Ενόψει της προγραμματικής συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που προσδιορίζεται στις αρχές Ιουλίου και στόχος του Αλέξη Τσίπρα είναι να δώσει εικόνα πολιτικής και στρατηγικής ενοποίησης, μια παράλληλη συζήτηση είναι για τα χαρακτηριστικά του κόμματος. Συζήτηση που συνδέεται προφανώς με το τι άνοιγμα θα γίνει, προς τα πού, και που είναι καθοριστική για το πώς θα σταθεί στο νέο πολιτικό σκηνικό σε μια φάση όπου συλλογικά ο κόσμος αναζητά την ανάταξή του από την πανδημία.
Η συζήτηση αυτή βέβαια δεν διαπερνά ακριβώς – τουλάχιστον – ακόμη το σύνολο του κόμματος αλλά αναζωπυρώνεται κυρίως μέσω παρεμβάσεων. Οπως η πρόσφατη των Αντώνη Λιάκου και Μυρσίνης Ζορμπά που με αρθρογραφία τους («Εφ.Συν.») έθεσαν εκ νέου μια άποψη για τα χαρακτηριστικά και τα οργανωτικά που πρέπει να λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα πρέπει επίσης, πριν μιλήσουμε πιο αναλυτικά, να πούμε πως η όλη κουβέντα που δειλά δειλά ανοίγει ξανά, λαμβάνει υπόψη της τη συζήτηση που έχει ανοίξει στην κυβερνώσα παράταξη.
Στην Κουμουνδούρου εκτιμούν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα δρομολογήσει αλλαγές στο κόμμα του, θα το ψηφιοποιήσει, θα το ανοίξει, και αυτό δεν περνά απαρατήρητο. Βέβαια, στην όχθη της ΝΔ η όλη μεταβολή θα επισυμβεί με άλλα χαρακτηριστικά και ο Πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ έχει ένα σαφές πλεονέκτημα. Η ΝΔ κυβερνά και μάλιστα σύμφωνα με όλες τις μετρήσεις με σαφές προβάδισμα εδώ και δύο χρόνια και παρά την πανδημική κρίση. Αντίθετα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναζητά τον βηματισμό του, συχνά μπαίνει σε παλινωδία εσωστρέφειας ή εσωτερικής διαπάλη – σήμερα φαίνεται πως τα ρεύματα είναι σε «ύπνωση».
Τελευταία βέβαια φορά που εξελίχθηκε ένας πόλεμος εντός του ΣΥΡΙΖΑ ήταν για τις εκλογές νέων συντονιστών στις νομαρχιακές οργανώσεις όπου μέχρι και ευτράπελα σημειώθηκαν, ενώ υπήρξαν και καταγγελίες για μάχη μηχανισμών, αθρόες εγγραφές μελών και βίαιο εκπασοκισμό από στελέχη με μεθόδους τους. Αυτά όμως στη σκληρή πολιτική. Η συγκυρία ενίοτε έχει και θεωρητικές αναζητήσεις, παρεμβάσεις που στοχεύουν σε μια συζήτηση ιδεολογικού προσήμου.
Λιάκος – Ζορμπά
Τέτοιου τύπου ήταν η παρέμβαση που προαναφέραμε, των Λιάκου – Ζορμπά. «Η Αριστερά πρέπει να βρει νέους τρόπους να συνδεθεί και να συμβαδίσει με τα ρεύματα που παράγουν νέες λύσεις για να συμμαχήσει, να στηρίξει, να συγκροτήσει μαζί τους συναρμογές. Οχι ιεραρχικά, όχι ως φυσικό σώμα, αλλά μέσα από τη σύνδεσή της με δίκτυα επιστημονικά, κοινωνικά, αυτοδιοικητικά, κινηματικά, συνδικαλιστικά, ευρωπαϊκά, πολιτισμικά, από σχέσεις διαρκούς κατανόησης, διαλόγου, διαπραγμάτευσης, οικοδόμησης ενός νέου μπλοκ εξουσίας με όρους ισότιμης συμμετοχής», είναι μια αποστροφή της παρέμβασης των δύο προσώπων, που συν τοις άλλοις είναι μέλη της Γέφυρας, του ρεύματος που προσέγγισε τον ΣΥΡΙΖΑ βασικά κατά τη Συμφωνία των Πρεσπών (η Ζορμπά έγινε και υπουργός).
Τι κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ;
Η άποψη αυτή πάντως έρχεται σε αντιπαράθεση με την κλασική θέση για το «τι κόμμα θέλουμε» που κυριαρχεί σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ και ακολουθεί την πεπατημένη και της οργανωτικής διεύρυνσης και της «οικοδόμησης».
Βεβαίως, εδώ έχει προστεθεί το isyriza, οι ψηφιακές εγγραφές, όμως οι παρατηρητές βλέπουν ακόμη τα χαρακτηριστικά ενός κόμματος α λα παλιά, ενός κόμματος που προσομοιάζει με τον παλιό ΣΥΝ ή το ΚΚΕ Εσωτερικού. Ή που περιγράφεται οργανωτικά από έναν ιδιότυπο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Δεν είναι ΚΚΕ, δεν είναι λενινιστικό κόμμα, διατηρεί όμως πολλά – ή και παθογένειες – από αυτή την οικογένεια κομμάτων και που κάνει συχνά τους νεοπροσύλητους να εξαγριώνονται. Για παράδειγμα, σε αυτή τη λογική, αποδίδουν το «κλειστό σύστημα» ή τις κλειστές πόρτες που τα νέα μέλη βρίσκουν στην κομματική ζωή. Βέβαια, οι επίσημες πηγές του κόμματος βλέπουν ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ εδώ και έναν χρόνο κα παρά τις δυσκολίες. Και αυτό, όπως τονίζουν, αντανακλά και στο πώς οι δυνάμεις του εκφράζονται, κατεβαίνουν στον δρόμο (π.χ. για το εργασιακό νομοσχέδιο). Μια άλλη κουλτούρα κινητοποίησης, όπως λένε.
Kοτσακάς – Τεμπονέρας
Στο θεωρητικό πεδίο, βέβαια, είχε προηγηθεί άλλη παρέμβαση από εκείνη των Ζορμπά – Λιάκου. Μια άλλη θέση για τα οργανωτικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του κόμματος. Εκείνη των Αντώνη Κοτσακά και Διονύση Τεμπονέρα (18 Μαρτίου 2021). «Το κόμμα “πυραμιδικού” τύπου δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες, ενώ δεν είναι καθαρό με ποιον τύπο κόμματος θα μπορούσε να αντικατασταθεί. Σημειωτέον ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα ότι δεν έχει ενσωματωθεί στην αντίληψη της 3ης Διεθνούς, που βασίζεται σε κεντρικό σχεδιασμό και αντίληψη πλάνων. Ομως ταυτόχρονα δεν έχει αφομοιωθεί ακόμα από τη σοσιαλδημοκρατική διαχείριση». Συνέγραψαν ο πολύπειρος και πασοκογενής Κοτσακάς και ο νέος εργατολόγος Τεμπονέρας. Τα δύο στελέχη που είναι και μέλη του διατασικού ρεύματος της ΡΕΝΕ (Σκορίνης κ.λπ.) επιχείρησαν να θέσουν ένα άλλο μοντέλο, μακριά από το λενινιστικό ή νέου τύπου. Αυτό έχει άμεση σχέση με το γεγονός πως τα στελέχη της ΡΕΝΕ δεν είναι μόνον μακριά από την παραδοσιακή προσέγγιση για το κόμμα (που φαίνεται πως διαπερνά ένα μέρος και των 53 και της Ομπρέλας) αλλά και είναι μακριά από την κλασική πασοκογενή λογική ενός μέρους των προεδρικών.
Κι εδώ συναντάμε μια τρίτη θεώρηση για το κόμμα, που έχει σχέση με το πώς θα συγκροτηθεί αυτό. Είναι η θέση που ομοιάζει με εκείνη ενός μαζικού ανοιχτού κόμματος με παρέμβαση σε τοπική αυτοδιοίκηση και συνδικαλιστικό κίνημα. Μια μερίδα πασοκογενών δυνάμεων θεωρούν πως οι πόρτες για εντάξεις πρέπει να είναι ανοιχτές αλλά και το άνοιγμα να γίνει με όρους μαζικού ΠΑΣΟΚ δεκαετίας ’90. Για παράδειγμα, οι δυνάμεις που εντοπίζονται εδώ θέλουν μια κόκκινη ΠΑΣΚΕ ή συμπράξεις σε δήμους ευρύτερου προσήμου που να διαμορφώνουν και πρελούδιο συμμαχιών στο πολιτικό επίπεδο. Οι αντίπαλοί τους θεωρούν πως αυτοί οι πασοκογενείς, της Κίνησης Μελών ορισμένοι, απλώς δανείζονται λογικές του παλιού ΠΑΣΟΚ ή των παλιών μηχανισμών με ένα ρηχό – όπως λένε – αντιδεξιό πρόσημο. Εξάλλου το τι ΣΥΡΙΖΑ θα διαμορφωθεί έχει σχέση με τη στρατηγική που θα ακολουθήσει.
Η στρατηγική
Μια πιο επικριτική άποψη, πάλι, θεωρεί πως το κόμμα σήμερα έχει μια ιδιότυπη λειτουργία, η στρατηγική του περνά μόνον από το Πολιτικό Κέντρο υπό τον Τσίπρα (πρωινός καφές) ενώ ακόμη και η ΚΟ δεν είναι πάντα μέτοχος ή συνδιαμορφωτής αυτής της πολιτικής. Είναι μια συζήτηση που θα βρούμε μπροστά μας ενόψει και της Συνδιάσκεψης αλλά και των ευρύτερων διεργασιών που σήμερα συντελούνται στο παρασκήνιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα εν κινήσει, παράλληλα με την αντιπολίτευση που υποχρεούται να κάνει, πρέπει και να εξελιχθεί σε μαζικό κόμμα. Εδώ είναι το δύσκολο της εξίσωσης. Για τους αντιπάλους του, είναι κόμμα σε υπαρξιακή κρίση, δεν έχει συνέλθει από το βέρτιγκο της ήττας, δεν έχει βρει τη θέση του στο πολιτικό σκηνικό, οδεύει σε κόμμα «διαρκούς ήττας», όπως λένε.