Με μεγάλα κενά στις θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων, οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι για την εύρυθμη και ταχεία λειτουργία των υπηρεσιών της Δικαιοσύνης, άνοιξε χθες η «αυλαία» του νέου δικαστικού έτους, ενώ μεγάλο «αγκάθι» παραμένει και η έλλειψη δικαστικών αιθουσών για την κάλυψη των αναγκών πολυπρόσωπων υποθέσεων, ιδιαίτερα σε μια χρονική συγκυρία που απαιτείται και η τήρηση συγκεκριμένων υγειονομικών πρωτοκόλλων για την αποφυγή διασποράς του κορωνοϊού.
Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, το μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας, όπου καθημερινά προσέρχονται περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι για τη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους σε ποινικά και αστικά ακροατήρια, καθώς και σε δικαστηριακές γραμματείες, καταγράφονται, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας, 336 κενές θέσεις συναδέλφων τους. Αριθμός που αντιστοιχεί στο 43% επί των 775 οργανικών θέσεων που έχουν προβλεφθεί για τη λειτουργία του συγκεκριμένου δικαστηρίου και την κάλυψη των αναγκών των πολιτών που περνούν την πύλη της πρώην Σχολής Ευελπίδων σε καθημερινή βάση.
Η έλλειψη προσωπικού σε επίπεδο δικαστικών υπαλλήλων, όπως επισημαίνεται από όσους γνωρίζουν καλά την εσωτερική λειτουργία της Θέμιδος, αποτελεί και τον μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» των διοικήσεων και των υπευθύνων για την ομαλή λειτουργία των δικαστηρίων, ιδιαίτερα από χθες που, με βάση και την τελευταία Κοινή Υπουργική Απόφαση, επανέρχονται σε τροχιά πλήρους λειτουργίας όλες οι υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που βρίσκονταν σε καθεστώς αναστολής τους προηγούμενους μήνες, λόγω πανδημίας.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, που δεν αφορά μόνο το δικαστικό σώμα και τους δικηγόρους αλλά αγγίζει και την καθημερινότητα των πολιτών, αρκεί να αναφέρουμε ότι ήδη έχει χτυπήσει το πρώτο καμπανάκι κινδύνου, καθώς με βάση τους αριθμούς των υπηρετούντων και τις ανάγκες εξυπηρέτησης του κοινού προκύπτει ότι το προσωπικό των δικαστικών υπαλλήλων δεν επαρκεί για να διεκπεραιώσει το έργο του, με αποτέλεσμα να είναι ορατός ο κίνδυνος κάποιες μέρες να μη λειτουργήσουν συγκεκριμένα τμήματα της υπηρεσίας. Επιπλέον, όπως επισημαίνεται από δικαστικές πηγές, οι «ουρές» στις γραμματείες των δικαστηρίων θα είναι μεγάλες και ο συνωστισμός αναπόφευκτος, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν τα δικαστήρια να γίνουν εστία μετάδοσης του κορωνοϊού.
«Η νέα δικαστική χρονιά που ξεκινά με πλήρη λειτουργία, σύμφωνα με την τελευταία ΚΥΑ, βρίσκει τις δικαστικές υπηρεσίες της Αθήνας πρωτόγνωρα υποστελεχωμένες από δικαστικούς υπαλλήλους, αφού το 35% κατά μέσο όρο των προβλεπόμενων οργανικών θέσεων είναι κενές. Ο αριθμός αυτός προβλέπεται να αυξηθεί δραματικά, καθ’ όσον μέχρι το τέλος του 2021 αναμένεται να αποχωρήσουν πολλοί ακόμα συνάδελφοι που έχουν συμπληρώσει το όριο συνταξιοδότησης. Οι υπηρετούντες υπάλληλοι καλούνται να σηκώσουν έναν τεράστιο όγκο δικαστηριακής ύλης που θα αυξηθεί περαιτέρω, αφού προστίθενται στις τρέχουσες προς εκδίκαση υποθέσεις αυτές που είτε αναβλήθηκαν (ποινικές δίκες) είτε ματαιώθηκαν και επαναπροσδιορίζονται (πολιτικές δίκες), λόγω της πανδημίας» δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας Σωτήρης Τριπολιτσιώτης.
Αναστολή λειτουργίας
Εχοντας άμεση εικόνα και εμπειρία, παραδέχεται ότι «το πρόβλημα έχει αναγνωριστεί με δημόσιες δηλώσεις τόσο του υπουργού Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα όσο και της Προέδρου του Αρείου Πάγου Μαρίας Γεωργίου, αλλά και από τους προϊσταμένους των δικαστικών υπηρεσιών της Αθήνας». Ωστόσο, δεν κρύβει πως στο «Πρωτοδικείο Αθηνών συζητείται πλέον το ενδεχόμενο αναστολής της λειτουργίας τμημάτων για κάποιες μέρες της εβδομάδας».
Υπό αυτό το πρίσμα, σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη για την άμεση διενέργεια διαγωνισμού για την πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων, κάτι που διαπιστώθηκε και στην κοινή σύσκεψη του υπουργού Δικαιοσύνης με τον υπουργό Εσωτερικών, και αναμένουμε με αγωνία σχετικές ανακοινώσεις».
Και προσθέτει: «Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο που τα δικαστήρια βρίσκονταν υπό μερική αναστολή, οι δικαστικοί υπάλληλοι συνέχισαν να εργάζονται και αυτό είχε συγκεκριμένα και μετρήσιμα αποτελέσματα στην εξυπηρέτηση των δικηγόρων και των πολιτών. Δεκάδες χιλιάδες αποφάσεις σκαναρίστηκαν και εκατοντάδες χιλιάδες πιστοποιητικά εκδόθηκαν και διατέθηκαν με ψηφιακές υπογραφές στους ενδιαφερομένους, χωρίς να χρειάζεται να προσέλθουν στις δικαστικές υπηρεσίες».
«Να ξέρετε πως αν συμβεί κάτι τέτοιο κανένας δεν θα πέσει από τα σύννεφα» έλεγε χαρακτηριστικά στα «ΝΕΑ» πηγή από τον χώρο των δικαστηρίων, αναγνωρίζοντας πως το υπουργείο Δικαιοσύνης όχι μόνο δεν προσπερνά το πρόβλημα αλλά επιχειρεί με μια σειρά παρεμβάσεων να το αντιμετωπίσει το συντομότερο δυνατόν.
Η ψηφιοποίηση
Η μεγαλύτερη «παρακαταθήκη» ως προς την επίλυση του προβλήματος είναι η ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης. Στα δείγματα γραφής του προγράμματος «Ψηφιακή Δικαιοσύνη» αναφέρθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας στο forum που συνδιοργάνωσαν η ΔΕΘ-HELEXPO και ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης. Και σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, μέχρι τις 31 Αυγούστου 2020 έχουν εκδοθεί και παραληφθεί από πολίτες 137.851 πιστοποιητικά, αποφεύγοντας τα γκισέ των γραμματειών των δικαστηρίων. «Αυτό σημαίνει πως ναι μεν η στρατηγική της ηλεκτρονικής Δικαιοσύνης αποδίδει, αλλά οφείλουμε να επενδύσουμε ακόμα περισσότερο σε πόρους και ανθρώπινο κεφάλαιο στην ηλεκτρονικοποίηση της Δικαιοσύνης, δημιουργώντας υπεραξία για τους πολίτες και την οικονομία μας» τόνισε ο αρμόδιος υπουργός.
Σημαντικά βήματα έχουν γίνει και προς τη μαγνητοφώνηση και απομαγνητοφώνηση πρακτικών και σε ποινικά ακροατήρια, ενώ τους επόμενους μήνες αναμένεται να στελεχωθεί η Δικαιοσύνη με ανθρώπινο δυναμικό είτε με την ολοκλήρωση διαγωνισμών για θέσεις δικαστικών υπαλλήλων είτε με τη στελέχωση μέσω του θεσμού του βοηθού δικαστή που έχει προβλεφθεί στον Κώδικα Δικαστικών Υπαλλήλων.