Ανακαλεί η Γαλλία τους πρέσβεις της από τις ΗΠΑ και την Αυστραλία, σύμφωνα με ανακοίνωση του γαλλικού ΥΠΕΞ, την οποία μεταδίδει το Reuters.
Όπως αναφέρει το πρακτορείο, μάλιστα, η Γαλλία υποστηρίζει πως έλαβε αυτή την πρωτοφανή απόφαση, λόγω της σοβαρότητας της ανακοίνωσης ΗΠΑ – Αυστραλίας στις 15 Σεπτεμβρίου.
Υπενθυμίζεται ότι, στις 15 του μήνα, ανακοίνωσαν νέα συμμαχία εθνικής ασφάλειας οι ηγέτες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Αυστραλίας, Τζο Μπάιντεν, Μπόρις Τζόνσον και Σκοτ Μόρισον σε μια προσπάθεια, όπως ανέφεραν, να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια ισχύς της Κίνας.
Οι τρεις ηγέτες παρουσίασαν το νέο σύμφωνο ασφαλείας που προβλέπει, προς επίτευξη του στρατηγικού στόχου, την κοινή χρήση προηγμένων τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής τεχνολογίας υποβρυχίων.
Σύμφωνα με το αυστραλιανό μέσο ενημέρωσης , The Sydney Morning Herald, ως μέρος του συμφώνου, γνωστού με την ονομασία AUKUS, από τα αρχικά των τριών χωρών (Australia, United Kingdon, United States), οι ΗΠΑ θα βοηθήσουν την Αυστραλία να αναπτύξει δύναμη πυρηνικών υποβρυχίων.
Πανωλεθρία για τη Γαλλία
Μετά από αυτή τη θεαματική ανακοίνωση, η οποία θα φέρει τις ΗΠΑ να μοιράζονται ιδιαίτερα ευαίσθητη τεχνολογία, η Αυστραλία θα πρέπει να ακυρώσει, σύμφωνα με τον αυστραλιανό Τύπο, τη γιγαντιαία παραγγελία συμβατικών υποβρυχίων από τη Γαλλία, ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, την οποία ο πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, έχει δεσμευτεί να υπερασπιστεί.
Η Καμπέρα και το Παρίσι είχαν υπογράψει επίσημα, τον Φεβρουάριο του 2019, έγγραφο για τη διμερή «στρατηγική εταιρική σχέση» τους, το οποίο συμπεριελάμβανε κολοσσιαία σύμβαση, αξίας 50 δισεκατομμυρίων αυστραλιανών δολαρίων (31 δισ. ευρώ), για την κατασκευή 12 προηγμένων υποβρυχίων, που προορίζονταν για το Πολεμικό Ναυτικό της Αυστραλίας, σχεδιασμένων από τα γαλλικά υποβρύχια κατηγορίας Barracuda.
Η υπογραφή του εγγράφου είχε εκληφθεί από πολλούς αναλυτές ως ένδειξη των μεγάλων φιλοδοξιών της χώρας στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Ο Αυστραλός πρωθυπουργός, Σκοτ Μόρισον, χαιρέτισε με ικανοποίηση το «πολύ φιλόδοξο σχέδιο» στη διάρκεια της τελετής υπογραφής στην Καμπέρα, όπου τη γαλλική κυβέρνηση εκπροσώπησε η Φλοράνς Παρλί, η υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Μακρόν.
Ο Μόρισον υπογράμμισε, μάλιστα, ότι πρόκειται για «τη μεγαλύτερη επένδυση στο πεδίο της άμυνας, που έχει εγκριθεί ποτέ σε καιρό ειρήνης στην Αυστραλία».
Η Naval Group (η πρώην DCNS, το μεγαλύτερο μέρος του μετοχικού κεφαλαίου της οποίας διακρατεί το γαλλικό δημόσιο) επελέγη το 2016 για την προμήθεια 12 υποβρυχίων επόμενης γενιάς, εξέλιξη που σήμανε την ολοκλήρωση των πολυετών διαπραγματεύσεων γι’ αυτή την «αγορά του αιώνα», ακρογωνιαίο λίθο της γαλλοαυστραλιανής συμφωνίας.
Γαλλία: «Έλλειψη συνοχής»
Η απόφαση των ΗΠΑ να παραμερίσουν τη Γαλλία από μια συμφωνία που είχε συνάψει με την Αυστραλία για την προμήθεια υποβρυχίων δείχνει έλλειψη συνοχής, σε μια στιγμή που οι δύο σύμμαχοι αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, ανακοίνωσε το Παρίσι.
Οι Γάλλοι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας ανέφεραν επίσης σε ανακοίνωσή τους ότι η απόφαση της Αυστραλίας να αθετήσει τη σύμβαση είναι αντίθετη με το πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
«Εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη…»
Η Γαλλία δεν βλέπει πώς μπορεί να εμπιστευτεί την Καμπέρα στις εμπορικές διαπραγματεύσεις μεταξύ της ΕΕ και της Αυστραλίας, μετά την απόφαση της τελευταίας να αθετήσει τη δέσμευσή της να αγοράσει γαλλικά υποβρύχια, δήλωσε ο υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Κλεμάν Μπον, την Παρασκευή.
«Βρισκόμαστε σε εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Αυστραλία, δεν βλέπω πώς μπορούμε να εμπιστευτούμε τον Αυστραλό εταίρο», είπε ο Μπον, κατά τη διάρκεια μιας εκπομπής στο ραδιοφωνικό δίκτυο RFI και στα τηλεοπτικά δίκτυα France24 και Public Sénat, την επομένη της ανακοίνωσης μιας συμφωνίας ασφαλείας μεταξύ της Αυστραλίας, των ΗΠΑ και της Βρετανίας, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση του συμβολαίου με τη Γαλλία.
«Πρόκειται για μια μεγάλη διάρρηξη της εμπιστοσύνης εκ μέρους της Αυστραλίας», τόνισε ο γάλλος υφυπουργός, προσθέοντας πως «οι διεθνείς σχέσεις δεν έχουν να κάνουν με την αφέλεια, τις καλές προθέσεις, όμως, ο λόγος, η υπογραφή μιας σύμβασης μετράνε. Εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, δεν μπορούμε πλέον να προχωρήσουμε».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναλάβει από το 2018 να διαπραγματευτεί συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.