Σοβαρή ανησυχία προκαλεί η σεισμική έξαρση που παρατηρείται το τελευταίο χρονικό διάστημα στη χώρα. Μπορεί οι εκατοντάδες σεισμοί που εκδηλώθηκαν μέσα σε λίγες ημέρες στη Θήβα να συγκέντρωσαν τα φώτα της δημοσιότητας, όμως τοπικές διεγέρσεις παρατηρούνται την ίδια στιγμή και σε άλλες τρεις περιοχές της επικράτειας: στην Κρήτη, στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Νισύρου και Τήλου και στα ανοιχτά της Μυτιλήνης.
Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, ο Ιούλιος είναι μήνας σεισμών για την Ελλάδα – στις 9 Ιουλίου 1956 η χώρα συγκλονίστηκε από τον σεισμό της Αμοργού (7,7 βαθμοί), τον μεγαλύτερο σεισμό που έχει ζήσει η χώρα τα τελευταία 100 χρόνια, ενώ στις 21 Ιουλίου του 365 μ.Χ. στην Ελλάδα ο ισχυρότερος σεισμός της Μεσογείου, μεγέθους 8,5 βαθμών, που ανύψωσε τη Δυτική Κρήτη κατά 20 μέτρα, προκάλεσε θηριώδες τσουνάμι και επέφερε εκτεταμένες καταστροφές σε Ελλάδα, Λιβύη, Μικρά Ασία και Αίγυπτο. Παρά τις επιστημονικές μελέτες και παρότι η περιοδικότητα των σεισμών τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο παρατηρείται και σε άλλα μέρη του κόσμου, οι ειδικοί δεν έχουν καταφέρει να ερμηνεύσουν το φαινόμενο.
Στη Θήβα
«Η πιο σοβαρή τοπική έξαρση που παρατηρείται αυτή τη στιγμή στην επικράτεια είναι, κατά τη γνώμη μου, αυτή της Θήβας» σχολιάζει στα «ΝΕΑ» ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος. «Και αυτό για δύο λόγους: Κατ’ αρχάς επειδή η δραστηριότητα εξελίσσεται πολύ κοντά στην πόλη της Θήβας – όλα τα επίκεντρα είναι σε απόσταση 2 έως 10 χιλιομέτρων – και, δεύτερον, επειδή στην περιοχή έχουμε μια ζώνη ρηγμάτων που, όπως γνωρίζουμε ιστορικά, δίνει μεγάλους και καταστροφικούς σεισμούς. Αυτά τα ρήγματα αποτελούν τμήμα μιας ευρύτερης σεισμογενούς ζώνης, μήκους 60 χιλιομέτρων, που ξεκινά από τις Αλκυονίδες, περνά από τις Πλαταιές και τη Θήβα και καταλήγει στον Ωρωπό. Και όλα αυτά στα βόρεια της Αττικής».
Οπως επισημαίνει ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος, «στις 2 Δεκεμβρίου του 2020 είχαμε στη Θήβα έναν σεισμό μεγέθους 4,4 βαθμών ο οποίος απασχόλησε τους ειδικούς. Συνοδεύτηκε από μετασεισμική ακολουθία που «έσβησε» στα τέλη Δεκεμβρίου. Μεσολάβησαν έξι μήνες και στις αρχές Ιουλίου η σεισμική διέγερση επανενεργοποιήθηκε. Μέχρι σήμερα έχουμε περισσότερες από 180 δονήσεις με μέγιστο μέγεθος τα 4,3 βαθμών. Η συστάδα σεισμών του Δεκεμβρίου δεν συμπίπτει γεωγραφικά με τη σημερινή – ανάμεσά τους εντοπίζεται ένα κενό που θα μπορούσε να φιλοξενήσει στο άμεσο μέλλον νέους σεισμούς» συνεχίζει. «Και παρότι μέχρι στιγμής δεν είμαστε σε θέση να αποφανθούμε με βεβαιότητα για το αν πρόκειται περί προσεισμικής δραστηριότητας που θα οδηγήσει σε έναν ισχυρότερο σεισμό ή όχι, πρόκειται σε κάθε περίπτωση για αξιοπρόσεκτο φαινόμενο». Οι ειδικοί τονίζουν ότι απαιτείται παρακολούθηση και για τον λόγο αυτόν το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο τοποθέτησε επτά φορητούς σεισμογράφους στην περιοχή, ενώ επισημαίνεται η ανάγκη ενημέρωσης των κατοίκων για πρακτικά ζητήματα αντισεισμικής προστασίας.
Στην Κρήτη
Αξιοπρόσεκτη είναι, επίσης, σύμφωνα με τους ειδικούς, η σεισμική διέγερση που παρατηρείται στην Κρήτη. Ολα ξεκίνησαν στις 4 Ιουνίου 2021, όταν κοντά στο Αρκαλοχώρι Ηρακλείου κατεγράφη σεισμός μεγέθους 4,2 βαθμών. Αυτό επαναλήφθηκε στις 5 Ιουλίου και έκτοτε έχουν ακολουθήσει πάρα πολλοί άλλοι με μικρότερα μεγέθη. Ολοι οι σεισμοί γίνονται κοντά σε οικισμούς, σε απόσταση όχι μεγαλύτερη των 20 χιλιομέτρων από το Ηράκλειο. «Εχω τη γνώμη ότι το σεισμικό δυναμικό της περιοχής δεν είναι μεγάλο. Δεν έχουν καταγραφεί μεγάλα ρήγματα εκεί και είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι η δραστηριότητα θα συνεχιστεί με μικρά μεγέθη. Βέβαια στη σεισμολογία ποτέ δεν είμαστε απολύτως σίγουροι» λέει ο δρ Γεράσιμος Παπαδόπουλος, ο οποίος έχει γράψει και βιβλίο με θέμα την ιστορία των σεισμών της Κρήτης.
Στη Νίσυρο
Ιδιαίτερη είναι και η περίπτωση της Νισύρου, στη θαλάσσια περιοχή της οποίας εκδηλώθηκαν σε διάστημα σχεδόν διμήνου δύο σεισμοί ισχυρότεροι των 5 ρίχτερ και δεκάδες άλλοι μικρότεροι. Η δραστηριότητα ξεκίνησε στις 13 Απριλίου 2021 με 5,2 βαθμούς, ενώ στις 21 Ιουνίου ο Εγκέλαδος έκανε και πάλι την εμφάνισή του με 5,7 ρίχτερ. Η σεισμική δραστηριότητα, που συνεχίζεται, προκάλεσε μεγάλη ανησυχία λόγω και της ύπαρξης υποθαλάσσιου ηφαιστείου στη Νίσυρο. Τελικά οι συγκεκριμένοι σεισμοί είναι τεκτονικοί και οι επιστήμονες θεωρούν ότι το φαινόμενο διέρχεται μάλλον τη φάση των μετασεισμών.
Στη Λέσβο
Σεισμική έξαρση παρατηρείται την τελευταία εβδομάδα και νότια της Λέσβου, με την ισχυρότερη δόνηση μεγέθους 4 βαθμών να εκδηλώνεται στις 10 Ιουλίου. Το φαινόμενο δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα την τοπική κοινωνία λόγω της μεγάλης απόστασης των επίκεντρων από το νησί, παρουσιάζει όμως επιστημονικό ενδιαφέρον. Από το ίδιο σημείο είχε προέλθει ο σεισμός των 6,3 βαθμών που τον Ιούνιο του 2017 είχε προκαλέσει σοβαρές ζημιές, μεταξύ των οποίων σε 450 σπίτια του χωριού Βρίσα. «Παρότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα φαινόμενα είναι μικρής έντασης, επειδή η χώρα έχει πλέον αναπτυχθεί σε μικρούς οικισμούς και πόλεις, αυτές οι σεισμικές εξάρσεις αποκτούν και κοινωνικό – εκτός από επιστημονικό – χαρακτήρα, προκαλώντας ανησυχία. Αρα όσο περνούν τα χρόνια, αυξάνονται οι ανάγκες αντισεισμικής προστασίας και ενημέρωσης του πληθυσμού» σημειώνει ο Γεράσιμος Παπαδόπουλος.