Mε τη σφραγίδα της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε συνταγματικός σχεδόν στο σύνολό του ο νόμος του 2020, με τις διατάξεις του οποίου ρυθμίζεται το καθεστώς σχετικά με τους δασικούς χάρτες.
Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με δύο αποφάσεις (πρόεδρος Μαίρη Σάρπ) έκρινε τις διατάξεις του νόμου 4685 του 2020 συνταγματικές, ανοίγοντας τον δρόμο για την εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας.
Το νέο σύστημα με τον νόμο του 2020 που κρίθηκε συνταγματικός έχει ως εξής : Δασική έκταση είναι ό,τι καλύπτεται από δασική βλάστηση όχι μόνο σήμερα, αλλά και κατά το παρελθόν, αρκεί να μην έχει εκδοθεί διοικητική πράξη, που να αλλάζει τη χρήση της , κατά βάση, πριν από το Σύνταγμα του 1975 και για όσο χρόνο συνεχίζεται η χρήση που επιτράπηκε.
Συγκεκριμένα, προβλέπει, ότι εκτάσεις στις οποίες υπήρξε γεωργική χρήση πριν από το Σύνταγμα του 1975, δεν είναι πλέον δασικές, εφόσον εξακολουθούν να καλλιεργούνται ως σήμερα.
Προβλέπει επίσης ότι εξαιρούνται από τη δασική νομοθεσία και, άρα, δεν εμφανίζονται στους χάρτες ως δασικές, οι περιοχές όπου έχουν εγκατασταθεί βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ακόμη και μετά το Σύνταγμα του 1975, μόνον, όμως, εφόσον η ίδρυσή τους έχει επιτραπεί βάσει διοικητικών πράξεων.
Αντίστοιχες ρυθμίσεις περιέχει ο νόμος και για τις περιοχές που καταλαμβάνονται από εγκεκριμένα σχέδια πόλεων ή περιλαμβάνονται εντός οικισμών, τα όρια των οποίων έχουν καθορισθεί με διοικητικές πράξεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, έστω και μετά την ισχύ του Συντάγματος του 1975.
Τι ακύρωσε το ΣτΕ
Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε ως αντίθετες με το Σύνταγμα, τις διατάξεις που εξαιρούσαν από τη δασική νομοθεσία, εκτάσεις για τις οποίες είχαν εκδοθεί οικοδομικές άδειες, στην περίπτωση που αυτές δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί.
Κρίθηκε, ειδικότερα, ότι η εφαρμογή της διάταξης αυτής θα επέτρεπε την εκχέρσωση δασικών εκτάσεων, για πρώτη φορά σήμερα, με σκοπό την ανέγερση κτιρίων, γεγονός αντίθετο με την ήδη ισχύουσα συνταγματική προστασία των δασών.
Τέλος, το ΣτΕ ομόφωνα επιβεβαίωσε την ισχύουσα νομολογία του περί χρονικής προτεραιότητας του Δασολογίου έναντι του Κτηματολογίου, υπό την έννοια ότι η κτηματογράφηση πρέπει να στηρίζεται σε αξιόπιστους δασικούς χάρτες, ώστε το Δημόσιο να μπορεί αποτελεσματικά να ασκήσει τα δικαιώματά του και να προστατέψει τη δημόσια περιουσία από διεκδικήσεις τρίτων επί δασικών εκτάσεων.