Ο κόσμος απέτυχε να προσφέρει τις υπηρεσίες που χρειάζονται οι ψυχικά ασθενείς, σε μια περίοδο μάλιστα όπου η πανδημία ανέδειξε τη μεγαλύτερη ανάγκη για υπηρεσίες ψυχικής υγείας, σύμφωνα με τον Άτλαντα Ψυχικής Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Τι είναι ο Άτλας Ψυχικής Υγείας
Ο Άτλας εκδίδεται κάθε τρία χρόνια και περιέχει δεδομένα που παρέχουν οι χώρες απ΄όλο τον κόσμο στον ΠΟΥ σχετικά με τις πολιτικές ψυχικής υγείας, τη νομοθεσία, τη χρηματοδότηση, τους ανθρώπινους πόρους, τη διαθεσιμότητα και τη χρήση υπηρεσιών και συστημάτων συλλογής δεδομένων.
Είναι επίσης ο μηχανισμός παρακολούθησης της προόδου προς την επίτευξη των στόχων του Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης για την Ψυχική Υγεία του ΠΟΥ. Η πρόσφατη έκδοση του περιλαμβάνει στοιχεία από 171 χώρες.
«Είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι, παρά την προφανή και αυξανόμενη ανάγκη για υπηρεσίες ψυχικής υγείας, που έχει γίνει ακόμη πιο έντονη κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19, οι καλές προθέσεις δεν μετατρέπονται σε επενδύσεις», δήλωσε ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Δρ Τέντρος Αναντόμ Γκεμπρεγεσούς.
«Πρέπει να προσέξουμε, να δράσουμε σε αυτό το κάλεσμα αφύπνισης και να επιταχύνουμε δραματικά την κλιμάκωση των επενδύσεων στην ψυχική υγεία, γιατί δεν υπάρχει υγεία χωρίς ψυχική υγεία.»
Έλλειψη προόδου στην ηγεσία, τη διακυβέρνηση και τη χρηματοδότηση
Το 2020, μόνο το 51% των 194 κρατών μελών του ΠΟΥ ανέφεραν ότι η πολιτική ή το σχέδιό τους για την ψυχική υγεία ήταν σύμφωνη με τα διεθνή και περιφερειακά μέσα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ποσοστό που υπολείπεται από τον στόχο του 80%.
Και μόνο το 52% των χωρών πέτυχε τον στόχο που αφορά τα προγράμματα προαγωγής και πρόληψης της ψυχικής υγείας, επίσης πολύ κάτω από τον στόχο του 80%.
Ο μόνος στόχος που επετεύχθη για το 2020 αφορά τη μείωση του ποσοστού αυτοκτονιών κατά 10% αλλά και σε αυτή την περίπτωση μόνο 35 χώρες δήλωσαν ότι είχαν μια αυτόνομη στρατηγική, πολιτική ή σχέδιο πρόληψης.
Η σταθερή πρόοδος σημειώνεται στην υιοθέτηση πολιτικών, σχεδίων και νόμων για την ψυχική υγεία, καθώς και στη βελτίωση της ικανότητας υποβολής εκθέσεων για μια σειρά βασικών δεικτών ψυχικής υγείας. Ωστόσο, το ποσοστό των δημοσίων δαπανών για την υγεία που αφορούν την ψυχική υγεία παραμένει σχεδόν αμετάβλητο στο 2% περίπου τα τελευταία χρόνια.
Επιπλέον, ακόμη και όταν οι πολιτικές και τα σχέδια περιλαμβάνουν εκτιμήσεις των απαιτούμενων ανθρώπινων και οικονομικών πόρων, μόλις το 39% των χωρών που ανταποκρίθηκαν ανέφεραν ότι είχαν διατεθεί οι απαραίτητοι ανθρώπινοι πόροι και το 34% ότι είχαν παρασχεθεί οι απαιτούμενοι οικονομικοί πόροι.
Η μεταφορά της φροντίδας στην κοινότητα είναι αργή
Η πρόταση του ΠΟΥ εδώ και καιρό είναι η συστηματική αποκέντρωση της φροντίδας της ψυχικής υγείας. Μόνο το 25% των χωρών που ανταποκρίθηκαν πληρούσαν όλα τα κριτήρια για την ένταξη της ψυχικής υγείας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη.
Ενώ έχει σημειωθεί πρόοδος στην κατάρτιση και την εποπτεία στις περισσότερες χώρες, η παροχή φαρμάκων για καταστάσεις ψυχικής υγείας και ψυχοκοινωνικής φροντίδας στις υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας παραμένει περιορισμένη.
Αυτό αντικατοπτρίζεται επίσης στον τρόπο με τον οποίο κατανέμονται τα κρατικά κονδύλια για την ψυχική υγεία, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη για αποϊδρυματοποίηση.
Περισσότερο από το 70% των συνολικών κρατικών δαπανών για την ψυχική υγεία διατέθηκε σε ψυχιατρικά νοσοκομεία σε χώρες μεσαίου εισοδήματος, έναντι 35% σε χώρες υψηλού εισοδήματος.
Αυτό δείχνει ότι τα κεντρικά ψυχικά νοσοκομεία και η θεσμική νοσηλεία εξακολουθούν να λαμβάνουν περισσότερα χρήματα από τις υπηρεσίες που παρέχονται σε γενικά νοσοκομεία και κέντρα πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε πολλές χώρες.
Υπήρξε, ωστόσο, αύξηση του ποσοστού των χωρών που ανέφεραν ότι η θεραπεία ατόμων με συγκεκριμένες καταστάσεις ψυχικής υγείας (ψύχωση, διπολική διαταραχή και κατάθλιψη) περιλαμβάνεται στα εθνικά προγράμματα ασφάλισης υγείας ή αποζημίωσης – από 73% το 2017 σε 80% (ή 55% των κρατών μελών) το 2020.
Πιο ενθαρρυντική ήταν η αύξηση των χωρών που ανέφεραν προγράμματα προαγωγής και πρόληψης της ψυχικής υγείας, από 41% των κρατών μελών το 2014 σε 52% το 2020. Ωστόσο, το 31% των συνολικών αναφερόμενων προγραμμάτων δεν διέθεταν ειδικούς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους, το 27% δεν είχε καθορισμένο σχέδιο και το 39% δεν είχε τεκμηριωμένα στοιχεία προόδου και/ή επιπτώσεων.
Νέοι στόχοι για το 2030
Το Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης για την Ψυχική Υγεία έχει έχει πλέον επεκταθεί έως το 2030 και περιλαμβάνει νέους στόχους για την ένταξη της ψυχικής υγεία και την ψυχοκοινωνική υποστήριξη σε σχέδια ετοιμότητας έκτακτης ανάγκης, ένταξη της ψυχικής υγείας στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και έρευνα για την ψυχική υγεία.
«Τα νέα δεδομένα από τον Άτλαντα Ψυχικής Υγείας μας δείχνουν ότι έχουμε πολύ δρόμο ακόμη για να διασφαλίσουμε ότι όλοι, παντού, έχουν πρόσβαση σε ποιοτική φροντίδα ψυχικής υγείας», δήλωσε η Ντεβόρα Κέστελ, διευθύντρια του Τμήματος Ψυχικής Υγείας στον ΠΟΥ.
«Αλλά με ενθαρρύνει το ανανεωμένο σθένος που είδαμε από τις κυβερνήσεις, καθώς συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν οι νέοι στόχοι για το 2030 και είμαι βέβαιος ότι μαζί μπορούμε να κάνουμε ό, τι είναι απαραίτητο για να προχωρήσουμε από τα σκαλοπάτια στα γιγαντιαία άλματα στα επόμενα 10 χρόνια.»