Ελιγμούς εν είδει «ανοίγματος» επιχειρεί η τουρκική διπλωματία όσον αφορά την επίλυση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ με την ελληνική πλευρά, επιχειρώντας να αξιοποιήσει στην προπαγάνδα της τις συμφωνίες της Ελλάδας με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Υστερα από ένα εξαιρετικά ταραγμένο 2020 που έφερε Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα «θερμού επεισοδίου», σειράς προειδοποιήσεων από την ΕΕ, αλλά και της μηδενικής προόδου στις διερευνητικές επαφές που ακολούθησαν, με τις ελπίδες για συνέχιση του διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών να επαφίενται σε θέματα «χαμηλής πολιτικής», τουρκικές πηγές επιδιώκουν για μία ακόμα φορά να εμφανίσουν την Αγκυρα ως διατεθειμένη να διεξαγάγει διαπραγματεύσεις με την Αθήνα στο πρότυπο των «γραμμών» που ακολουθήθηκαν με τη Ρώμη και το Κάιρο.
Υποστηρίζουν δε ότι η Αγκυρα είναι ανοιχτή στο να διαβουλευθούν Ελλάδα και Τουρκία υπό την ίδια φιλοσοφία, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο η Αγκυρα να δεχθεί και την προσφυγή σε διεθνή δικαστήρια, κατόπιν διαπραγματεύσεων.
Το ΥΠΕΞ αρνείται τον σχολιασμό δημοσιευμάτων, έλληνες διπλωμάτες ωστόσο αναφερόμενοι στις τουρκικές διαρροές βλέπουν για μία ακόμα φορά μια προσπάθεια της Αγκυρας να κερδίσει τις εντυπώσεις και όχι προτάσεις ουσίας. Οπως τόνιζαν στα «ΝΕΑ» διπλωματικές πηγές, οι τουρκικές διαρροές στον Τύπο ξεκινούν από μια αφετηρία που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Ελλάδα. Η Τουρκία εξακολουθεί να διατηρεί το casus belli για τα χωρικά ύδατα, επιμένει στις συντεταγμένες τις οποίες έχει καταθέσει μονομερώς στον ΟΗΕ, που ανταποκρίνονται στο ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας», ενώ επιμένει και στο «τουρκολιβυκό μνημόνιο» ως τετελεσμένο. Υπογραμμίζουν δε ότι οι συμφωνίες τόσο με την Αίγυπτοι όσο και με την Ιταλία εμπεριέχουν κάποιες υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς αλλά στο πλαίσιο των όσων προβλέπονται από το Δίκαιο της Θάλασσας και έχουν ως βάση την UNCLOS που η Τουρκία δεν αποδέχεται. Και σε καμία περίπτωση δεν ενστερνίζονται τους τουρκικούς ισχυρισμούς περί μηδενικής επήρειας των νησιών.
Πιο σκληρές θέσεις
Διπλωμάτες με γνώση και της εξέλιξης των διερευνητικών επαφών, από την επανεκκίνησή τους μέχρι σήμερα, υπογραμμίζουν ότι οι τουρκικές θέσεις στο τραπέζι των συνομιλιών είναι πιο σκληρές και άκαμπτες από ποτέ και δεν αφήνουν περιθώρια σύγκλισης, τα οποία θα μπορούσαν να είναι ρεαλιστικά μόνο με διάθεση αμοιβαίων υποχωρήσεων. Αντίθετα, επιχειρούν να ανοίξουν τη βεντάλια των επαφών σε όλο το φάσμα των τουρκικών διεκδικήσεων. Διαμηνύουν δε ότι για να γίνει το επόμενο βήμα πρέπει και οι δύο πλευρές να αποδείξουν πως είναι έτοιμες και έχουν εντολή να προχωρήσουν τη συζήτηση και όχι να μένουν στην ανταλλαγή «τσιτάτων» που δεν οδηγούν σε αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές η τουρκική προσπάθεια συνδέεται ενδεχομένως και με την κλιμακούμενη προκλητικότητα στην Κύπρο αλλά και την πάγια διάθεση της Τουρκίας να δείχνει ως υπαίτια του όποιου αδιεξόδου την ελληνική πλευρά, έστω και αν σε αυτή τη φάση δεν τη συμφέρει και οικονομικά να στέλνει ερευνητικά στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.