Στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών στις 4 και 5 Αυγούστου στις 21:00 στο πλαίσιο της δράσης του Υπουργίου Πολιτισμού και Αθλητισμού, «Όλη η Ελλάδα, ένας πολιτισμός», θα ζωντανέψει αυτό το χορογραφικό έργο με πρωτότυπη μουσική και εικαστική σύνθεση.
Αντλώντας υλικό απο το δοκίμιο «Νομαδική σκέψη» του Gilles Delleuze, την θεωρία του περί αποεδαφικοποίησης (deterritorialization) και με αναφορές στον απελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστινίων, ο χορογράφος Σπύρος Κουβαράς, με το νέο του έργο, δημιουργεί έναν ενδιάμεσο μη-τόπο, στον Αρχαιολογικό Χώρο των Δελφών, ένα διάτρητο χωροχρονικό παλίμψηστο.
Σε ένα μετα-αποκαλυπτικό περιβάλλον, στο οποίο αλληλεπιδρούν στοιχεία πρωτογονισμού, μνήμης και φαντασιακού, ο χορογράφος προσεγγίζει το σώμα όχι ως δέσμιο του τόπου όπου κατοικεί αλλά ως νομάδα που περιπλανιέται ανάμεσα σε ιδέες. Η χορογραφία, μέσω και της «συμβίωσής της» με τα αρχαιολογικά ευρύματα, δημιουργεί ένα νέο τοπόσημο μέσα στον χώρο των Δελφών και σταδιακά καλλιεργεί μια θραυσματική εικόνα του σώματος η οποία λειτουργεί ως παράλληλο, συγκινησιακό, φορτίο.
Η εικαστική παρέμβαση και ο ηχητικός σχεδιασμός δημιουργούν μια διάνοιξη του αρχαιολογικού χώρου και υποβάλλουν κατά την διάρκεια της performance μια εσωτερική, υποκειμενική ροή της αίσθησης του χρόνου στον θεατή. Η άχρονη αυτή μετατόπιση που συντελείται, ενεργοποιεί κατά κάποιο τρόπο μια νέα, δεύτερη ροή στο εσωτερικό της συνείδησης, διεισδύοντας στα βάθη της ενθύμισης και της φαντασίας του κοινού. Το χορευτικό λεξιλόγιο προκαλεί μια κινητική δόνηση στο φυσικό τοπίο, ενώ οι τέσσερις ερμηνευτές (Δήμητρα Βλάχου, Alexandra Rogovska, Σπύρος Κουβαράς και Μαρία Λάππα), ως περιφερόμενοι πλάνητες, σε ένα ταξίδι χωρίς αρχή και τέλος, μοιάζουν αποσυνδεδεμένοι απο κάθε μορφή χρονικότητας εντός του χώρου. Καταγωγή χαμένη, ρίζωμα ακατόρθωτο, μνήμη βυθισμένη, παρόν σε εκκρεμότητα.
Ο Σπύρος Κουβαράς μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, του Δελφούς και το δικό του «ρίζωμα».
Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;
Η ιδέα υπήρχε καιρό πριν μιας και επεξεργαζόμουν προβληματικές γύρω από τις έννοιες του μη τόπου, της κατοίκησης και των εδαφικών ορίων. Ωστόσο δεν δουλεύω τα έργα μου μόνο με βάση μια ιδέα αλλά και με βάση τη φόρμα, την εικόνα και το αρχιτεκτονικό πλαίσιο παρουσίασής τους. Όταν λοιπόν μου ανατέθηκε ο χώρος των Δελφών, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν το πώς θα μπορούσα να δημιουργήσω μια χωρική “διάνοιξη” του αρχαιολογικού χώρου και μια επανασύνδεσή του με το σύγχρονο σώμα και το ευρύτερο φυσικό περιβάλλον των Δελφών. Έτσι, με το ΡίΖΩΜΑ [Ρέκβιεμ για τον μη-τόπο], προέκυψε θα έλεγα ένα χωροχρονικό παλίμψηστο στο οποίο αλληλεπιδρούν στοιχεία πρωτογονισμού, μνήμης και φαντασιακού.
Πώς συνδιάζετε το δοκίμιο του Delleuze με την αποεδαφικοποίηση και τους Παλαιστινίους;
Ο Deleuze συνδέει την αποεδαφικοποίηση με τη θετική δύναμη που συνυφαίνεται με τη ζωή και την ελευθερία. Γράφει για τις στιγμές που έχουμε τη δυνατότητα να νιώσουμε πραγματικά ζωντανοί, ως περιπλανώμενοι νομάδες, σε ασταθείς χώρους και τόπους, που δεν μας περιορίζουν, αλλά ανοίγουν μπροστά μας νέες δυνατότητες. Άρα μιλάει για την αποεδαφικοποίηση ως προσωπική επιλογή. Από την άλλη ο Παλαιστινιακός λαός, εδώ και πολλές δεκαετίες βιώνει την αποεδαφικοποίηση υπό ένα άλλο πρίσμα, αυτό της βίαιης επιβολής και όχι της επιλογής. Αυτή είναι μια ουσιώδης διαφορά, με κοινή αναφορά ωστόσο και στις δυο περιπτώσεις, την έννοια του μη-τόπου ή του ενδιάμεσου χώρου αν θέλετε. Στην ίδια την έννοια της αποεδαφικοποίησης λοιπόν ενυπάρχει μια διττότητα, την οποία με ενδιαφέρει να προσεγγίσω μέσα από το έργο μου στους Δελφούς.
Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών πώς εντάσσεται στην παράσταση;
Εξετάζοντας τη μνήμη και τους μηχανισμούς της δεν προσπαθώ να μνημονεύσω την ιστορία αλλά να δράσω παρεμβατικά και να εμπλακώ κριτικά με αυτή. Με ενδιαφέρει η προσέγγιση στην έννοια της ιστορικότητας ως κάτι που βρίσκεται σε διαρκή μεταβολή ανάλογα με το υποκείμενο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτή ενεργοποιείται. Η δημιουργία ενός σύγχρονου έργου σ’ ένα χώρο βαρύνουσας ιστορικής ή πολιτιστικής σημασίας είναι από μόνη της μια πρόκληση. Σίγουρα δεν είμαι ο καλλιτέχνης που θα κληθεί να δημιουργήσει ένα έργο σε έναν τέτοιο χώρο εξυμνώντας αυτόν ή την αρχαία μας κληρονομιά. Ξέρετε, ο τόπος των Δελφών είναι πολυσήμαντος όπως και η ιστορία γενικά άλλωστε. Στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο, εκτός από τον ναό του Απόλλωνα, το αρχαίο θέατρο, την Κασταλία πηγή και άλλα μνημεία, υπάρχουν και οι Φαιδριάδες πέτρες για παράδειγμα, οι οποίες αποτελούσαν τόπο θανατικής εκτέλεσης των βεβήλων του Μαντείου. Προσωπικά με ενδιαφέρει ιδιαίτερα και αυτή η πλευρά της ιστορίας, αυτή των βέβηλων, των καταραμένων και των ηττημένων.
Ο χορός για τόσο φορτισμένα θέματα και σ’ ένα ιδιαίτερο περιβάλλον, τι συναισθήματα σας γεννά;
Σίγουρα υπάρχει μια έντονη φόρτιση, ακόμα και κάνοντας πρόβες εκεί, το νιώσαμε από την πρώτη φορά που πήγαμε. Παράλληλα θεωρώ πως και το ίδιο το έργο δυναμώνει κάθε φορά που βρισκόμαστε στον χώρο παρουσίασης του. Σταδιακά έχει αρχίσει να καλλιεργείται μια μαγνητική συνύπαρξη μεταξύ των χορευτών, της μουσικής σύνθεσης και του χώρου και αυτή η συνύπαρξη είναι τελικά που ενεργοποιεί και τον συναισθηματικό κόσμο του καθένα μας. Δεν είναι ο χώρος απο μόνος του όπως δεν είναι και το έργο απο μόνο του. Αυτή η “συνομιλία” μεταξύ σύγχρονου και κλασικού είναι που δημιουργεί και τη δυναμική του όλου project.
Οι θεατές που θα βρεθούν στην παράσταση, τι στοιχεία θέλετε να εισπράξουν από το χορό σας;
Πρόθεσή μου είναι να θέσω αυτά τα σώματα, αυτές τις μορφές, σαν “εισβολείς” στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών και μέσω της αλληλεπίδρασης κίνησης, εικόνας και ήχου, να προκληθεί μια χωρική δόνηση και μια επανανοηματοδότηση του μνημιακού χώρου. Ουσιαστικά, η χορογραφία, μέσω και της συνύπαρξής της με τα αρχαιολογικά ευρήματα, δημιουργεί ένα νέο τοπόσημο μέσα στον ίδιο τον χώρο των Δελφών και υποβάλλει κατά την διάρκεια της
performance μια εσωτερική, υποκειμενική ροή της αίσθησης του χρόνου στον θεατή η οποία και προκαλεί μια αναστοχαστική εμπειρία. Η άχρονη αυτή μετατόπιση που συντελείται, καλλιεργεί θα έλεγα -κατά κάποιο τρόπο- μια νέα, δεύτερη ροή στο εσωτερικό της συνείδησης, διεισδύοντας έτσι στα βάθη της ενθύμισης και της φαντασίας του κοινού.
Εσείς με ποια στοιχεία νιώθετε ότι είστε “ριζωμένος”;
Με τα παιδικά μου χρόνια. Ό,τι κοντινότερο δηλαδή στην ουτοπία την οποία αναζητώ και ονειρεύομαι μέσα από τη ζωή μου και τη δουλειά μου