H μετάλλαξη Δέλτα, η δυσπιστία ανησυχητικά μεγάλου αριθμού πολιτών έναντι των εμβολιασμών και η ανάγκη της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας να μην επιστρέψουμε στους περιορισμούς και τα lockdown των προηγούμενων μηνών, μοιραία μάς κάνει να ξεχνάμε τι συμβαίνει εκτός του ελληνικού μικρόκοσμου.
Από τη φύση της όμως η Covid-19 ήταν και παραμένει ένα ζήτημα που αφορά ολόκληρο τον πλανήτη και αν δεν το αντιμετωπίσουμε ως τέτοιο, τότε δύσκολα θα απαλλαγούμε από αυτό.
Στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου, η μάχη δίνεται για να πειστούν οι πολίτες να αξιοποιήσουν τα εμβόλια που φτάνουν και περισσεύουν στις κρατικές αποθήκες, σε άλλα όμως σημεία του πλανήτη η μάχη δεν δίνεται για το πώς θα αδειάσουν οι αποθήκες αυτές αλλά για το πώς θα γεμίσουν.
Στα τέλη του προηγούμενου έτους, η Παγκόσμια Συμμαχία για τα Εμβόλια και την Ανοσοποίηση (GAVI Vaccine Alliance), του ιδρύματος Bill & Melinda Gates, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, η Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλά κράτη και οργανισμοί της υφηλίου δημιούργησαν τον μηχανισμό COVAX, με σκοπό να διατεθούν επαρκείς ποσότητες εμβολίων στις φτωχότερες χώρες.
Όπως αναφέρει το επιστημονικό περιοδικό Lancet, παρά το γεγονός ότι εξασφαλίστηκε η απαραίτητη χρηματοδότηση, το πρόγραμμα Covax δεν έφερε ικανοποιητικά αποτελέσματα και οι ρυθμοί των εμβολιασμών σε χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής συνεχίζουν να απογοητεύουν.
Στις 2 Ιουνίου, o γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, μιλώντας σε διάσκεψη για τον Covax δήλωσε «Σήμερα, δέκα χώρες έχουν χορηγήσει το 75% του συνόλου των εμβολίων Covid-19, ενώ στις φτωχές χώρες υγειονομικοί και πολίτες με υποκείμενα νοσήματα δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά».
Ουσιαστικά αυτό που συμβαίνει από την αρχή των εμβολιασμών είναι η προσπάθεια των κυβερνήσεων των πλούσιων χωρών να εξασφαλίσουν μια εντός των τειχών τους ανοσία αγέλης, μέσω εμβολιασμών ατόμων που δεν διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο, ενώ την ίδια στιγμή εκατομμύρια άνθρωποι στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική που έχουν άμεση ανάγκη να εμβολιαστούν δεν έχουν πρόσβαση στο εμβόλιο.
Η έξαρση της πανδημίας στην Ινδία, που ήταν ένας από τους μεγάλους τροφοδότες του προγράμματος Covax, εκανε την κατάσταση ακόμα δυσκολότερη ενώ η παγκόσμια εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα, που δείχνει να πλήττει ευκολότερα νεαρότερες ηλικίες, θέτει ακόμα ένα μεγάλο εμπόδιο.
Στην πλούσια Δύση η συζήτηση για τον εμβολιασμό παιδιών και εφήβων έχει πλέον ανοίξει. Μαντέψτε όμως ποιοι θα μείνουν χωρίς εμβόλια αν η Δύση αποφασίσει να εμβολιάσει και αυτές τις ηλικιακές ομάδες.
Η καθηγήτρια της Οξφόρδης Σάρα Γκίλμπερτ, που στο μέλλον θα μνημονεύεται ως μία από τους σωτήρες της ανθρωπότητας στη μάχη κατά του κορονοϊού, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας που δημιούργησε ένα από τα διαθέσιμα σήμερα εμβόλια, θέτει το ζήτημα στη σωστή του βάση.
«Πρέπει να ζυγίσουμε τον εμβολιασμό παιδιών στις χώρες υψηλού εισοδήματος με τον εμβολιασμό του υπόλοιπου πλανήτη, καθώς πρέπει να σταματήσουμε τη μετάδοση αυτού του ιού παγκοσμίως».
H προσπάθεια των ισχυρών του πλανήτη να φτιάξουν τα δικά τους τείχη ανοσίας, αφήνοντας έξω από αυτά, εκατομμύρια ανθρώπους εκτεθειμένους στο έλεος της πανδημίας, εκτός από κατάφορα άδικο είναι και ολοφάνερα αυτοκαταστροφικό.
Δύο χρόνια σχεδόν τώρα θα έπρεπε να έχουμε αντιληφθεί, ότι ο συγκεκριμένος ιός δεν πτοείται ούτε από χιλιομετρικές αποστάσεις ούτε από κλειστά σύνορα. Έτσι το τείχος που υποτίθεται ότι χτίζεται κατά της Covid-19, είναι εξαρχής σαθρό και γεμάτο κενά.
Το μόνο τείχος ανοσίας που θα μας προστατεύσει, ουσιαστικά και οριστικά, είναι αυτό που θα καλύπτει ολόκληρο τον πλανήτη και όχι απλώς συγκεκριμένα και ευνοημένα, τμήματα αυτού.