Η αγάπη που σε πνίγει και εκείνη που σου δίνει φτερά για να πετάξεις. Οι επιλογές που σε ακολουθούν. Οι κοινωνικές συμβάσεις, η αντισυμβατική στάση απέναντι στη ζωή. Η βία και το χάδι. Οι προκαταλήψεις και η άδολη αποδοχή…
Στο νέο της μυθιστόρημα «Χαρακιές πάνω στον χρόνο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, η Αφροδίτη Βακάλη μιλά για έναν μονόδρομο. Αυτόν της Αλήθειας. Της Αλήθειας της ψυχής. Αυτή μονάχα μπορεί να λυτρώσει τους ήρωές της. Κρύβεται μέσα τους, αδυνατούν όμως να την δουν. Θα τα καταφέρουν άραγε; Η απάντηση ξεδιπλώνεται σελίδα-σελίδα, μέσα από την δυνατή της ιστορία.
Πρωταγωνίστρια είναι μια κοπέλα, εγκλωβισμένη σ’ ένα σπίτι που έχει παντού χαραγμένο τ’ όνομά της, ασφυκτιά μέσα στον γάμο της, στη φυλακή που αντί για σίδερα έχει λέξεις. Πρωταγωνιστής, ένας άντρας, μεγαλωμένος με τη ρετσινιά του «μπάσταρδου», μοναχικός, σκληρός, συναισθηματικά λειψός, ακροβατεί στο περιθώριο μιας κοινωνίας που από νωρίς τον απορρίπτει και τον εχθρεύεται. Ένας έρωτας, μια αμοιβαία ανάγκη, μια φυγή και ένα άδοξο τέλος.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, ένας ξένος, ταλαιπωρημένος απ’ το ταξίδι, βρίσκει θαλπωρή και καταφύγιο στο σπίτι μιας γυναίκας που είναι γεννημένη ν’ αγαπά, να προσφέρει, να γαληνεύει τους ανθρώπους. Πιο πέρα, στο δάσος, η Ελισσώ. Γιάτρισσα, μαΐστρα, κατέχει τη γνώση, τη Σοφία της ζωής. Ρίχνει τους ρούνους και βλέπει το πριν και το μετά. Μα δεν τα βλέπει όλα… Ένα μυστικό. Ένας γρίφος, που ζητάει να λυθεί. Ψυχές ταραγμένες που προσπαθούν να ισορροπήσουν, να βρουν τον σκοπό τους και να γιατρευτούν. Μόνος δρόμος, η αλήθεια∙ αυτή που κρύβεται μέσα τους κι αδυνατούν να δούνε. Αυτή μονάχα μπορεί να τους λυτρώσει. Η αλήθεια της ψυχής. Τίποτα πέρα απ’ αυτήν, τίποτα χωρίς αυτήν…
Πώς προέκυψε η έμπνευση για το νέο σας βιβλίο;
Σε κάθε βιβλίο μου, η έμπνευση προέρχεται από ένα συγκεκριμένο χαρακτήρα. Σχηματίζεται ένας ήρωας στο μυαλό μου και μαζί του γεννιέται η επιθυμία, για να μην πω η ανάγκη, να διηγηθώ την ιστορία του. Τον τοποθετώ σε ένα χώρο, τον πλαισιώνω με πρόσωπα και τον αφήνω να με οδηγήσει σε ένα καινούργιο συγγραφικό ταξίδι. Κάποιες φορές, χάνει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Παραμένω ευγνώμων απέναντι του, καθώς αναγνωρίζω ότι αυτός υπήρξε το έναυσμα για να ξεκινήσω το νέο μου βιβλίο. Έτσι λειτουργώ. Ακολουθώ χαρακτήρες και όχι ιδέες για να πλάσω μια ιστορία.
Στην ιστορία σας παίζετε με τα στερεότυπα, τις κοινωνικές συμβάσεις, τη βία αλλά και την αγάπη. Πώς τα μπλέκετε όλα αυτά μαζί;
Πιστεύω ότι με τον ίδιο τρόπο που τα μπλέκει και η ίδια η ζωή. Η αγάπη, η βία, οι συμβάσεις, τα στερεότυπα υπάρχουν παντού γύρω μας. Όπως υπάρχουν και μέσα μας, ασχέτως αν κάποιοι καταφέρνουμε να τιθασεύσουμε ορισμένα από αυτά. Δε δυσκολεύτηκα, λοιπόν, να τα συνδυάσω στην ιστορία μου. Άλλωστε, τα στερεότυπα και οι κοινωνικές συμβάσεις είναι αλληλένδετα, η βία απορρέει συχνά από αυτά ή από τα συναισθήματα που αυτά γεννούν, και η αγάπη… η αγάπη άλλοτε λειτουργεί σαν καταλύτη, άλλοτε μας προσφέρει καταφύγιο και άλλοτε μας δίνει τη δύναμη να συγχωρήσουμε, να αποδεχτούμε, ακόμη και να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας κάποιες φορές.
Οι δύο κεντρικοί σας ήρωες, “περιθωριακοί” και οι δύο κατά κάποιο τρόπο, σε ποιον κοινό τόπο συναντιούνται κι έρχονται κοντά;
Περιθωριακοί ή μη, οι ήρωες μου συναντιούνται στο σημείο που τέμνονται οι ανάγκες τους. Και στο σημείο αυτό, πάντοτε γεννιούνται έντονα συναισθήματα τα οποία φέρνουν κοντά τους ανθρώπους ή τους απομακρύνουν ακριβώς όπως κάνουν και οι ίδιοι ή οι αντίθετοι πόλοι ενός μαγνήτη. Ο έρωτας είναι ένα τέτοιο συναίσθημα, και μέσα από αυτόν προσπαθούν και οι δικοί μου ήρωες να καλύψουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, τις βαθύτερες εσωτερικές τους ανάγκες. Άλλωστε, όλοι μας χρησιμοποιούμε κάποιες φορές τον έρωτα σαν δεκανίκι για να προχωρήσουμε, ειδικά όταν δεν έχουμε πού αλλού να στηριχθούμε. Και όταν αργότερα καταφέρουμε να σταθούμε στα πόδια μας, συχνά τον πετάμε στην άκρη, αχρείαστο πια και περιττό. Αυτός είναι, λοιπόν, είναι ο κοινός τόπος που συναντιούνται οι ήρωες μου, όπως και όλοι μας σε αυτή τη ζωή.
Ο μονόδρομος της αλήθειας και της ψυχής, πόσο σημαντικός είναι για εσάς;
Για μένα, είναι πολύ σημαντικός. Θεωρώ ότι αν δεν καταφέρουμε να γνωρίσουμε σε βάθος τον εαυτό μας, να συνειδητοποιήσουμε και κυρίως να αποδεχτούμε ποιοι είμαστε πραγματικά, ποια είναι η αλήθεια της ψυχής μας, δεν θα μπορέσουμε να ισορροπήσουμε, να ωριμάσουμε και να εξελιχθούμε. Αυτή, φυσικά, είναι μια δύσκολη και επώδυνη διαδικασία, καθώς πρέπει να σκάψουμε βαθιά, να αφαιρέσουμε τα στρώματα από ψευδείς εικόνες περί επιτυχίας, ευτυχίας, από όλα τα «πρέπει» και τα «θέλω» που η οικογένεια, η ανατροφή μας και η κοινωνία έχουν τοποθετήσει πάνω της, έτσι ώστε να μπορέσουμε να την ανακαλύψουμε, να απελευθερωθούμε από ό,τι δε μας εκφράζει, δε μας αγγίζει, και να βαδίσουμε τον δικό μας προσωπικό δρόμο.
Οι δικές σας χαρακιές πάνω στο χρόνο ποιες είναι;
Οι δικές μου «χαρακιές», όπως και όλων μας, είναι δύο ειδών. Αυτές που κουβαλάω μέσα μου και έχουν προκληθεί από τα λάθη μου και τις εσφαλμένες επιλογές ή εκτιμήσεις που έχω κάνει τόσο ατόμων, όσο και καταστάσεων. Τις αποδέχομαι όμως και τις αγαπώ διότι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πορείας προς την ωρίμανση και την εξέλιξη μου ως άτομο. Και υπάρχουν και οι άλλες, αυτές που πιθανόν έχω αφήσει στο μυαλό και στην καρδιά των δικών μου ανθρώπων, των μαθητών και των αναγνωστών μου.
Γράφοντας το βιβλίο, σε ποιους αναγνώστες απευθυνόσασταν; Ποιους είχατε κατά νου;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν έχω ποτέ κάποιο συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό στο μυαλό μου όταν γράφω. Χτίζοντας την ιστορία μου, καταθέτω σκέψεις, απόψεις και προβληματισμούς πάνω σε διάφορα θέματα, επιδιώκοντας να τα μοιραστώ με τους αναγνώστες και πιθανόν να τους δώσω τροφή για σκέψη. Δεν μπορώ να ξέρω ποιους εξ αυτών θα «αγγίξει» το κείμενο μου, θα συγκινήσει ή θα προβληματίσει. Αλλά και να ήξερα, δε θα έκανα κάτι διαφορετικό. Δεν μου αρέσει, άλλωστε, να τοποθετώ τους ανθρώπους σε «κουτάκια» και να τους χαρακτηρίζω. Συνεπώς, οι Χαρακιές –όπως και κάθε προηγούμενο βιβλίο μου – απευθύνονται σε όλους, γνωρίζοντας φυσικά ότι σε κάποιους θα αρέσουν και σε κάποιους άλλους, όχι. Κάποιους θα συγκινήσουν και κάποιους, ίσως, να τους αφήσουν αδιάφορους, όπως συμβαίνει και με όλα τα πράγματα στη ζωή.