Υπάρχει μια αντίληψη που λέει ότι η ασθένεια είναι κάτι πολύ προσωπικό, ότι είναι κάτι που περιορίζεται στη σφαίρα του ιδιωτικού γιατί πρέπει να μένει μόνο εκεί. Κι αυτή ανακυκλώνει μια σειρά ακόμη σιωπηλών συμβάσεων. Κάνει τους ανθρώπους να τοποθετούν ό,τι φοβίζει σε ένα «κουτάκι», μακριά από τις άρρητες υπαρξιακές αγωνίες που έχουμε όλοι μας εγγεγραμμένες για να πηγαίνουν χέρι χέρι με το ένστικτο της επιβίωσης. Για πολλούς συνανθρώπους μας το να μιλάς ανοιχτά για αρρώστιες και θάνατο είναι, ακόμη, μια ένδειξη αδυναμίας. Μια θεώρηση κάπως παράδοξη, δεδομένου ότι η απομυθοποίηση συνδέεται παραδοσιακά με τη γνώση και την πρόοδο, αυτά που μας απομάκρυναν από τις μεταφυσικές δοξασίες και μας έφεραν τη σύγχρονη επιστήμη. Μια θεώρηση που μας πάει πολύ πίσω, καθώς το να μη θέλουμε να ακούμε την πραγματικότητα μιας εφημερίας, το να μη μας αρέσει να φανταζόμαστε γιατρούς, νοσηλευτές κι ασθενείς ανάμεσα στη φθορά, το θανατικό και τη μυρωδιά της «ανθρωπίλας», αυτό δυστυχώς μάς απομακρύνει από την ανάγκη να συζητάμε ανοιχτά για όσα πρέπει να γίνουν για να ζούμε όλοι καλύτερα.
Πολιτική και υγεία
Πέραν όλων των υπολοίπων λοιπόν, η αντίληψη ότι η ασθένεια είναι κάτι το προσωπικό υποκρύπτει την πολιτική της διάσταση. Ναι, η ασθένεια είναι κάτι πολύ πολιτικό. Η αντιμετώπισή της, τα συστήματα υγείας, το πόσο οι ασθενείς βιώνουν στο πετσί τους τις κοινωνικές ανισότητες με βάση την πρόσβαση που έχουν σε ποιοτική περίθαλψη, όλα αυτά είναι ζητήματα πολιτικά. Πολιτικό είναι ακόμη και το λεξιλόγιό της. Σκεφτείτε πως κάποτε δεν μπορούσαμε καν να πούμε δημοσίως λέξεις που σήμερα λέμε ανοιχτά.
Η Φώφη Γεννηματά τα καταλάβαινε όλα αυτά. Και τα καταλάβαινε όχι μόνο επειδή τα είχε ζήσει η ίδια στην οικογένειά της και προσωπικά, αλλά κι επειδή είχε λάβει εκείνη την πολιτική παιδεία συνειδητά κι υποσυνείδητα από τα πρώτα χρόνια που άρχισε να κατανοεί τον κόσμο γύρω της.
Σκεφτείτε μόνο το εξής. Ο πατέρας της, Γιώργος, είναι ο άνθρωπος που το όνομά του στην ιστορία είναι συνώνυμο με την ίδρυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Η κόρη του, αυτή που ακολούθησε τα βήματά του στην πολιτική, έχασε τους δύο γονείς της το 1993 και το 1994, σε δημόσια νοσοκομεία, αυτά που ο πατέρας της αναδιαμόρφωσε, αφού πρώτα χρειάστηκε να δοκιμάσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Οταν η ίδια χρειάστηκε να κάνει την πρώτη της θεραπεία, το 2008, πήγε κι αυτή στις ΗΠΑ. Ο κυνισμός που λέει ότι «είναι άδικη η ζωή, όποιος μπορεί σώζεται» να ξέρετε πως συνήθως προέρχεται από τυχερούς. Γιατί οι υπόλοιποι το χώνεψαν κάπως, κάποτε, ότι η ζωή δεν μας χαρίζεται. Οπως κι ο πατέρας της πριν από την ίδια λοιπόν, η Γεννηματά αντιλήφθηκε ότι το σωστό, το δίκαιο, αυτό για το οποίο αξίζει να αγωνίζεται κανείς είναι να μπορούν όλοι, ανεξαρτήτως κοινωνικού στάτους, να έχουν τις δωρεάν ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, να έχουν τις ίδιες ελπίδες, να αντιμετωπίζονται με την αξιοπρέπεια που αρμόζει στην ανθρώπινη υπόσταση. Γι’ αυτό και η επιμονή της να αναφέρεται στο ΕΣΥ δεν ήταν, όπως πολλοί κακοπροαίρετοι νόμιζαν, μια συνεχής επίκληση στη συναισθηματική ψήφο. Ηταν γνήσια έγνοια.
Συνειδητή επιλογή
Η Φώφη Γεννηματά κατάλαβε επίσης ότι είναι πολιτική ευθύνη το να μιλάς, να ενδυναμώνεις, να εξηγείς. Οποιος τη γνώριζε μπορεί να βεβαιώσει ότι ήταν πολύ συνειδητή η επιλογή της να τοποθετείται ανοιχτά για την ασθένεια και τη μητρότητα. Ζώντας όλη της τη ζωή με τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού κι έχοντας κάνει τρία παιδιά παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, αντιλαμβανόταν ότι οφείλει να προσπαθεί να βγάλει τις γυναίκες από τον ρόλο της σιωπηλής αποδοχής των δεινών της μοίρας μιας μάνας-τροφού-οσιομάρτυρος, και να αναδείξει διά του παραδείγματος ότι η ασθενής δεν είναι ένα ανήμπορο πλάσμα μακριά από τη δράση και τη ζωή και να τονίσει την αξία της πρόληψης, η οποία είχε επί σειρά ετών καλυφθεί κάτω από έναν παχύ πέπλο ταμπού, σιωπής και άγνοιας.
Η προσφορά αυτή στον δημόσιο λόγο και την κοινή συνείδηση δεν δύναται να συνοψιστεί σε καμιά λίστα με αξιώματα, δεν μπορεί να μετρηθεί με ψήφους ή ποσοστά δημοφιλίας. Αλλωστε – συγγνώμη κιόλας – σε μια κοινωνία που της αρέσει να υμνεί τις γυναίκες ως ταπεινές συμβολικές βιβλικές φιγούρες, μεγαλύτερη συμπάθεια θα εισέπραττε αν πρόβαλλε αδυναμία. Αυτές οι δημόσιες τοποθετήσεις της ήταν η σπουδαιότερη κληρονομιά της κι ένας από τους λόγους που έμεινε στον κόσμο με το μικρό της όνομα, όπως συμβαίνει σε ροκ σταρ και λαμπερούς ήρωες. Ηταν η Φώφη.