Σπούδασε ψυχολογία, εργάστηκε ως ξεναγός αλλά κατάφερε να ασχοληθεί με την τέχνη της υποκριτικής και της μουσικής. Διεκδικεί το υψηλό στη ζωή της και δεν σταμάτησε ούτε όταν κοίταξε τον θάνατο στα μάτια
Πρώτη φορά παίξατε σε επιθεώρηση, στο «1821» των Δημήτρη Καραντζά και Φοίβου Δελληβοριά. Ποια εντύπωση σας άφησε;
Ηταν μια ευκαιρία να συνδυάσω και τις δύο μου αγάπες, την υποκριτική και τη μουσική. Τραγουδούσα από μικρό παιδί αλλά επαγγελματικά ξεκίνησα να ασχολούμαι από τα 30 μου. Είχα κλασική παιδεία στη μουσική. Σπούδασα πιάνο αλλά κάποια στιγμή το εγκατέλειψα.
Γιατί;
Δεν μου έφτανε εκφραστικά το πιάνο, γι’ αυτό και ακολούθησα το τραγούδι και την υποκριτική. Ηθελα το εργαλείο μου να είναι το σώμα μου και όχι ένα μουσικό όργανο. Γι’ αυτό και έγινα ηθοποιός. Από τα 25 μου χρόνια άρχισα να δουλεύω και τη φωνή μου.
Παρ’ όλα αυτά είστε καταχωρημένη ως ηθοποιός στη συνείδηση του περισσότερου κόσμου. Αυτό ήταν κάτι που το επιδιώξατε;
Βέβαια, αλλά τη μουσική δεν την άφησα ποτέ. Παράλληλα με τις παραστάσεις έκανα μουσικές βραδιές όπου παρουσίαζα τραγούδια από το θέατρο, από την επιθεώρηση και από το μιούζικαλ.
Ποιες είναι οι φωνές που σας έκαναν να ονειρεύεστε όταν τις ακούγατε;
Θαύμαζα και θαυμάζω πολύ τη Φλέρυ Νταντωνάκη, τη Μαρίκα Νίνου και τη Βίκυ Μοσχολιού, για διαφορετικούς λόγους. Η Φλέρυ ήταν ένα ξωτικό. Οταν τραγουδούσε νομίζεις ότι ο η φωνή της ερχόταν από τον ουρανό. Η Μαρίκα Νίνου είχε μια θεία χροιά. Με έλκυε η σοβαρότητα με την οποία τραγουδούσε. Ηταν σαν να κατείχε τη δυτική μουσική, είχε μια τέτοια συγκρότηση, αλλά τραγουδούσε σε ανατολικούς δρόμους. Εδινε την αίσθηση ότι ακροβατούσε ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους. Ηταν ένα εγγενές στοιχείο. Είχε το χάρισμα της ζωής και της χαράς. Δεν είναι τυχαίο ότι εγκατέλειψε από τις πρώτες την καρέκλα στο πάλκο και σηκώθηκε όρθια. Ηταν τόλμημα για την εποχή της. Εκανε μεγάλη τέχνη. Η Βίκυ Μοσχολιού ήταν η κυρία του λαϊκού τραγουδιού, η αρχόντισσα. Το έδειχνε με τη φωνή της αλλά και με τη στάση της. Και οι τρεις τραγούδησαν τους πιο σπουδαίους συνθέτες. Πάνω από όλους και απ’ όλα βέβαια είναι η Μαρία Κάλλας. Αν δεν είχα γίνει ηθοποιός, θα είχα γίνει τραγουδίστρια της όπερας.
Ποιο τραγούδι από αυτά που έχετε στα προγράμματα σας ταράζει πάντα όταν το ερμηνεύετε;
«Της ταβέρνας το ρολόι» (στίχοι-μουσική Βασίλης Τσιτσάνης). Με συγκινεί η προσφορά που έχει, «ρίξε στο ποτήρι σου φαρμάκι για χατίρι σου και φέρ’ το να το πιω και να πεθάνω εγώ για σένα».
Υπήρξε περίοδος στη ζωή σας που βιώσατε αυτό το συναίσθημα;
Ε, ναι. Στον έρωτα νιώθουμε ότι σβήνουμε, ότι υπάρχουμε μόνο για τον άλλον. Είναι βιωμένο συναίσθημα, όπως για τους περισσότερους.
Ζήσατε τον έρωτα μέσα από δραματικό τρόπο;
Είμαι άνθρωπος των άκρων και των υψηλών θερμοκρασιών – όταν συναγελάζομαι με τους ανθρώπους, όταν βρίσκομαι στη σκηνή – πάντα και παντού.
Είστε όμως χαμηλών τόνων…
Είναι η παιδεία μου αυτή.
Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε;
Σε αστικό. Η μητέρα μου δεν εργαζόταν και ο πατέρας μου ήταν οικονομολόγος. Την αγάπη για τις τέχνες την πήρα από τη μητέρα μου που είναι φιλότεχνη. Ο πατέρας μου αποδέχθηκε κάποια στιγμή την κλίση μου και τον έκανα υπερήφανο.
Είχε επιφυλάξεις;
Ναι, διότι ήταν ένας άγνωστος κόσμος για εκείνον. Εγώ, από την άλλη, έβλεπα τη ζωή με έναν ποιητικό τρόπο. Μεγάλωσα με την ποίηση και τη λογοτεχνία, τη μουσική και τις τέχνες. Αυτό ήταν λογικό να δημιουργούσε ανασφάλεια στον πατέρα μου.
Πότε καταφέρατε να τον πείσετε;
Οταν πήρε τη σύνταξή του, χαλάρωσε από τις ευθύνες του και το διαπίστωσε μόνος του. Είδε ότι αυτός ήταν ο δρόμος μου και όχι κάτι άλλο που φανταζόταν: να γίνω δηλαδή δικηγόρος, αρχιτέκτονας κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά έκανα σπουδές ψυχολογίας, εργάστηκα ως ξεναγός – γιατί μιλάω αγγλικά και γαλλικά – και έπειτα πήγα στη σχολή Βεάκη.
Το ότι ήσασταν ένα μορφωμένο κορίτσι με εφόδια σας έδινε μια ασφάλεια σε ό,τι αφορά τον βιοπορισμό σας – άσχετα από την οικονομική κατάσταση των γονιών σας;
Ετσι είναι. Θα μπορούσα να είχα γίνει επίσης ή αρχαιολόγος ή ξεναγός. Με συναρπάζουν τα έργα του ανθρώπου, είτε είναι πνευματικά είτε υλικά. Οταν ανεβαίνω στην Ακρόπολη «βγαίνω» τελείως από τη ζωή μου. Γι’ αυτό και δεν συνέχισα ως ξεναγός. Διότι είναι μια δουλειά που πατάει στη γη και εγώ πετάω στα σύννεφα. Και η δουλειά του ηθοποιού μπορεί να μην είναι στα σύννεφα αλλά είναι πάνω από τη ζωή.
Υπήρξαν στιγμές στην πορεία σας που οι συνθήκες της εργασίας που επιλέξατε σας προσγείωσαν;
Η τέχνη απαιτεί δουλειά, σκληρή προετοιμασία και κόπο. Θεωρώ ότι αν δεν υπάρχουν αυτά τα στοιχεία δεν έχεις κανένα αποτέλεσμα. Ετσι μπορείς μόνο να σηκωθείς λίγο πάνω από την επιφάνεια της γης. Ομολογώ όμως ότι στη διάρκεια των ζυμώσεων δεν είχα συγκρούσεις. Βίωσα ελάχιστες απογοητεύσεις. Είχα την τύχη να μάθω το θέατρο από σημαντικούς και εμπνευσμένους ανθρώπους. Αναφέρομαι στον Βασίλη Παπαβασιλείου και στον Λευτέρη Βογιατζή. Οταν έχεις έναν μεγάλο δάσκαλο, δεν έχεις το περιθώριο να έρθεις σε ρήξη γιατί προσπαθείς να φτάσεις σε αυτό που εκείνος σου θέτει ως στόχο. Είναι η διαδικασία της μάθησης. Σε όποιον χώρο βρέθηκα πήρα τα καλά στοιχεία. Τις εμπειρίες πρέπει να τις κάνουμε το όχημα που μας πάει παρακάτω.
Πώς αισθανθήκατε, έχοντας αυτές τις ωραίες εμπειρίες, όταν βγήκαν στο φως της δημοσιότητας οι σκοτεινές πλευρές του χώρου σας;
Ενιωσα μεγάλη στενοχώρια. Η εξουσία είναι στη ζωή όλων των ανθρώπων Και είναι πολύ δύσκολο να τη διαχειριστεί κάποιος. Είναι πολύ εύκολο να μιλάς όταν βρίσκεσαι με τους άλλους. Οταν σου δοθεί η εξουσία αντιπαρατίθεσαι με τον εαυτό σου και εκεί θα πρέπει να υπερισχύσουν υψηλές έννοιες της ζωής, όπως η δικαιοσύνη, το μέτρο, ο σεβασμός και η εκτίμηση της ανθρώπινης υπόστασης. Κατά την άποψή μου αναδύθηκαν τα συγκεκριμένα περιστατικά διότι ήταν πρόσφορο το έδαφος, με τα θέατρα κλειστά. Φυσικά καλώς έκανε και βγήκε στο φως αυτή η παθογένεια του χώρου. Ηταν πολύ σπουδαίο. Ο λόγος που δεν δημοσιοποιήθηκαν νωρίτερα είναι γιατί τώρα προέκυψαν οι ιδανικές συνθήκες. Ο ηθοποιός είναι εξαρτώμενος από τον σκηνοθέτη, από τον παραγωγό, από τον πρωταγωνιστή. Επίσης το θέατρο είναι μια ομαδική δουλειά, δεν είναι εύκολο να αποχωρήσεις. Στην πανδημία μείναμε με τον εαυτό μας σπίτι μας, σκεφτήκαμε πολύ, αντιμετωπίσαμε τη ζωή με άλλες παραμέτρους. Ο χρόνος σταμάτησε να τρέχει τόσο γρήγορα.
Πότε άλλοτε είχε σταματήσει για εσάς ο χρόνος;
Οταν αρρώστησα πολύ βαριά στα 42 μου χρόνια. Ημουν στο νοσοκομείο με πολύ βαριά πνευμονία στην εντατική. Επέζησα από θαύμα. Αυτή η εμπειρία σού αναποδογυρίζει τον κόσμο, όταν φτάνεις δηλαδή τόσο κοντά στο θάνατο. Εκεί κατάλαβα ότι στον άνθρωπο δεν ανήκει τίποτα παρά μόνο το σώμα του. Ολα τα άλλα είναι τυχαία, οι γονείς του, τα αδέλφια του, η χώρα που ζει, οι φίλοι του, η δουλειά του. Αυτό όμως κατ’ επέκταση σημαίνει ότι είναι ελεύθερος. Μπορεί να πάρει το σώμα του, να πάει όπου θέλει και να κάνει ό,τι θέλει και να ζήσει όπως το επιθυμεί.
Το περιγράφετε με έναν τελείως απελευθερωτικό τρόπο.
Μα πράγματι με απελευθέρωσε. Κρατήθηκα σε αυτές τις δύσκολες στιγμές από τη συνειδητοποίηση ότι η ζωή είναι ένα αθόρυβο δώρο. Ξέρετε, η ασθένειά μου είχε να κάνει με τους πνεύμονες, που είναι ένα όργανο που έχουμε στο σώμα μας και δεν το νιώθουμε. Είναι εκεί και μας δίνει τη ζωή μέσα από την ανάσα. Και αυτή η αναπνοή είναι που με έκανε να φτάσω ώστε να αλλάξω τη σωματική μου κατάσταση. Μιλάτε για την απώλεια των κιλών σας. Βέβαια, έχασα 35 κιλά σε ενάμιση χρόνο διότι ένιωθα πια ότι δεν έχω αναπνοή. Οχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Επρεπε να κάνω μία μεγάλη αλλαγή γιατί είχε μικρύνει η αναπνοή μου. Ηθελα να είμαι πιο ελεύθερη και πιο ανάλαφρη. Επρεπε να ανοίξω έναν καινούργιο παράδρομο για να βγω από έναν λαβύρινθο ο οποίος δεν με έβγαζε πουθενά. Εκανα μια αναγέννηση.
Το πρώτο στοιχείο της αναγέννησής σας ήταν να αλλάξετε το σώμα σας…
Δεν ήθελα να έχω τη συναισθηματική εξάρτηση που είχα από παιδί με το φαγητό.
Τι σας είχε οδηγήσει σε αυτό;
Κάποια στιγμή σταμάτησα και να τρώω όταν ήμουν μικρή. Αυτό πρέπει να είχε σχέση με τη μητέρα μου. Οταν ένα παιδί σταματάει να τρώει σημαίνει ότι διεκδικεί την προσοχή των γονιών του. Ηθελα περισσότερη αγάπη.
Η εξωτερική σας εμφάνιση – πριν χάσετε τα 35 κιλά – επηρέαζε τις σχέσεις σας με τους άλλους ανθρώπους;
Προφανώς. Στο θέατρο σίγουρα.
Σας έχουν απορρίψει λόγω κιλών;
Δεν μου το έχει πει κανείς αλλά υποθέτω πως ναι. Αλλά και στις προσωπικές μου σχέσεις, γιατί άνθρωποι είμαστε και επηρεαζόμαστε από την εικόνα.
Με την αλλαγή στην εξωτερική σας εμφάνιση επαναπροσδιορίζετε κατά κάποιον τρόπο και τις επαγγελματικές και τις προσωπικές σχέσεις σας…
Φυσικά. Είμαι πια η Ελένη πριν αποκτήσω το βάρος από το οποίο απαλλάχθηκα, με άλλες όμως εμπειρίες, άλλη αυτοπεποίθηση και άλλη θέση στη ζωή. Και ξανά προς τη δόξα τραβά…