Η Ελλάδα χρωστά πολλά στον Νίκο Γκάλη. Ήρθε ως ένας φέρελπις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κι όταν ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσει, είχε γίνει ο απόλυτος μύθος του αθλήματος στη χώρα (και συνεχίζει ακόμα να είναι). Κανείς δε θα μπορούσε να φανταστεί ότι σαν σήμερα, την 23η Ιουλίου του 1957, θα έβλεπε για πρώτη φορά τον κόσμο, εκείνος που έβαλε την Ελλάδα και τον Άρη για τα καλά στον ευρωπαϊκό μπασκετικό χάρτη. Ο άνθρωπος που άλλαξε τον ελληνικό αθλητισμό (και όχι μόνο), εκείνος που «έβαλε» το μπάσκετ σε κάθε σπίτι της χώρας, εκείνος που άλλαξε τον ρου της ιστορίας…
Όλα θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί τρομερά διαφορετικά, εάν δεν έπαιρνε μια πρωτοβουλία η μητέρα του. Ο Νίκος αρχικά ήθελε να ασχοληθεί με το μποξ, εκείνη όμως δεν άντεχε να τον βλέπει να γυρνά τραυματισμένος σπίτι, και τον προέτρεψε να σταματήσει, όπως κι έκανε. Παίζοντας στα ανοιχτά γήπεδα του Χάρλεμ, ήρθε σε επαφή με τη «σπυριάρα», την οποία και λάτρεψε. Επέλεξε να αγωνιστεί στο NCAA με τη φανέλα των «πειρατών» του Seton Hall με τους οποίους αναδείχθηκε τρίτο σκόρερ του πρωταθλήματος το 1979, με 27.5 πόντους μέσο όρο.
Επιλέχθηκε τότε από τους Μπόστον Σέλτικς στο νούμερο 68 του ντραφτ από τους Μπόστον Σέλτικς, όμως για καλή τύχη του Άρη, στάθηκε άτυχος. Σε μια προπόνηση τραυματίστηκα στον αστράγαλο, με αποτέλεσμα να μείνει πίσω και ο θρυλικός Μπιλ Φιτζ να τον «κόψει». Άρχισε λοιπόν να επεξεργάζεται την καλύτερη εναλλακτική. Ολυμπιακός, Παναθηναϊκός και Άρης τον προσέγγισαν, με τους κίτρινους τελικά να κερδίζουν την κούρσα. Μεγάλο ρόλο στην τελική επιλογή έπαιξε όπως είπε ο ίδιος, η προσέγγιση του Γιώργου Τσιλιγκαρίδη, που ήρθε πολύ απλά και ταπεινά, προσφέροντας του δύο εικόνες. Ο ίδιος εκτίμησε πολύ την κίνηση και τα όσα άκουσε, βάζοντας πλώρη για τη Θεσσαλονίκη.
Στο πρώτο παιχνίδι με τον Άρη, κόντρα στον Ηρακλή, σημείωσε 29 πόντους, αλλά ήταν άστοχος. Ο αρχηγός της ομάδας, Βαγγέλης Αλεξανδρής θυμάται: «Την επόμενη μέρα στην προπόνηση δεν άντεξα. Του είπα Νίκο έχασες πολλά σουτ. Από που τα έχασα με ρώτησε και ου έδειξα σημεία. Με κοιτάει και ρωτάει ξανά, εσύ τι πιστεύεις, θα τα ξαναχάσω; Και δεν τα ξανάχασε». Το 1982 έδωσε μια ιστορική παράσταση με 62 πόντους στην απόδραση του Άρη από τη Νίκαια με 114-113, με τον Παναγιώτη Γιαννάκη να βάζει 73!
Μετά το πρώτο πρωτάθλημα, το 1983, οι δύο αντίπαλοι συνέθεσαν ένα φονικό δίδυμο, κατακτώντας επτά πρωταθλήματα και έξι κύπελλα, με τρία συνεχόμενα νταμπλ και παρουσίες σε Final 4 Ευρωλίγκας το διάστημα 1988-1990. Μαζί οδήγησαν την Εθνική σε αρκετές διοργανώσεις με κορυφαία στιγμή το έπος του 1987. Εκείνο το ανεπανάληπτο καλοκαίρι, στο νεόδμητο τότε Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, όλη η Ευρώπη υποκλίθηκε σε εκείνον. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τα όσα έκανε σε εκείνη τη διοργάνωση, παίζοντας σαν εξωγήινος στο δρόμο για το χρυσό, ειδικά το καλάθι με διπλό «σπάσιμο» της μέσης απέναντι σε Παγκράσκιν και Ταρακάνοφ.
Το 1992 έφυγε για τον Παναθηναϊκό με ποσό ρεκόρ για την εποχή, ενός δισεκατομμυρίου δραχμών. Με 36 δικούς του πόντους, το «τριφύλλι» κατέκτησε το κύπελλο το 1993 απέναντι στον Άρη, για πρώτη φορά μετά από 7 χρόνια. Το 1995 ο Παναγιώτης Γιαννάκης βρέθηκε ξανά συμπαίκτης του, όμως η σεζόν τελείωσε νε σοκ. Ο κόουτς Κώστας Πολίτης, που ήταν εκείνος που τον είχε προτείνει στον Παναθηναϊκό, τον άφησε εκτός πεντάδας, απέναντι στους Αμπελοκήπους. Ο Γκάλης ένιωσε ότι υπάρχει ασέβεια στο πρόσωπό του κι έφυγε κατευθείαν από το Μετς με ταξί μέσα στη βροχή. Ήταν η τελευταία μέρα που θα φόραγε ποτέ τη φανέλα του παίκτη, είχε πάρει την απόφαση να σταματήσει και δεν έκανε ποτέ πίσω.
Έχουν πει πολλοί πολλά για εκείνον. Ίσως τα πιο σημαντικά να είναι τα λόγια δύο θρύλων του NBA:
«Δεν περίμενα ποτέ να βρω ένα τόσο ταλαντούχο παίκτη στην Ευρώπη» Μάικλ Τζόρνταν
«Ο Γκάλης κάνει πράγματα που ούτε οι παίκτες των Σέλτικς και των Λέικερς δε μπορούν να κάνουν» Μπομπ ΜάκΑντου