Ήσσονος σημασίας χαρακτηρίζει τον σεισμό 6,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε, το πρωί της Τρίτης, ανοικτά της Καρπάθου ο σεισμολόγος και καθηγητής γεωφυσικής στο ΑΠΘ, Κώστας Παπαζάχος.
Μιλώντας στα nea.gr, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει πως η σεισμική δόνηση δεν εμπνέει καμιά απολύτως ανησυχία, καθώς προέρχεται από εξαιρετικά περιορισμένης σεισμικότητας περιοχή, η οποία μάλιστα απέχει αρκετά από τον ελληνικό χώρο και εντοπίζεται γεωγραφικά στη Λεκάνη του Ηροδότου.
Πρόκειται για την υποθαλάσσια περιοχή που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Κρήτης, νοτιοδυτικά της Κύπρου και βόρεια της Αιγύπτου. Εξ ου και ο σεισμός έγινε αισθητός σε περιοχές εκτός ελληνική επικράτειας, όπως το Κάιρο και άλλες πόλεις της Αιγύπτου, καθώς και σε Κύπρο και Λίβανο.
#Earthquake (#زلزال) possibly felt 2 min ago in #Al Jīzah #Egypt. Felt it? See https://t.co/wPtMW5ND1t pic.twitter.com/KRsS4n7Kp2
— EMSC (@LastQuake) October 19, 2021
«Ησυχη περιοχή»
«Πρόκειται για ένα σεισμό σε απόσταση 130 χλμ. από το πλησιέστερο ελληνικό σημείο, όπου είναι η Κάρπαθος. Είναι ένας σεισμός στη Λεκάνη του Ηροδότου, σε μια σχετικά ήσυχη περιοχή. Εκεί υπάρχουν κάποια ρήγματα με διεύθυνση βορειοανατολική νοτιοδυτική, παράλληλη με αυτή που έχουν και δικά μας ρήγματα, πιο εσωτερικά» τονίζει ο κ. Παπαζάχος, εξηγώντας τους λόγους για τους οποίους η δόνηση χαρακτηρίζεται μικρής σημασίας.
«Γενικά είναι μια περιοχή πολύ χαμηλής σεισμικότητας και κυρίως είναι αδιάφορη ως προς τη δική μας προστασία, γιατί είναι και σε μεγάλη απόσταση».
Επίσης, όπως αναφέρει, τα ρήγματα αυτά συνήθως -επειδή είναι οριζόντιας μετατόπισης- δεν προκαλούν ανύψωση ή βύθιση του πυθμένα της θάλασσας, κατά συνέπεια δεν προκαλούν τσουνάμι, αποκλείοντας έτσι αυτό το ενδεχόμενο.
Σε ερώτηση αν η συγκεκριμένη δόνηση μπορεί να σχετίζεται με τους σεισμούς που σημειώνονται το τελευταίο διάστημα στην Κρήτη, ο ίδιος εμφανίζεται ακόμη διστακτικός να αποκλείσει ένα τέτοιο σενάριο.
«Αυτό δεν μπορούμε να το ξεκαθαρίσουμε, αντιθέτως είναι αρκετά πιθανό η γένεση του σεισμού -ιδίως σε μια τέτοια περιοχή- να σχετίζεται με προηγούμενους σεισμούς, υπό την έννοια ότι γνωρίζουμε πως ρήγματα που είναι «ικανά» να ξαναδώσουν ένα σεισμό, μπορεί η γένεσή τους να επιταχυνθεί από τη γένεση άλλων σεισμών».
Όπως αναφέρει, υπάρχουν διάφοροι δυναμικοί τρόποι, με τους οποίους ένας σεισμός μπορεί να διεγείρει κάποιον άλλο.
Πάντως, ο ίδιος εκτιμά πως δεν θα υπάρξει σημαντική μετασεισμική ακολουθία στην περιοχή, που θα επηρεάσει τον ελληνικό χώρο.
Ανάμεσα σε Κύπρο και Κρήτη, ο αρχαιότερος βυθός του κόσμου
Μελέτη στην επιθεώρηση «Nature Geoscience», το 2016, εξέτασε τη Λεκάνη του Ηροδότου, απ’ όπου και προήλθε η σεισμική δόνηση.
Σε δύο αποστολές το 2012 και το 2014, το ισραηλινό ερευνητικό πλοίο RV Mediterranean Explorer πόντισε ένα ευαίσθητο μαγνητόμετρο και το έσυρε σε συνολική απόσταση 7.000 χιλιομέτρων, κινούμενο σε παράλληλες γραμμές.
Αυτό επέτρεψε στους ερευνητές να διαβάσουν τη μαγνητική υπογραφή του υποκείμενου φλοιού, η οποία εξαρτάται από τον προσανατολισμό του γήινου μαγνητικού πεδίου την εποχή που σχηματίστηκε το συγκεκριμένο τμήμα φλοιού από τη στερεοποίηση μάγματος.
Αυτό που είδε η ερευνητική ομάδα είναι ότι το μαγνητικό πεδίο της Γης αντιστράφηκε πολλές φορές όσο σχηματιζόταν ο φλοιός, κάτι που άφησε ένα αποτύπωμα από εναλλασσόμενες μαγνητικές λωρίδες στα πετρώματα. Οι ίδιες λωρίδες, εξάλλου, σημαδεύουν τον φρέσκο ωκεάνιο φλοιό που σχηματίζεται ακόμα και σήμερα από την άνοδο μάγματος στη μέση του Ατλαντικού και του Ειρηνικού Ωκεανού.
Η μέτρηση του αριθμού των μαγνητικών λωρίδων, σε συνδυασμό με προηγούμενες παρατηρήσεις, οδήγησε στην εκτίμηση ότι ο φλοιός της Λεκάνης του Ηροδότου έχει ηλικία 315 έως 265 εκατομμυρίων ετών. Αυτό, είπαν οι συντάκτες της μελέτης, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να πρόκειται για τμήμα του ωκεάνιου φλοιού της Τηθύος, ενός ωκεανού που χώριζε κάποτε τις υπερηπείρους της Γκοντβάνα και της Λαυρασίας. Η Μεσόγειος και η Ερυθρά Θάλασσα θεωρούνται τμήματα αυτού του αρχαίου ωκεανού.
Αν οι ερευνητές έχουν δίκιο, ο φλοιός ανάμεσα στην Κύπρο και την Κρήτη είναι ο αρχαιότερος γνωστός ωκεάνιος φλοιός. Θα ήταν πάντως δύσκολο να συλλεχθούν δείγματα, καθώς σήμερα είναι θαμμένος από ένα στρώμα ιζημάτων που φτάνει σε βάθος το εντυπωσιακό νούμερο των 15 χιλιομέτρων.