Αδιαμφισβήτητα ένα από τα πιο εμβληματικά τραγούδια ενός μουσικοσυνθέτη που δημιούργησε αμέτρητα αριστουργήματα της ελληνικής μουσικής, το «Σφαγείο» του Μίκη Θεοδωράκη είναι χαραγμένο στη μνήμη όλων των Ελλήνων.
«Χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα τον Ανδρέα / μετρώ τους χτύπους το αίμα μετρώ / πίσω απ’ τον τοίχο πάλι θα ’μαστε παρέα / τακ τακ εσύ τακ τακ εγώ», τραγουδούσε ο ίδιος ο Μίκης στην πρώτη εκτέλεση του «Σφαγείου»
Ποιος ήταν, όμως, ο Ανδρέας για τον οποίο έγραφε ο, εκλιπών πια, Θεοδωράκης, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών, γεμίζοντας θλίψη ολόκληρη τη χώρα;
Το ανατριχιαστικό τραγούδι, που συμπεριλαμβανόταν στο έργο «Τα τραγούδια του Ανδρέα», ήταν ένας φόρος τιμής στον φίλο, συναγωνιστή και συγκρατούμενο του Μίκη στο κολαστήριο της Μπουμπουλίνας.
Ο ίδιος έλεγε πως δεν ήταν παρά «ένα ελάχιστο δείγμα της αγάπης και του θαυμασμού μου στο πρόσωπό του».
Στο αυτοβιογραφικό του έργο «Το Χρέος», ο Θεοδωράκης περιέγραφε:
«ΚΕΛΙ ΑΡ.3. Το κελί των γυναικών. Στον τοίχο κολλημένες φωτογραφίες παιδιών. Το γυναικείο άρωμα κρέμεται από το ταβάνι. Πλησιάζω το παράθυρο. Ο φωταγωγός. Η ταράτσα. Ο θόρυβος των γραφείων. Οι άγριες φωνές. Χτυπώ.
Πλάι στο αποχωρητήριο, το πρώτο μου κελί. Ο ιούδας ανοιχτός. Βάζω βιαστικά το μάτι. Ο Αντρέας! Υποχωρώ. Ένα μάτι με παρατηρεί. Μετά μεγαλώνει. Μπαίνω στο ‘‘μέρος’’. Χτυπώ τον τοίχο συνθηματικά. Ξαναβγαίνω. Μια γρήγορη ματιά.
Ο Αντρέας καθισμένος κατάχαμα, χορεύει! Μεσ’ στο κελί ετοιμάζω το Μορς των φυλακών».
Και συνεχίζει:
«Μετά ξαπλώνω πλάι στον τοίχο κι αρχίζουμε το κουβεντολόι. Ο Αντρέας μου διηγήθηκε τη δράση του και τη σύλληψή του. Τις ανακρίσεις και το μαρτύριό του πάνω στην ταράτσα.
‘‘Με χτυπούσαν με μικρούς σάκκους γιομάτους με άμμο στο κεφάλι, γιατί γνώριζαν πως είχα μετατραυματική επιληψία…’’».
Η πραγματική ταυτότητα του Ανδρέα
Ο παλιός φίλος και συγκρατούμενος του Θεοδωράκη στον τέταρτο όροφο της Γενικής Ασφάλειας στην οδό Μπουμπουλίνας, δεν ήταν άλλος από τον Ανδρέα Λεντάκη, ένα ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς με σημαντική αντιδικτατορική δράση.
Με πλούσια δράση στα πλαίσια του φοιτητικού κινήματος, ο Λεντάκης, απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπέστη αποτρόπαια βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της Χούντας των Συνταγματαρχών, καθώς εκτός των άλλων ήταν και ιδρυτικό στέλεχος της Νεολαίας Λαμπράκη.
Πέρασε συνολικά τέσσερα χρόνια της ζωής του στη φυλακή και την εξορία.
Η μεταπολιτευτική του πορεία
Κατά τη Μεταπολίτευση, γίνεται ιδρυτικό στέλεχος και αργότερα βουλευτής του Συνασπισμού, ενώ υπηρετεί και ως δήμαρχος Υμηττού.
Το 1993 προσχωρεί στην Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά και εκλέγεται εκ νέου βουλευτής.
Κατά τη δάρκεια της ζωής του, άφησε ένα πλούσιο έργο που περιλαμβάνει την αρθρογραφία του σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες, αλλά και πολιτικά, ιστορικά και αρχαιολογικά πονήματα και λογοτεχνικά έργα.
Το 1997 έφυγε από τη ζωή μετά από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 62 ετών.
Και φυσικά, θα είναι για πάντα η έμπνευση ενός από τα σημαντικότερα ελληνικά τραγούδια, που εκτός της φρίκης της δικτατορίας, καταφέρνει να αποτυπώσει και την ελπίδα όπως αυτή προκύπτει από τον αγώνα και την αλληλεγγύη.
Γιατί, εκτός του στίχου «χτυπούν το βράδυ στην ταράτσα των Ανδρέα», οι στίχοι μας θυμίζουν πως το «τακ-τακ» «πάει να πει σε αυτή τη γλώσσα τη βουβή, βαστάω γερά, κρατάω καλά».
Και ότι η παρουσία του συντρόφου, έχει μια μαγική συνέπεια: «Μύρισε το σφαγείο μας θυμάρι και το κελί μας κόκκινο ουρανό».