Για χάρη της υποκριτικής θυσίασε το όνειρο να κάνει οικογένεια και κάποιες στιγμές πλήρωσε την απότομη αναγνωρισιμότητα με την ψυχική του ηρεμία. Σε αυτή την ωραία και δύσκολη διαδρομή που είχε από το Πολυτεχνείο όπου σπούδασε μέχρι τη θεατρική σκηνή, υπάρχει μια στιγμή που του γέννησε έντονα την επιθυμία για εκδίκηση
Τι πιστεύετε ότι είδε σ’ εσάς ο Λευτέρης Γιοβανίδης και σας πρότεινε τον ρόλο του «Λουκή Λάρα» (του Δημητρίου Βικέλα, 28 Ιουνίου στην Ηλιούπολη);
Οτι μπορώ να το κάνω, μου ταιριάζει. Καταλαβαίνω τι έβλεπε. Αυτό που βλέπουν όλοι σε μένα και με εκνευρίζει. Τον αντιήρωα, έναν άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Είναι πια πολύ μπανάλ – στα αυτιά τα δικά μου – να το ακούω. Ο καθένας θέλει να είναι κάτι άλλο από την εικόνα που έχει παγιωθεί στους άλλους, για τον εαυτό του.
Τι θα θέλατε να είστε;
Δεν θέλω να είμαι αυτό. Είμαι κάποιος που μπορεί να κάνει κι άλλα πράγματα. Η ελληνική αγορά σε τυποποιεί για να κάνει τη δουλειά της, εύκολα, διεκπεραιωτικά και γρήγορα, με περιορισμένο φαντασιακού των ανθρώπων που την ορίζουν. Εχω βαρεθεί να λέω όχι σε ρόλους συμπαθητικών περιπτεράδων. Στην καλύτερη περίπτωση είναι να μου δώσουν τον ρόλο ψυχοπαθούς δολοφόνου της διπλανής πόρτας.
Αντιήρωες, όπως ο Λουκής Λάρας.
Για μένα είναι ένας ήρωας της ζωής. Εκείνος που συνεχίζει εν καιρώ πολέμου όπως κάνουμε όλοι μας. Κανείς από μας δεν πολεμάει, κανείς δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Σε μια πορεία μπορεί να ρίξει κάποιος μία μολότοφ, ή να σπάσουν στο ξύλο έναν αστυνομικό γιατί αυτός τους προκάλεσε ή άσκησε βία, αλλά είμαστε άνθρωποι που προχωράμε. Η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου μας έλεγε ότι το 3% των ανθρώπων πολεμάει σε έναν πόλεμο ή παίρνει μέρος σε μία επανάσταση. Ολοι οι άλλοι προσπαθούν να επιβιώσουν και να συνεχίσουν αυτό το φαινόμενο που λέγεται ζωή, η οποία θα συνεχιστεί και μετά τον πόλεμο.
Αρα είναι σημαντικός και ο ρόλος των «μεσαίων γραμμών» ηρωισμού.
Αυτός είναι ένας άνθρωπος της μεσαίας τάξης. Το βασικό κίνητρο όμως που με είλκυσε σε αυτό το κείμενο, είναι η γλώσσα του που είναι στην καθαρεύουσα. Είναι μία πολύ ισχυρή φόρμα, μια μάσκα υποκριτικής αν θες. Κάτι πίσω από το οποίο κρύβεσαι, δηλαδή, για να φανερώσεις κάτι άλλο. Οπως οι άνθρωποι κρυβόμαστε πίσω από το σώμα μας και δεν βλέπει κανείς τα συναισθήματά μας. Ο ηθοποιός πρέπει να βρει αυτή τη μάσκα για να καλύψει την ντροπή του, τη φοβία της έκθεσης. Αλλωτε είναι η γλώσα του κειμένου – όπως στον Λουκή Λάρα που είναι στην καθαρεύουσα – άλλωτε το ρούχο του που θα φορέσει, ο τρόπος που θα μιλήσει, ή πώς θα κινηθεί. Αν επιχειρήσει κάποιος να δώσει μόνο τον ασήμαντο εαυτό του, δεν θα καταφέρει τίποτα. Χρειάζεται να εντοπίσει κάτι σημαντικό και να το υπογραμμίσει μία δεδομένη στιγμή. Αυτό να το κάνει μάσκα του και να πει «αυτός είναι ο ρόλος μου». Είμαι εγώ δηλαδή μέσα από τον ρόλο. Η γλώσσα είναι στην καθαρεύουσα. Ναι είναι μια γλώσσα της ελίτ, μέσα από την οποία δεν μπορείς να εκφράσεις συναισθήματά βαθιά.
Ηταν αυτή η αγωνία σας; Αν θα φτάσει στο κοινό το κείμενο μέσα από αυτή τη γλώσσα;
Και την έχω ακόμα. Δεν είμαι σίγουρος ότι κάθε στιγμή εμβαθύνω όσο θα ήθελα. Αυτό που είπα στον Λευτέρη είναι «ΟΚ εμένα μ’ αρέσει η γλώσσα αλλά τι θα πούμε;». Αν σ’ αρέσει κάτι δεν πα’ να έχει πρόβλημα θα το κάνεις. Παρόλο που δεν είμαι λάτρης του αισθητισμού, πιστεύω ότι συναίσθημα μπορεί να παράξει κάτι το αισθητικά ωραίο και αληθινό. Αν η ανάγκη μου είναι να μιλήσω αυτή τη γλώσσα – και την έχω πολύ βαθιά αυτή την ανάγκη -, είναι μία αλήθεια η οποία μπορεί να παράξει συναίσθημα.
Σε ποια σημεία αισθάνεστε ότι έχετε εμβαθύνει στη συγκεκριμένη παράσταση;
Μια εύκολη απάντηση που θα μπορούσα να δώσω τώρα είναι «αυτά είναι τα μυστικά του επαγγέλματος». Αλλά δεν πρόκειται για μυστικά τελικά. Δεν είναι τίποτε άλλο από το να κατανοήσεις τι είναι αυτό και να δεις τι σου λέει εσένα.
Σε σας τι είπε, εν προκειμένω το κείμενο αυτό;
Η συνεχής επιμονή του παρά τις δυσκολίες του να μείνει προσηλωμένος τον αρχικό του στόχο. «Εγώ δεν μπορώ να πάω να πολεμήσω γιατί δεν έχω τα προσόντα για να γίνω πολεμιστής. Εγώ είμαι έμπορος και θέλω να συνεχίσω τη ζωή μου να θρέψω την οικογένειά μου, κάνοντας τη δουλειά μου». Πουλούσε παστά ψάρια στη Σύρο. Εκανε αυτή τη διαδρομή και κατέφυγε εκεί γιατί δεν υπήρχε πόλεμος.
Η δική σας διαδρομή ήταν αποτέλεσμα συμπτώσεων ή επιλογών;
Και τα δύο. Από την αρχή είχα μια έστω μικρή δυνατότητα επιλογής. Μου ήρθαν καλά τα πράγματα. Θεωρώ ότι είμαι τυχερός.
Αναιρείτε ό,τι είπατε περί προτάσεων για συγκεκριμένους ρόλους που είχατε.
Οταν βγαίνεις από τη σχολή και σου προτείνουν ρόλους δεν σκέφτεσαι «α, εγώ είμαι γι’ άλλα”. Ακόμη και να το σκέφτεσαι, δεν βασίζεσαι σ’ αυτό. Πρέπει να πω ότι στο θέατρο έκανα ρόλους μακριά από την τυποποημένη επιλογή.
Πιστεύετε – σχετικά με την τυποποίηση που αναφέρατε – ότι έχει μερίδιο ευθύνης και ο ηθοποιός; Καλλιεργεί μ’ έναν τρόπο αυτό που του είναι εύκολο;
Συμφωνώ και ενδεχομένως κι εγώ εν αγνοία μου να το έκανα. Αν δεν έχεις δουλειά και σου προτείνουν κάτι θα το δεχθείς. Φυσικά επηρεάζει το ποιος κάνει τη συγκεκριμένη δουλειά, με ποιους θα συνεργαστείς, το τι χρήματα θα πάρεις.
Από όλους αυτούς τους παράγοντες που αναφέρατε τι βαραίνει περισσότερο;
Αλλαξε η σειρά προτεραιότητας με τα χρόνια. Τώρα με ενδιαφέρει αν μου «λέει» κάτι το έργο.
Δεν διαπραγματευόσαστε την αμοιβή σας πρώτα;
Οχι γιατί δεν σου λένε τα χρήματα από την αρχή και συνήθως δεν υπάρχουν.
Τι εννοείτε;
Τα λεφτά που κυκλοφορούν στο ελληνικό θέατρο είναι αστεία.
Ζείτε από το θέατρο;
Ζω κυρίως από τη δουλειά μου. Εκανα μια διαφήμιση – τη γνωστή – πριν από δέκα χρόνια και σταμάτησα διότι μου ζητούσαν ν’ αναπαράξω εκείνη την περσόνα. Αν είναι να την αναπαράξω θα πρέπει να το χρυσοπληρωθώ, γιατί εγώ το «πλήρωσα».
Με ποιο τρόπο;
Ηταν ένα σοκ όλη αυτή η αναγνωρισιμότητα. Υπήρχε μια ψυχική ταραχή. Τη μια στιγμή περπατάς ανέμελα στον δρόμο και την άλλη δεν μπορείς να κάνεις ένα βήμα και σε αναγνωρίζει ο καθένας, δεν είναι καθόλου εύκολο. Και δεν είμαι ένας άνθρωπος που μου αρέσει να κοκορεύομαι. Δεν είμαι ταπεινός αλλά δεν μου αρέσει να περπατάω και να λέω «κοιτάχτε με».
Θυμάστε κάποιο ακραίο περιστατικό;
Πάρα πολλά. Ο τρόπος που σε προσεγγίζουν σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πολύ αγενής, πολύ βίαιος. Είχε και σλόγκαν αυτή η διαφήμιση… Είχα απηυδήσει με κάποιον και του είπα «άσε με ρε φίλε, τώρα». Αντέδρασε πολύ έντονα λέγοντάς μου «σιγά έγινες κι εσύ γνωστός και μας τη λες κι όλας». Αυτό έχει τελειώσει, έκανα τη δουλειά μου. Δεν την απαρνούμαι όπως φυσικά και τους ρόλους που μου προτείνουν και δεν μου αρέσουν.
Η ζωή σας μακριά από το θέατρο, διαμορφώθηκε όπως την ονειρευτήκατε;
Το θέατρο μου στέρησε το να έχω ήδη μια οικογένεια. Επεσα με τα μούτρα στη δουλειά. Θα ήθελα να έχω παιδιά και οικογένεια χωρίς καμία αμφιβολία.
Δεν είστε ευτυχισμένος;
Πώς είναι ο ευτυχισμένος άνθρωπος; Δείξε μου έναν. Αισθάνομαι πολύ τυχερός που μπόρεσα να είμαι σε ένα χώρο που μου έδωσε τη δυνατότητα να μπορώ να σκέφτομαι και να λειτουργώ και να ζω έτσι όπως θέλω. Από την άλλη η ζωή είναι μία. Δεν μπορείς να κάνεις ταυτόχρονα δυο ζωές. Ο τρόπος που το είδα εγώ – τη δουλειά εννοώ – ήταν μονομανής. Επεσα με τα μούτρα.
Είναι αυτό το δύσκολο κομμάτι της ζωής σας;
Ναι σε θεωρητικό επίπεδο. Εζησα όμως και κάτι που εξαιτίας αυτής της εμπειρίας για πολύ καιρό είχα το αίσθημα της εκδίκησης. Ηταν αρχή καλοκαιριού και έβγαινα από ένα βεστιάριο στην οδό Σωκράτους. Εκανε πολλή ζέστη και κάθισα μπροστά στο σκαλάκι μιας πολυκατοικίας για να πιω λίγο νερό. Στο βάθος της πολυκατοικίας υπήρχε μια αυτοσχέδια καντίνα το σημείο που θα μπορούσε να είναι η θέση του θυρωρού. Βγαίνει έξω ένας γεροδεμένος άντρας, νεότερος από εμένα και μου λέει «φίλε δεν επιτρέπεται να κάθεσαι εδώ» με έντονο ύφος. Του απαντάω θα πιω το νερό μου και θα φύγω. Αντέδρασε, του είπα «φώναξε την αστυνομία». Πριν ολοκληρώσω τη φράση μου με είχε αρπάξει, με πετάει στην άλλη πλευρά του πεζοδρομίου και ορμάει για να με διαλύσει. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, με έκανε να του πω «ώπα, ώπα συγγνώμη» – για κάτι που έκανε αυτός. Αισθάνθηκα πολύ άσχημα. Αν δεν τον συγκρατούσαν κάποια άτομα μπορεί να μην ήμουν εδώ τώρα. Σίγουρα θα με είχε στείλει στο νοσοκομείο. Δεν σου κρύβω για πολύ καιρό είχα μια έντονη διάθεση εκδίκησης.