Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1968 έλαβε χώρα το αιματηρότερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα ελληνικά χρονικά με απολογισμό 34 νεκρούς και 125 τραυματίες.
Υπερφορτωμένη επιβαιτική αμαξοστοιχία με κατεύθυνση την Αθήνα έπεσε με ταχύτητα 80 χιλιομέτρων πάνω σε προπορευόμενη, επίσης υπερφορτωμένη επιβατική αμαξοστοιχία που είχε ακινητοποιηθεί 500 περίπου μέτρα πριν το σταθμό Δερβενίου στην Κόρινθο.
Εκατοντάδες χιλιάδες ετεροδημότες είχαν μεταβεί τις προηγούμενες ημέρες στις ιδιαίτερές τους πατρίδες για να ψηφίσουν στο ψευδοδημοψήφισμα για τη δήθεν έγκριση του Συντάγματος της Χούντας.
Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 1ης Οκτωβρίου 1968.
«Ο θάνατος έστησε τρομακτικό χορό χθες στις 6:25 το απόγευμα 500 μέτρα έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό του Δερβενίου Κορινθίας.
»Οι 2.000 περίπου επιβάτες δύο αμαξοστοιχιών συγκλονίσθηκαν εκείνη τη στιγμή σαν να έπεσε κεραυνός στα βαγόνια, ή σαν να έγινε σεισμός.
»Ο συρμός που ερχόταν με ταχύτητα πάνω από 80 χιλιόμετρα, έπεφτε πάνω στον δεύτερο, που είχε σταματήσει, για ανεξακρίβωτο μέχρι στιγμής, λόγο. Και 34 άτομα – όπως αναφέρει επίσημη ανακοίνωση – εύρισκαν οικτρό θάνατο μέσα στα συντρίμμια των τελευταίων βαγονιών της σταματημένης αμαξοστοιχίας.
»Τρομακτικός είναι ο αριθμός των τραμαυτιών: Εκατόν δύο. Ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα που δεν έχει ξανασυμβή στην Ελλάδα. (…)
»Η δραματική προσπάθεια [ανάσυρσης νεκρών και απεγκλωβισμού τραυματιών] κράτησε ώρες πολλές, ενώ ολόκληρη η περιοχή του τραγικού δυστυχήματος καταυγαζόταν από τους προβολείς των συνεργείων του στρατού που φώτιζαν τα παραμορφωμένα πτώματα, τα κρεμασμένα από τα συντρίμμια ανθρώπινα μέλη, τις ματωμένες στολές των τραυματιοφορέων, τις δεκάδες των ασθενοφόρων αυτοκινήτων, τους πολίτες, τους στρατιώτες, τους χωροφύλακες, που πάσχιζαν να βρουν νεκρούς και τραυματίες. (…)
»Οι προσπάθειες της αποπαγιδεύσεως είχαν ένα ανατριχιαστικό οδηγό: τις οιμωγές των λαβωμένων και τα κλάματα των μικρών παιδιών.
Η μοιραία χειρολαβή
»Δύο αμαξοστοιχίες, η 804 και η 806 εκτελούσαν χθες η πρώτη το δρομολόγιο Κυπαρισσίας – Αθηνών και η δεύτερη το δρομολόγιο Καλαμάτας – Αθηνών.
»Ο σιδηροδρομικός συρμός Κυπαρισσίας – Αθηνών, με 14 βαγόνια, προπορευόταν του άλλου συρμού – με 15 βαγόνια – κατά 15 λεπτά.
»Πεντακόσια μέτρα μετά τον σταθμό του Δερβενίου η πρώτη αμαξοστοιχία σταμάτησε ξαφνικά, για ανεξακρίβωτη, μέχρι στιγμής, αιτία.
»Τρεις εκδοχές υπάρχουν: α) η αμαξοστοιχία σταμάτησε γιατί έπαθε μηχανική βλάβη». (σ.σ.αργότερα αποκλείστηκε η εκδοχή αυτή)
» β) Ένας επιβάτης τράβηξε το σήμα κινδύνου γιατί σε κάποιο βαγόνι είχε λιποθυμήσει ένας ναύτης. γ) Το σήμα κινδύνου τράβηξε μια μητέρα που είχε τρομοκρατηθή όταν λιποθύμησε το μικρό της παιδί (…)
Η σύγκρουση και ο πανικός
«Μετά την αναγκαστική στάση της αμαξοστοιχίας Κυπαρρισίας – Αθηνών: λίγα λεπτά αργότερα ερχόταν η δεύτερη αμαξοστοιχία, που κυλούσε στις ίδιες ράγες που είχε σταματήσει η πρώτη και την ίδια κατεύθυνση. Αλλά στο σημείο εκείνο υπήρχε μία καμπή.
»Έτσι, ο μηχανοδηγός της δευτέρας αμαξοστοιχίας δεν αντελήφθη ότι λίγα μέτρα μπροστά του βρισκόταν σταματημένο το τραίνο των 14 βαγονιών. Και δεν έκοψε ταχύτητα. Αποτέλεσμα. Δεκαπέντε βαγόνια με μεγάλη ταχύτητα έπεσαν πάνω στα σταματημένα.
»Η πρόσκρουση υπήρξε σφοδρότατη. Ακολούθησαν σκηνές πανικού και τρόμου και κυρίως στα τρία τελευταία βαγόνια του πρώτου συρμού.
»Άνθρωπο έπεφταν με το κεφάλι στα τζάμια, να τα σπάσουν να βγουν από αυτή την κόλαση. Φωνές, κλάματα μωρών, πονεμένες κραυγές, φρικτά παραμορφωμένα πρόσωπα. Και πανικός. Που μεταδόθηκε από βαγόνι σε βαγόνι. Συνωστισμός στις πόρτες. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά που πηδούσαν από τα παράθυρα κι έτρεχαν να σωθούν στα χωράφια σαν να τους κυνηγούσε ο θάνατος».
Η μαρτυρία
«Ένας από αυτούς που σώθηκαν, ο Νικ. Καψής, οικοδόμος, μπόρεσε να πη μερικά λόγια για το δυστύχημα:
Εγώ, η έγγυος γυναίκα μου Γεωργία και η αδελφή μου Δήμητρα μπήκαμε στο τραίνο από την Πάτρα, στις 3.30.
Θυμάμαι ότι μεταξύ του σταθμού των Πατρών και του μηχανοστασίου των Πατρών (Άγιος Γεώργιος) χτύπησε για πρώτη φορά το σήμα κινδύνου και η αμαξοστοιχία σταμάτησε για 15 λεπτά. Κατέβηκαν κάτω οι υπάλληλοι και ξελασκάρησαν τα φρένα.
Η δέυτερη φορά που σταμάτησε το τραίνο ήταν στο Δερβένι. Κανένας δεν κατέβηκε από το τραίνο και νομίζω ότι σταμάτησε γιατί λυποθύμησε το παιδάκι μας κυρίας, που η ίδια τράβηξε το σήμα κινδύνου.
Ενώ το τραίνο ήταν σταματημένο, η αδελφή μου από το προτελευταίο βαγόνι που είμαστε έφυγε και πήγε στο τελευταίο.
Λίγες στιγμές αργότερα έγινε η σύγκρουση. Το τι έγινε δεν μπορώ να το περιγράψω. Ο καθένας προσπαθούσε να σωθή και δεν σκεφτόταν τον άλλο. Για την αδελφή μου ακόμα δεν ξέρω τίποτα…»