Τελικά, είναι τα social media επικίνδυνα για τη δημοκρατία; Η μία πλευρά, αυτή στην οποία κατατάσσεται και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, διατείνεται πως υπάρχει ένας κίνδυνος πολύ πραγματικός, που μπορεί να αλλοιώσει αναλόγως το σύστημα. «Η αλήθεια είναι ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μας φέρνουν τελικά σε επαφή με ανθρώπους που πιστεύουν τα ίδια πράγματα με εμάς, διότι αυτό πουλάει τελικά», είπε στην πιο πρόσφατη συνέντευξή του ο Μητσοτάκης («Καθημερινή»). «Οι αλγόριθμοί τους είναι έτσι σχεδιασμένοι.
Και αυτό δημιουργεί το φαινόμενο των “δωματίων της ηχούς”, όπου στην ουσία ακούμε μόνο απόψεις που ταιριάζουν με τις δικές μας». Η άλλη πλευρά μιλάει για ένα αντισυμβατικό μέσο ενημέρωσης, για ένα ιντερνετικό πεδίο όπου η είδηση περνάει «αφιλτράριστη» από τον έναν χρήστη στον άλλο, διαδίδεται γρήγορα και τελικά προξενεί ζημιές τέτοιες στην κυβερνητική πλευρά, που τα κανονικά ΜΜΕ δεν μπορούν να προξενήσουν. Στο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, στο οποίο οι δημοσιογράφοι και τα Μέσα στα οποία εργάζονται πληρώνονται για να μην ασκούν κριτική στην κυβέρνηση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατάφεραν να αναδείξουν πεδία αντιπολίτευσης για το Μέγαρο Μαξίμου που αλλιώς δεν θα μπορούσαν να έχουν έρθει στην επιφάνεια.
Ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο; Κατά έναν περίεργο τρόπο, στο ερώτημα των social media δεν υπάρχει λάθος απάντηση. Ο αλγόριθμος στον οποίο αναφέρθηκε ο Μητσοτάκης είναι όντως υπαρκτός και έγινε πηγή συστηματικής μελέτης μετά τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών του 2016 και του Brexit, όπου για πρώτη φορά αποκαλύφθηκε ο ρόλος που έπαιξαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Οσο οι χρήστες επικοινωνούν μόνο με ανθρώπους που έχουν ίδιες απόψεις με τις δικές τους, εμφανίζονται λιγότερο πρόθυμοι να συζητήσουν με τους υπόλοιπους, πιστεύουν ότι είναι πλειοψηφία ακόμα κι αν δεν είναι και δημιουργούν την ψευδαίσθηση ενός ολόκληρου δημόσιου χώρου, ενώ στην πραγματικότητα αποτελούν μόνο ένα κομμάτι του.
«Δημοσιογραφία των πολιτών»
Παράλληλα, όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία πως ανά περιπτώσεις τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συμβάλλουν στην πιο ολοκληρωμένη ενημέρωση. Λειτουργούν υπέρ της ονομαζόμενης «δημοσιογραφίας των πολιτών», η οποία μπορεί με τρομακτική ταχύτητα να διαμοιράσει μια είδηση, χωρίς ωστόσο να μπορεί να τσεκάρει κατά πόσο είναι αληθινή – γι’ αυτό είναι στα social media που απαντώνται τα περισσότερα fake news. Η επικρατούσα άποψη, όπως διατυπώνεται από τους μελετητές, θέλει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να λειτουργούν συμπληρωματικά των κανονικών Μέσων, όχι υποκαθιστώντας τα. Εχοντας διακριτό ρόλο το ένα από το άλλο, μαζί μπορούν να προσφέρουν περισσότερο πλουραλισμό στην ενημέρωση, με την προϋπόθεση πως οι χρήστες γνωρίζουν πως λαμβάνουν πληροφορίες που δεν έχουν διασταυρωθεί και καταλαβαίνουν τη διαφορά που έχουν αυτές από μια κανονική είδηση.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα της επικινδυνότητας γυρνάει στον ίδιο τον χρήστη: όσοι μετρούν τα θετικά στοιχεία των social media και τα βρίσκουν περισσότερα από τα αρνητικά, ρίχνουν το βάρος στην προβληματική χρήση και όχι στο ίδιο το Μέσο – όπως, σε μια άλλη εποχή, το πρόβλημα δεν θα ήταν ο ταχυδρόμος, αλλά το ίδιο το γράμμα. Οι χρήστες εκπαιδεύτηκαν στο να διαφωνούν και να συγκρούονται από την πρώτη στιγμή που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απέκτησαν πολιτικό χαρακτήρα, από την πρώτη εκστρατεία του Μπαράκ Ομπάμα, δηλαδή, που έδειξε τον διαδικτυακό δρόμο σε φίλους και εχθρούς και θεωρείται παράδειγμα προς μίμηση ακόμα και σήμερα.
Κομματικοί στρατοί από τρολ
Η πολιτικοποίησή τους, όμως, δεν σταμάτησε στις προεκλογικές καμπάνιες. Για τον έναν και τον άλλο λόγο, κομματικοί μηχανισμοί ανά τον κόσμο επιχειρούν, άλλοτε με περισσότερη κι άλλοτε με λιγότερη επιτυχία, να φτιάξουν διαδικτυακούς στρατούς από τρολ και bots, που έχουν αντικαταστήσει τον διάλογο, ο οποίος σε άλλες εποχές θα γινόταν στο καφενείο ανάμεσα σε κομματάρχες των δύο κυρίαρχων παρατάξεων. «Οταν ο Πρωθυπουργός θυμάται τους κινδύνους των μέσων κοινωνικής δικτύωσης», λένε στελέχη της αντιπολίτευσης, «πρέπει να θυμάται και τα πεπραγμένα του κόμματός του. Πως, δηλαδή, και η ΝΔ χρησιμοποίησε το Τwitter και το Facebook για να πλήξει πολιτικούς αντιπάλους», σπρώχνοντας μαζικά προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, ανεξάρτητα από το αν είχε αληθινή βάση ή όχι.
Μετά τη συνέντευξη Μητσοτάκη, δεν είναι λίγοι εκείνοι στην αντιπολίτευση που φοβούνται ότι το Μέγαρο Μαξίμου έχει σχέδιο περιορισμού των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, το οποίο ετοιμάζεται να αξιοποιήσει με αφορμή τους αριθμούς των εμβολιασμένων και την ανάγκη περιορισμού των fake news για το εμβόλιο. Ακόμα κι αν ήθελαν κάτι τέτοιο στην κυβέρνηση, πάντως, δεν θα μπορούσαν να καταφέρουν και πολλά – πέραν του ότι θα χρειαζόταν στήριξη και άλλων κυβερνήσεων στην Ευρώπη, οι μοναδικές χώρες στον πλανήτη στις οποίες η χρήση των social media ελέγχεται ή περιορίζεται είναι αυτές με πραγματικό έλλειμμα δημοκρατίας. Τα ρυθμιστικά πλαίσια που τίθενται σε εφαρμογή στην Ευρώπη έχουν και πάλι να κάνουν με τους χρήστες, και κυρίως με τα ιδιωτικά ΜΜΕ, που χρησιμοποιούν τους λογαριασμούς τους ως accounts εξακρίβωσης μιας είδησης (ζωντανού fact-checking, δηλαδή).
Τι είναι τα social media; Είναι καθρέφτης της κοινωνίας από την οποία προέρχονται οι χρήστες τους – έστω διογκωμένος. Και γι’ αυτό οι ευθύνες διαμοιράζονται.