Το ΠΑΣΟΚ, λέει ένας κυβερνητικός παράγοντας από εκείνους που έχουν πράσινη προϋπηρεσία, είναι know-how. Το απόφθεγμα θα μπορούσε να φανεί εξαιρετικά χρήσιμο στους πρώην συντρόφους του, οι οποίοι βρίσκονται στην αρχή μιας ακόμη εκλογής του αρχηγού τους από τη βάση. Γιατί ο χώρος που καθιέρωσε αυτού του είδους τις ανοιχτές διαδικασίες στο ελληνικό πλαίσιο μετρά πια τόσες εσωκομματικές κάλπες που ο αριθμός τους τού επιτρέπει να υποστηρίξει ότι έχει αποκτήσει τεχνογνωσία για μια όσο πιο πετυχημένη γίνεται διεξαγωγή τους. Ή, για να το πούμε λιγότερο κομψά, έχει κάνει και τόσα λάθη κατά τη διάρκεια των συγκεκριμένων προεκλογικών περιόδων που – φροϋδικά μιλώντας – ενδέχεται από το ένα στο άλλο να κατορθώσει να ανακαλύψει την αλήθεια για τον εαυτό του. Οπότε, ποια είναι τα μαθήματα που προσφέρουν στο ΚΙΝΑΛ οι προηγούμενες κεντροαριστερές αναμετρήσεις;
To 2004
Η πασοκική ιστορία των εσωκομματικών εκλογών στις οποίες αποφασίζουν τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος, κι όχι το ανώτατο κομματικό όργανο, ποιος θα κάτσει στην προεδρική καρέκλα της Χαριλάου Τρικούπη ξεκινά το 2004. Στις 8 Φεβρουαρίου, ο Γιώργος Παπανδρέου – παρότι έχει πάρει το χρίσμα από τον Κώστα Σημίτη – «στήνει» ένα κατά τα λεγόμενα αναλυτών της εποχής «συμμετοχικό εγχείρημα». Σε αυτό παίρνουν μέρος πάνω από 1 εκατ. πολίτες, ενώ ο ίδιος λαμβάνει 1.017.085 ψήφους έναντι 3.060 λευκών ψηφοδελτίων. «Είναι», δήλωνε τότε, «μία εντολή αλλαγής και ανατροπής. Γυρίζει μία σελίδα, ανατέλλει ένας ήλιος διαφορετικός, ένα πείραμα δημοκρατίας που πέτυχε. Απελευθερώνει, αποκαλύπτει τις δυνάμεις του πολίτη». Το γεγονός πως είναι ο μοναδικός υποψήφιος δεν επηρεάζει την εντύπωση που προκαλεί το γεγονός στους ψηφοφόρους του κόμματος.
To 2007
Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ έχασε στις εθνικές εκλογές έναν μήνα μετά. Οπως και στις πρόωρες του Σεπτεμβρίου του 2007. Το ίδιο εκλογικό βράδυ ο Βαγγέλης Βενιζέλος αμφισβητεί ξεκάθαρα τον αρχηγό, και στις 11 Νοεμβρίου μέλη και φίλοι καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα σε τρεις υποψηφιότητες αυτή τη φορά – η τρίτη είναι του Κώστα Σκανδαλίδη. Το κλίμα μεταξύ παπανδρεϊκών και βενιζελικών είναι κάτι παραπάνω από πολωμένο. Ωστόσο, το αποτέλεσμα μόνο οριακό δεν είναι. Τον ΓΑΠ στηρίζει το 55,57%, τον Βενιζέλο το 38,5% και τον Σκανδαλίδη το 5,76% από τους 738.078 εκλογείς.
To 2012 και το 2015
Στην τρίτη εκλογή από τη βάση ο υποψήφιος είναι πάλι ένας. Στις 18 Μαρτίου του 2012 στη διαδικασία συμμετέχουν 236.151 άνθρωποι, κι από αυτούς οι 230.105 ψηφίζουν τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Στις πρώτες εθνικές κάλπες του 2015 ο ένας πυλώνας του μεταπολιτευτικού δικομματισμού γκρεμίζεται, συγκεντρώνοντας μόλις 4,68%. Ο πρόεδρος δηλώνει την πρόθεσή του να παραιτηθεί, και στο συνέδριο που γίνεται αρχές Ιουνίου ανακηρύσσονται υποψήφιοι διάδοχοί του οι Φώφη Γεννηματά, Ανδρέας Λοβέρδος και Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος. Ο Θανάσης Χειμωνάς, ο οποίος είχε δει στον καθρέφτη του έναν πιθανό διεκδικητή της θέσης του επικεφαλής του Κινήματος, δεν κατόρθωσε να συγκεντρώσει τις υπογραφές του 10% των συνέδρων που όριζε το καταστατικό. Τελικά, η πρώτη γυναίκα πρόεδρος εκλέχθηκε από τον πρώτο γύρο με 51,69%. Ο Λοβέρδος πήρε 25,33% κι ο Κωνσταντινόπουλος 22,97%. Η προσέλευση ήταν η μικρότερη που καταγράφηκε ποτέ. Μόλις 52.388 ψηφίσαντες.
Το 2017
Δύο χρόνια μετά, το 2017 οι κεντροαριστεροί κάνουν μια ακόμη πρωτότυπη σκέψη πάνω στο modus operandi της εγχώριας πολιτικής σκηνής: συμφωνούν να εκλέξουν αρχηγό για τον νέο πολιτικό φορέα που σκόπευαν να ιδρύσουν προκειμένου να διευκολύνουν την ίδρυσή του. ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, ΔΗΜΑΡ και τα μικρότερα κόμματα της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στήριξαν το τόλμημα, και 9 υποψήφιοι κυνήγησαν τον σταυρό – Φώφη Γεννηματά, Σταύρος Θεοδωράκης, Νίκος Ανδρουλάκης, Γιώργος Καμίνης, Γιάννης Ραγκούσης, Γιάννης Μανιάτης, Κωνσταντίνος Γάτσιος, Απόστολος Πόντας και Δημήτρης Τζιώτης.
Το πιο αξιομνημόνευτο, βέβαια, στοιχείο αυτής της αναμέτρησης αποδείχθηκε – εκ των υστέρων – πως ήταν η απόφαση των συμμετεχόντων να εμπιστευτούν τη διεξαγωγή της σε μια ανεξάρτητη εκλογική επιτροπή προσωπικοτήτων ευρύτερης αποδοχής στον χώρο με επικεφαλής τον συνταγματολόγο Νίκο Αλιβιζάτο.
Δεν είναι λίγοι οι τρίτοι παρατηρητές κι οι παροικούντες το Κέντρο που αποδίδουν την επιτυχία – την οποία αποτύπωσαν τα νούμερα εκείνων των εσωκομματικών – στο κύρος που τους προσέδωσαν οι διοργανωτές τους. Στον πρώτο γύρο προσήλθαν στα εκλογικά κέντρα 211.191 πολίτες, όταν τον Δεκέμβριο του 2015 στις αντίστοιχες νεοδημοκρατικές κάλπες είχαν πάει να ψηφίσουν 404.708. Η σύγκριση έχει μεγαλύτερη αξία εφόσον συνυπολογίσει κάποιος ότι η ΝΔ είχε λάβει 28,1% στις εθνικές τρεις μήνες πριν, ενώ το άθροισμα των εκλογικών ποσοστών ΔΗΣΥ και Ποταμιού ήταν 10,37% – κι από τους ψηφίσαντες την πρώτη κεντροαριστερή Κυριακή το 73% ψήφισε και στον δεύτερο γύρο. Χονδρικά, δηλαδή, – όπως ανέφερε κι ο Αλιβιζάτος στον απολογισμό του εγχειρήματος που είχε δημοσιεύσει – 1 στους 3 κεντροαριστερούς συμμετείχε στην ανάδειξη του αρχηγού όταν το αντίστοιχο ποσοστό για τη ΝΔ ήταν 1 στους 4 υποστηρικτές της.
Χρήσιμα διδάγματα
Κοιτώντας λοιπόν – έστω και διαγώνια – την πορεία του, το ΚΙΝΑΛ μπορεί να αντλήσει χρήσιμα διδάγματα για το πώς πρέπει να φτάσει στην 5η Δεκεμβρίου. Ο Νίκος Αλιβιζάτος, ας πούμε, έχει γράψει στο προαναφερθέν κείμενο ότι θα ήθελε να είχε αποτολμηθεί η εξ αποστάσεως ψηφοφορία, μια κι έτσι θα δινόταν η δυνατότητα στους κατοίκους του εξωτερικού αλλά και τη νέα γενιά να ψηφίσουν. Αρα, τα ποσοστά συμμετοχής θα ανέβαιναν. Επειτα από ενάμιση χρόνο πανδημίας, κι ενώ τα κόμματα αντιλαμβάνονται πια το Zoom ως χρήσιμο εργαλείο επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους τους, οι συνθήκες ίσως δίνουν στους κιναλίτες την ευκαιρία για μια επιπλέον καινοτομία. Μια καινοτομία που δεν θα τους προσφέρει μόνο σε επίπεδο συμβολισμών προοδευτικότητας, γιατί έχει τα φόντα να απαντήσει και στην υπαρξιακή τους απορία. Η συγκυρία, άλλωστε, είναι τέτοια που ο απόλυτος αριθμός εκείνων που θα προσέλθουν να ψηφίσουν θα αποκαλύψει και κατά πόσο έχει λόγο ύπαρξης το κόμμα.
Εξίσου κρίσιμο, λένε οι μελετητές του εσωκομματικού παρελθόντος, είναι η Κεντροαριστερά να μην εμφανιστεί στην προεκλογική περίοδο ούτε διασπασμένη, ούτε εμμονική ως προς τις διαδικαστικές λεπτομέρειες. Στις εσωτερικές εκλογές που συμμετείχαν οι λιγότεροι ψηφοφόροι το κόμμα είχε ήδη διασπαστεί από έναν πρώην αρχηγό και πρωθυπουργό του, τον Παπανδρέου, ο οποίος είχε ιδρύσει το ΚΙΔΗΣΟ την ίδια χρονιά.
Η δε προσήλωση στην παλιά κακή πασοκική ψυχή – εκείνη, δηλαδή, που κοντράρεται με τους συνοδοιπόρους της για επουσιώδη ζητήματα οργάνωσης της εκλογικής διαδικασίας – ενδέχεται να απωθήσει τους πολίτες. Ελάχιστοι θέλουν να πάρουν μέρος σε μια μάχη μηχανισμών, πολλοί όμως θέλουν να συμμετέχουν σε ένα πολιτικό γεγονός.
Οσοι έχουν εντρυφήσει στην πτώση και την επάνοδο των ευρωπαϊκών αδελφών κομμάτων υπογραμμίζουν και την ανάγκη τα πρόσωπα των υποψηφίων να έχουν αξία ως φορείς ιδεών. Είναι μια καθόλου αμελητέα επισήμανση για όποιον θεωρεί ότι οι έξυπνοι πολιτικοί σχηματισμοί δεν μαθαίνουν μόνο από τα δικά τους σφάλματα, διδάσκονται κι απ’ αυτά των άλλων.