Πριν από 25 χρόνια, στις 27 Ιουλίου 1996, οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ατλάντα βρέθηκαν στο επίκεντρο ενός τρομοκρατικού χτυπήματος, που στόχο είχε να προκαλέσει δεκάδες θύματα.
Εκρηκτικός μηχανισμός γεμάτος βίδες και καρφιά, που είχε τοποθετηθεί σε εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού Πάρκου της Ατλάντα εξερράγη σκοτώνοντας έναν άνθρωπό και τραυματίζοντας πάνω από 100.
Νεκρή από θανατηφόρο τραυματισμό στο κεφάλι έπεσε η 44χρονη μητέρα, Αλίς Χόουθορν ενώ λίγο αργότερα έχασε τη ζωή του από έμφραγμα ο 40χρονος οπερατέρ της τουρκικής κρατικής ραδιοτηλεόρασης, Μελίχ Ουζουνιόλ.
«ΤΑ ΝΕΑ» της 29ης Ιουλίου 1996, δημοσιεύουν την ανταπόκριση του απεσταλμένου τους, Μανώλη Μαυρομάτη,
«Έρημοι δρόμοι, φώτα σβηστά, σιωπή στο μουντό ξημέρωμα και χιλιάδες απορίες. Λίγες ώρες πριν, η έκρηξη είχε κόψει την ανάσα της Ολυμπιάδας»
Το τρομοκρατικό χτύπημα
Ο χρόνος και ο τόπος του τρομοκρατικού χτυπήματος καθιστούσε σαφές ότι πρόθεση του δράση ήταν να προκαλέσει τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες.
«Η βόμβα, ακριβώς κάτω από το κτίριο του CNN και λίγα μέτρα πιο μακριά από τις εγκαταστάσεις των χορηγών των Ολυμπιακών Αγώνων, του τηλεοπτικού κέντρου (ΙΒC) όπου στεγάζονται όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα του κόσμου (περίπου 3.500 άτομα) κι ανάμεσα στο ΜPC (Κέντρο Γραπτού Τύπου, με 4.000 δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ) ενεργοποιήθηκε καθώς πεντακόσια άτομα παρακολουθούσαν ένα ορχηστρικό συγκρότημα»
Τα θύματα θα ήταν πολύ περισσότερα αν δεν ήταν ο φύλακας, Ρίτσαρντ Τζούελ, που ανακάλυψε τον εκρηκτικό μηχανισμό πριν αυτός εκραγεί και έδωσε έτσι στις αρχές τη δυνατότητα να απομακρύνουν εγκαίρως εκατοντάδες κόσμο.
«Ο θόρυβος από την έκρηξη ήταν τόσο έντονος, ώστε σχεδόν ολόκληρη η περιοχή σείστηκε, ενώ τα «προκάτ» καταστήματα στην πλατεία έπαθαν σοβαρές ζημιές. (…) Καθώς απομακρύνονταν ο κόσμος από το “Πάρκο”, τότε μόνο μπορούσε κάποιος να διακρίνει ότι ανάμεσά του, μητέρες με καροτσάκια και μέσα μωρά έδιναν τη “μάχη” για να φύγουν όσο γρηγορότερα γινόταν. Σκηνές από ταινίες που συνήθως παρακολουθούμε στο σινεμά διαδραματίζονταν σε μικρή απόσταση από το σημείο όπου περιμέναμε μαζί με άλλους συναδέλφους το αυτοκίνητο για να μας μεταφέρει στα ξενοδοχεία μας».
Ο δράστης
Όπως πολλές φορές συμβαίνει ο φύλακας Τζούελ, πολύ σύντομα, από ήρωας μετατράπηκε σε υπ’ αριθμόν ένα ύποπτο.
Όπως γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 5ης Αυγούστου του 1996, επιβαρρυντικά στοιχεία θεωρήθηκαν η «η μανία του με τα όπλα και τη σκοποβολή», η «συμπάθειά του προς τις εξτρεμιστικές οργανώσεις της Ατλάντα» αλλά και το γεγονός ότι «στο εξοχικό σπιτάκι του βρέθηκαν ένα μάτσο βίδες και καρφιά, σαν αυτά που τρύπησαν το κεφάλι της Άλις Χόθορν, μιας μητέρας από τη Τζόρτζια, στον τόπο της έκρηξης. Ήταν τοποθετημένα στον πυροσωλήνα του «όπλου». Ο Ρίτσαρντ διατείνεται ότι τα μάζεψε από το Πάρκο για «ενθύμιο». »
Για αρκετό καιρό μπήκε στο στόχαστρο των αρχών ώσπου αποδείχθηκε η αθωότητά του.
Έναν χρόνο περίπου αργότερα, το 1997, δύο ακόμα εκρήξεις, σε μία κλινική εκτρώσεων και σε ένα μπαρ λεσβιών, οδήγησαν τελικά στην εξακρίβωση της ταυτότητας του δράστη, τον Έρικ Ράντολφ, όχι όμως και στη σύλληψή του.
Ο Ράντολφ διέφυγε και με την στήριξη, μάλιστα, των ντόπιων, ζούσε για χρόνια ως φυγάς στα Απαλάχια Όρη, που γνώριζε από παιδί.
Εκεί, στην κωμόπολη Μέρφι ο Ράντολφ συνελήφθη, το 2003 την ώρα που έψαχνε για φαγητό στα σκουπίδια ενός σούπερ μάρκετ.
Σήμερα εκτίει τετράκις ισόβια κάθειρξη σε φυλακή του Κολοράντο.