Τους τέσσερις βασικούς λόγους για τους οποίους σπεύδει – όπως είπε χαρακτηριστικά – να δηλώσει εξαιρετικά αισιόδοξος για την ελληνική οικονομία, ανέφερε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην αρχή της ομιλίας του στο συνέδριο του «Economist», στο πλαίσιο του δείπνου, με θέμα «Learning from the Greek revolution bicentennial: What should the country revolutionise in 2021».
Οι λόγοι αυτοί είναι:
- Οι αυξημένες καταθέσεις που αντιστοιχούν στο 14% του ΑΕΠ, κατατάσσοντας την Ελλάδα στη δεύτερη θέση αμέσως μετά τις ΗΠΑ, ανάμεσα στις χώρες τοιυ ΟΟΣΑ, ένα μεγάλο μέρος των οποίων, όπως εκτιμά ο πρωθυπουργός, «θα επιστρέψει στην αγορά». Επιπλέον, προσέθεσε, ο τουρισμός, παρά τις δυσκολίες λόγω της πανδημίας, αναμένεται να έχει φέτος μεγαλύτερα έσοδα των περσινών, το δεύτερο εξάμηνο.
- Το Σχέδιο Ελλάδα 2.0: Προβλέπει εντός του 2021 τις πρώτες εκταμιεύσεις ύψους 7,5 δις ευρώ, ποσό που «δεν υπήρχε καν στο ραντάρ του σχεδιασμού μας μέχρι πριν ένα χρόνο και που θα δώσει συνολικά 7 πρόσθετες μονάδες στο ΑΕΠ σε βάθος επταετίας.
- Ήδη, το κράτος δανείζεται με τα χαμηλότερα επιτόκια στην ιστορία, ενώ «εκτιμάμε ότι τα κόκκινα δάνεια θα πέσουν σε μονοψήφιο ποσοστό στο τέλος του 2022».
- Οι ευνοϊκές συνέπειες των διαρθρωτικών αλλαγών, που συντελέστηκαν μέσα στην πανδημία: Το ψηφιακό κράτος και η τηλεργασία, το νέο εργασιακό πλαίσιο, ο αναπτυξιακός νόμος και, κυρίως, η διάλυση μύθων και προκαταλήψεων για την Ελλάδα. Όλα αυτά καθιστούν τη χώρα μας σημαντικό προορισμό για επενδύσεις.
Ο πρωθυπουργός, κάνοντας έναν απολογισμό των δύο χρόνων διακυβέρνησης της ΝΔ, τόνισε πως μετά από «δύο χρόνια στο τιμόνι του τόπου, ο πρώτος απολογισμός είναι θετικός, γιατί η κυβέρνηση μέσα σε 24 μήνες έλυσε γρίφους του παρελθόντος και του παρόντος και, μάλιστα, εν μέσω οικονομικής δυσκολίας, με το μεταναστευτικό στον Έβρο και τα νησιά, την πανδημία και τις εθνικές προκλήσεις στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο».
Συνεχίζοντας, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε στα οικονομικά μέτρα που πήρε η κυβέρνηση, για να στηρίξει εργαζόμενους και επιχειρήσεις, στη διάρκεια της πανδημίας.
«Σήμερα, οι Έλληνες πληρώνουν λιγότερους φόρους παντού», όπως είπε, αναφέροντας ενδεικτικά τον ΕΝΦΙΑ και την εισφορά αλληλεγγύης, ενώ προσέθεσε πως πληρώνουν και λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές.
«Ενισχύθηκαν η άμυνα και οι συμμαχίες μας», είπε επίσης, συμπληρώνοντας πως υπάρχει ένα δυναμικό σχέδιο ανάπτυξης της οικονομίας.
«Και όλα αυτά», τόνισε, «ενώ ο πλανήτης δεχόταν μία πρωτόγνωρη επίθεση του κοροναϊού. Εμείς, όμως, αμυνθήκαμε πολύ καλύτερα, ακόμη και από πανίσχυρες χώρες», ανέφερε.
Ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε ότι «η κυβέρνηση ενίσχυσε σε χρόνο-ρεκόρ το ΕΣΥ, διπλασίασε τα κρεβάτια στις ΜΕΘ, έκανε πάνω από 10.000 προσλήψεις, οι οποίες και συνεχίζονται, καθιέρωσε ένα αξιόπιστο σύστημα ιχνηλάτησης περιστατικών και, το σημαντικότερο, οργάνωσε και βρίσκεται σε εξέλιξη ένα πρωτοπόρο πρόγραμμα εμβολιασμών».
«Υπήρξαν και αστοχίες», παραδέχθηκε ο πρωθυπουργός, αλλά συνολικά, όπως είπε, «η Πολιτεία απάντησε στα προβλήματα ικανοποιητικά».
Και παρέθεσε μία σειρά μέτρων που πήρε η κυβέρνηση στο διάστημα των 17 μηνών της πανδημίας, τονίζοντας πως «στήριξε όλους και σε όλα». Συγκεκριμένα, ανέφερε τα εξής:
- Αποζημιώσεις ειδικού σκοπού για τους εργαζόμενους.
- Χρηματοδότηση επιχειρήσεων που ήταν κλειστές.
- Αναστολή οφειλών.
«Ένα πρόγραμμα 41 δισ ευρώ, υπέρ του κόσμου και της εργασίας, ήταν σε εξέλιξη ενώ, παράλληλα, εφαρμόζαμε μεταρρυθμίσεις», επεσήμανε ο Κ. Μητσοτάκης και αναφέρθηκε στο ψηφιακό κράτος, σε μεγάλα έργα που βάλτωναν και ξεκίνησαν εκ νέου, ενώ πολλά νέα μπήκαν μπροστά, αλλά και στο γεγονός ότι η Ελλάδα, πλέον, πρωταγωνιστεί, όπως είπε, στην απολιγνιτοποίηση και την πράσινη οικονομία.
«Η ελληνική οικονομία άντεξε στους κλυδωνισμούς της πανδημίας και είναι έτοιμη να επανέλθει σε τροχιά ανάπττυξης», προσέθεσε, υπογραμμίζοντας ότι «επουλώνονται οι πληγές της προηγούμενης πενταετίας», κάνοντας έτσι έναν σαφή υπαινιγμό για τις κυβερνήσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Το 2020, η ύφεση στη χώρα μας ήταν στο 8,2%, χαμηλότερα από οικονομίες της Ιταλίας και της Ισπανίας, συνέχισε ο πρωθυπουργός, προσθέτοντας ότι το πρώτο τρίμηνο του 2021, η ανάπτυξη ήταν πάνω από 4%, ενώ η ανεργία το Μάρτιο βρισκόταν λίγο άνω του 16%, κάτι που αποδεικνύει, όπως είπε, ότι «τα μέτρα προστασίας στους 17 μήνες της πανδημίας απέδωσαν».
Προσέθεσε ότι «η βιομηχανική παραγωγή αναπτύχθηκε κατά 8,7%, ενώ παραμένουν ανέγγιχτα τα σχεδόν 35 δις ευρώ των ταμειακών διαθεσίμων, την ώρα που έχει αποπληρωθεί το μεγαλύτερο μέρος των δανείων της χώρας προς το ΔΝΤ», καθώς και ότι, στη διετία αυτή, «τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια υποχώρησαν κατά 37%, δηλ. κατά 28 δις».
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην αξιοπιστία της χώρας, χρησιμοποιώντας τα λόγια του φιλόσοφου Στέλιου Ράμφου, που είχε πει ότι θεωρεί ως το βαρύτερο χρέος, όταν τραυματίζεται η εμπιστοσύνη.
«Συμφωνώ απολύτως», δήλωσε ο πρωθυπουργός, «και σημειώνω ότι από τον Απρίλιο του 2020, η Ελλάδα δανείστηκε 8 φορές, με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια και ανεβαίνοντας 12 θέσεις στον πίνακα ανταγωνιστικότητας».
Η εμπιστοσύνη είναι η άυλη περιουσία της χώρας, τόνισε, που κατακτήθηκε με τις σχέσεις του κράτους με τους πολίτες «και ήλθε στην Ελλάδα, όταν έφυγε το ψέμα», με τη συνέπεια λόγων και πράξεων, αλλά και την ειλικρινή παραδοχή των όποιων λαθών.
Ο πρωθυπουργός ανέφερε, επίσης, ότι η κρίση μπορεί να γίνει ευκαιρία, όταν επιστρατεύεται η μεθοδική δουλειά, ενώ τόνισε ότι η ανάπυξη μπορεί να συμβαδίζει με τη δικαιοσύνη για τους πολίτες και η εθνική αξιοπρέπεια σημαίνει να είναι κάποιος κύριος του εαυτού του – «αντί να επαιτεί, να απαιτεί», όπως είπε χαρακτηριστικά.
«Κάθε επιτυχία υψώνει τον πήχη των προσδοσκιών κι εγώ αποδέχομαι αυτή την πρόκληση», προσέθεσε λέγοντας ότι όλα όσα έγιναν «θα μπορούσαν να είναι ένα φιλμ, με τίτλο ‘Η Ελλάδα μπροστά’, με τολμηρές τομές που έκλεισαν τις πληγές τού χθες».