Απαραίτητη τόσο για την ατομική μας προστασία όσο και για την μείωση της διασποράς του ιού στην κοινότητα, είναι η τρίτη δόση εμβολίου, όπως είπε ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής και Αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθανάσιος Τσακρής. Παράλληλα, ανέφερε ότι -ίσως- θα έπρεπε ήδη να είχε επεκταθεί η υποχρεοτικότητα του εμβολιασμού και στον ιδιωτικό τομέα.
Εν αναμονή ενός σφοδρού τέταρτου κύματος ο καθηγητής κάνει λόγο για κρούσματα που θα αυξηθούν ακόμα περισσότερο, ωστόσο αναφέρει ότι αυτό που προβληματίζει είναι οι ανεμβολίαστοι.
Ειδικότερα, ο Αθανάσιος Τσακρής, μιλώντας στην ΕΡΤ για την επιδημιολογική κατάσταση της χώρας που βρίσκεται εν μέσω του τέταρτου ή και πέμπτου κύματος της πανδημίας, ανέφερε ότι: «ίσως είναι λίγο αργά να γίνει τώρα αυτό αλλά, θα έπρεπε να είχαμε μεγαλύτερη επέκταση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού και στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα. Αν συνέβαινε αυτό, θα βλέπαμε τους σκληρούς δείκτες της επιδημίας σε καλύτερο επίπεδο», δήλωσε στην εκπομπή «Συνδέσεις» ο κ. Τσακρής.
Δεν μας απασχολεί τόσο ο αριθμός των κρουσμάτων όσο των ανεμβολίαστων
Μιλώντας για την παρούσα επιδημιολογική κατάσταση στην Ελλάδα, ο Αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών εξήγησε ότι «τώρα έχουμε συνεχώς αυξητική τάση και πιθανώς να έχουμε και τις επόμενες εβδομάδες», αναφέροντας ότι αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί είναι όχι τόσο ο αριθμός των κρουσμάτων όσο ο αριθμός των ανεμβολίαστων.
«Θα μπορούσαμε να έχουμε τον ίδιο αριθμό κρουσμάτων αλλά πολύ λιγότερους διασωληνωμένους και ανθρώπους που χάνουν τη μάχη με την Covid-19 λοίμωξη, εάν για παράδειγμα είχαμε περισσότερους εμβολιασμένους».
Δεν υπάρχει πρόβλημα με τον ταυτόχρονο εμβολιασμό για κοροναϊό και γρίπη
Όπως εξήγησε ο κ. Τσακρής, «αυτό που κάνει το εμβόλιο είναι κυρίως η προστασία της ζωής μας και μείωση των σκληρών δεικτών της πανδημίας».
Ο επιστήμονας αναφέρθηκε και στην εξάπλωση των εποχικών κορονοϊών αυτή την εποχή. «Να μη ξεχνάμε ότι το επιδημικό κύμα των κοροναϊών ξεκινά νωρίτερα από την εποχική γρίπη».
Αναφορικά με την ταυτόχρονη χορήγηση των εμβολίων για τον κορονοϊό και την εποχική γρίπη ο κ. Τσακρής είπε ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα αλλά αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία τώρα είναι η τρίτη δόση του εμβολίου.
Περί τρίτης δόσης
«Όσοι έχουν κάνει την τρίτη δόση στο Ισραήλ έχουν 5 – 10 φορές λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν, σε σχέση με αυτούς που έχουν κάνει δύο δόσεις, και 20 -25 φορές λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν σε σχέση με τους ανεμβολίαστους. Η τρίτη δόση βελτιώνει την ανοσιακή μας απόκριση».
Τα στοιχεία από το Ισραήλ, όπου η χορήγηση της ενισχυτικής δόσης, ήδη από την ηλικία των δεκαέξι ετών, προχωράει με πολύ γρήγορους ρυθμούς (έχουν ήδη εμβολιαστεί περίπου τέσσερα εκατομμύρια πολίτες) έρχονται να το επιβεβαιώσουν πέραν πάσης αμφιβολίας. Τα άτομα που έχουν λάβει την τρίτη δόση έχουν, ανάλογα με την ηλικιακή τους ομάδα, 8 έως 10 φορές λιγότερες πιθανότητες να νοσήσουν σε σχέση με όσους έχουν λάβει τις δύο δόσεις και 20 έως 25 φορές λιγότερες πιθανότητες από τους ανεμβολίαστους. Παρόμοια είναι τα ποσοστά και για τις πιθανότητες σοβαρής νόσησης.
Η τρίτη δόση είναι, λοιπόν, απαραίτητη τόσο για την ατομική μας προστασία όσο και για την μείωση της διασποράς του ιού στην κοινότητα. Η χορήγησή της μπορεί να γίνει και πριν παρέλθει ένα εξάμηνο από τη δεύτερη δόση και όσοι έχουν αυτή τη δυνατότητα μέσω του συστήματος, ας μην διστάσουν να το κάνουν.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι καλό είναι οι πολίτες να έχουν πρόσβαση στην ενισχυτική δόση πριν ακόμη περάσει το διάστημα των 6 μηνών από την ολοκλήρωση του αρχικού εμβολιασμού. «Καθώς τα επιστημονικά δεδομένα θα συγκεντρώνονται πιστεύω ότι και πριν το εξάμηνο η συμβολή της τρίτης δόσης θα είναι σημαντική για την αποτροπή σοβαρής λοίμωξης απέναντι στον ιό», κι αυτό γιατί η ανοσιακή μνήμη εξασθενεί απέναντι στον κορονοϊό και δεν μπορούμε να έχουμε ανοσία εφ’ όρου ζωής.
Ωστόσο ανέφερε ότι ο εμβολιασμός δεν σημαίνει απόλυτη προστασία. Εξαιτίας κάποιων καινούργιων, παραλλαγών που είναι πιο μεταδοτικές και μπορούν να διαφεύγουν σε κάποιον βαθμό της ανοσιακής μας απάντησης, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι η ανοσία απέναντι στους κοροναϊούς γενικότερα (μέσω του εμβολίου ή νόσησης) εξασθενεί σχετικά γρήγορα, ο ιός μπορεί να μολύνει ακόμη και άτομα που έχουν νοσήσει ή εμβολιαστεί. Το βλέπουμε ήδη να συμβαίνει στο κοινωνικό μας περιβάλλον σε πολλές περιπτώσεις.
Αλλά και πάλι, όπως είπε δεν είμαστε άοπλοι. Απέναντι σε μια τόσο μεταδοτική παραλλαγή όπως η Δέλτα, η τρίτη δόση του εμβολίου επιφέρει σημαντική αύξηση των αντισωμάτων σε όσους χορηγείται και συγχρόνως αποτρέπει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό και την πιθανότητα λοίμωξης έπειτα από έκθεση στον ιό, και τη σοβαρή νόσηση.
Για το το ελληνικό πρόγραμμα εμβολιασμού
Ερμηνεύοντας την στάση των αντιεμβολιαστών που αντιδρούν πεισματικά απέναντι στο εμβόλιο ο καθηγητής Μικροβιολογίας είπε πως έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη που έχουν απέναντι στους θεσμούς, στην Πολιτεία και τους επιστήμονες.
«Στις χώρες που διαχρονικά είχαν πιο πετυχημένα προγράμματα εμβολιασμού έχει να κάνει κυρίως με την εμπιστοσύνη, με τη διαύγεια της πληροφόρησης. Στοιχεία βασικά. Θα πρέπει να υπάρξει εμπιστοσύνη στην κοινωνία για να μπορέσει να υπάρχει και ανταπόκριση».
Απαντώντας σε ερώτηση για το πώς κρίνει το ελληνικό πρόγραμμα εμβολιασμού ο κ. Τσάκρης απέφυγε να το χαρακτηρίσει ως επιτυχημένο ή μη, αναφέροντας ότι βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα.
«Το δικό μας πρόγραμμα όσον αφορά στην ανταπόκριση του πληθυσμού είναι κάπου στη μέση. Υπάρχουν και άλλες χώρες που είχαν πολύ λιγότερο επιτυχημένο πρόγραμμα από το δικό μας. Η Ελλάδα είναι -και λόγω κουλτούρας- κάπου ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης βλέπουμε ότι το πρόγραμμα εμβολιασμού ήταν πιο εντατικό, ενώ στη χώρα μας είναι κάπου ενδιάμεσα».