματογραφίστριας, Τζέλης Χατζηδημητρίου με τίτλο «Mr. Dimitris and Mrs. Dimitroula» που είχε κάνει αφιέρωμα για τη ζωή της.
Σε αυτό η Δήμητρα μιλάει για τη ζωή της. Τα όσα λέει είναι γροθιά στο στομάχι.
Ενδεικτική είναι η απάντησή της στην ερώτηση «νιώθεις αν χρειαστείς κάτι ότι έχεις κάποιον δίπλα σου»;
- Κανείς δεν με βοήθησε. Ούτε τα αδέρφια μου. Κανένας. Μόνος μου τα πέρασα όλα τα δύσκολα. Δεν κρατάω σε κανέναν κακία. Απλά δεν τους θέλω στη ζωή μου.
- Όταν μεγαλώσεις τι θα κάνεις;
- Εντάξει. Δεν φοβάμαι το μέλλον. Δεν έχω ούτε άγχος, ούτε ανασφάλειες.
Σε άλλο σημείο, όταν την ρωτούν « Άνθρωπος δεν σου λείπει;» εκείνη απαντά αφοπλιστικά « Άνθρωπος αληθινός μου λείπει».
«Νιώθεις άντρας ή γυναίκα;» την ρωτούν σε άλλο σημείο. «Γυναίκα» ήταν η απάντηση, «και το όνομά μου είναι Δημήτρης». «Τι να πω; Δήμητρα; Δεν αλλάζει τίποτα. Το ρόδο, όπως και να το πεις, είναι ρόδο».