«Η Γερμανία θα μπορούσε να μάθει αρκετά από την Ελλάδα», σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των κοινοτικών επιδοτήσεων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, γράφει η εφημερίδα Die Welt, τονίζοντας ότι «η Ελλάδα τα έχει κάνει όλα σωστά- σε αντίθεση με το πώς αντιμετωπίζονται τα σχέδια από το Βερολίνο».
«Κάνε το καλό και μίλα γι’ αυτό: Την αρχή αυτή τηρεί η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Όταν θα συναντηθεί σήμερα στην Αθήνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, θα μεταφέρει μία θετική είδηση: Οι υπάλληλοι της Επιτροπής έδωσαν την έγκρισή τους, προκειμένου τις επόμενες εβδομάδες να αρχίσουν να εκταμιεύονται προς την Ελλάδα τα πρώτα δισεκατομμύρια από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ», αναφέρει το δημοσίευμα και εξηγεί ότι η πρόεδρος της Επιτροπής, στις επισκέψεις της στην Μαδρίτη, την Αθήνα την Κοπεγχάγη, την Λισαβόνα και το Λουξεμβούργο μεταφέρει στις αποσκευές της λεπτομερή αξιολόγηση για τα Εθνικά Προγράμματα Επενδύσεων και Μεταρρυθμίσεων, με βάση τα οποία τα κράτη- μέλη ζήτησαν κονδύλια και δάνεια από το Ταμείο.
«Μόνο η απάντηση των υπαλλήλων από τις Βρυξέλλες στο πρώτο γερμανικό Σχέδιο έχει έκταση 700 σελίδων, αναφέρουν με ένα μίγμα αποτροπιασμού και διασκέδασης από την Καγκελαρία στο Βερολίνο», γράφει χαρακτηριστικά ο συντάκτης.
«Ο Μητσοτάκης από τους πρώτους που συναντά η Λάιεν»
«Το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης συγκαταλέγεται στους πρώτους επικεφαλής κυβερνήσεων, τους οποίους θα συναντήσει η κυρία φον ντερ Λάιεν στην περιοδεία της, δεν αποτελεί έκπληξη: Το ελληνικό Σχέδιο δεν κατατέθηκε μόνο πολύ νωρίς, αλλά προκάλεσε και ενθουσιασμό στις Βρυξέλλες- αντίθετα με ό,τι για παράδειγμα συνέβη με το Σχέδιο του Βερολίνου», συνεχίζει ο συντάκτης και αναφέρεται στις προτεραιότητες που είχαν τεθεί από τις Βρυξέλλες, για προώθηση της ψηφιοποίησης και της προστασίας του κλίματος.
Σύμφωνα με την WELT, το γερμανικό σχέδιο προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στις Βρυξέλλες, η οποία μάλιστα, όπως τονίζεται, «επέδειξε αυτοσυγκράτηση ως προς την άσκηση κριτικής».
Όπως σημειώνεται, επικρίνεται κυρίως το γεγονός ότι το Βερολίνο στην πράξη αγνόησε τις συστάσεις της Επιτροπής σε σχέση με τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ενώ τα γερμανικά επενδυτικά σχέδια υπολείπονταν πολύ των προσδοκιών.
«Ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων η γερμανική κυβέρνηση σχεδιάζει να το επενδύσει σε σχέδια, τα οποία έχουν προ πολλού αποφασιστεί. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ναι μεν δεν προσκρούει με αυτό στους κανόνες του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίοι αναφέρουν πως τα κράτη-μέλη επιτρέπεται να δαπανήσουν τα χρήματα μόνο για σχέδια, τα οποία αποφασίστηκαν μετά την έναρξη της πανδημίας στην Ευρώπη τον Φεβρουάριο του 2020, αλλά η χρηματοδότηση δαπανών που είχαν προγραμματιστεί ήδη προ πολλού προσκρούει σε τελική ανάλυση στο πνεύμα του Ταμείου», επισημαίνεται.
«Το ελληνικό σχέδιο μου αρέσει»
Ο συντάκτης παραθέτει ακόμη θετικές αξιολογήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων για το ελληνικό σχέδιο, όπως του ευρωβουλευτή των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) Μάρκους Φέρμπερ, ο οποίος δηλώνει: «Το ελληνικό Σχέδιο μου αρέσει και αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε εμένα». «Το ελληνικό Σχέδιο θέτει τις σωστές προτεραιότητες στο πλαίσιο που θέτει η ΕΕ», αναφέρει και ο ευρωβουλευτής των γερμανών Πρασίνων Σβεν Γκίγκολντ, επικρίνοντας ωστόσο το γεγονός ότι «διατίθενται υπερβολικά πολλά χρήματα σε μεγάλα έργα αντί σε καινοτόμες μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
«Πραγματικά, το 2.000 σελίδων ελληνικό πρόγραμμα προκάλεσε κατά τα φαινόμενα ενθουσιασμό, ειδικά στους ευρωπαϊκούς θεσμούς στις Βρυξέλλες. Όπως φαίνεται, η Διοίκηση και η πολιτική ελίτ της χώρας κατά τη δεκαετία μετά το ξέσπασμα της κρίσης έχουν βελτιστοποιήσει την ικανότητα να ικανοποιούν τους ξένους δανειστές. Κατά την κρίση του ευρώ, η χώρα βρέθηκε δύο φορές στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και χρειάστηκε να στηριχθεί με σχεδόν 300 δισεκατομμύρια ευρώ σε δάνεια. Ήδη η ανάπτυξη του σχεδίου ήταν υποδειγματική: Ενώ σε άλλες χώρες τα υπουργεία συνέταξαν καταλόγους με τις επιθυμίες τους για το Σχέδιο Ανάκαμψης και σε κάποιες περιπτώσεις ξέσπασαν πολιτικές διαμάχες για τη χρήση των χρημάτων, οι οποίες έφεραν κυβερνήσεις στα πρόθυρα της κατάρρευσης -και μάλιστα προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης στην Ιταλία, η Αθήνα ανέθεσε από την αρχή το Σχέδιο σε ειδικούς», γράφει η γερμανική εφημερίδα, αναφερόμενη στον Νομπελίστα Χριστόφορο Πισσαρίδη. «Ο κ. Πισσαρίδης και μία Ομάδα Εργασίας από οικονομολόγους κατέθεσαν τις συστάσεις τους για το Σχέδιο Επενδύσεων και Μεταρρυθμίσεων αλλά και μία ανάλυση που δεν επιχειρεί να ωραιοποιήσει την οικονομική κατάσταση στην χώρα και ανέπτυξαν στο Σχέδιο μία μακροπρόθεσμη στρατηγική ανάπτυξης», προσθέτει η WELT και το δημοσίευμα καταλήγει με την κρίση ότι το Ελληνικό Σχέδιο περιλαμβάνει πολλά περισσότερα από επενδύσεις: «Πρόκειται για έναν θεμελιώδη οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό, του οποίου οι μεταρρυθμίσεις δεν επηρεάζουν μόνο τις οικονομικές δραστηριότητες, αλλά και την τεχνολογία, τις προσλήψεις και τους θεσμούς. Οι συντάκτες υπόσχονται ότι θα τηρήσουν τις μεταρρυθμιστικές συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα 66 μεταρρυθμιστικά σχέδια που προαναγγέλλονται στοχεύουν στο να βελτιώσουν κατά κύριο λόγο την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, η οποία πρέπει κατά τα επόμενα χρόνια να γίνει πιο προσανατολισμένη στις εξαγωγές απ’ ό,τι ήταν μέχρι τώρα. Η Δημόσια Διοίκηση θα πρέπει να γίνει πιο σύγχρονη και πιο φιλική προς τον πολίτη, η Δικαιοσύνη πιο αποτελεσματική και το φορολογικό σύστημα λιγότερο ανασχετικό των επενδύσεων».
Όπως διευκρινίζεται στο δημοσίευμα, μόνο η Βουλγαρία και η Κροατία θα λάβουν περισσότερα χρήματα από την Ελλάδα, με βάση το ΑΕΠ τους, με την Ελλάδα να σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει κυρίως σχέδια φιλικά προς το περιβάλλον, όπως η ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, η επέκταση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, η διασύνδεση των νησιών στο ηλεκτρικό δίκτυο, η ψηφιοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης και η επέκταση του δικτύου 5G.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ