Σε προάγγελο κακών ειδήσεων έχουν εξελιχθεί οι Δευτέρες, αν και στο πρόσφατο παρελθόν οι πρώτες ημέρες της εβδομάδας δεν αποτελούσαν σημείο αναφοράς και «εργαλείο» πρόγνωσης. Η μεγάλη ανατροπή έγινε την 25η Οκτωβρίου, αφενός γιατί ήταν η ημέρα που καταγράφτηκαν τα περισσότερα κρούσματα των τελευταίων δύο μηνών και αφετέρου γιατί είναι η πιο φορτισμένη Δευτέρα τους τελευταίους 18 και πλέον μήνες. Ορόσημο στο πανδημικό ημερολόγιο αποτελεί αντίστοιχα και η 22α Νοεμβρίου, δηλαδή η προχθεσινή Δευτέρα, όταν καταγράφτηκε ρεκόρ θανάτων (105 σε διάστημα μόλις ενός 24ώρου) για το 2021.
Τι μεσολάβησε, εντούτοις, και οι φορτισμένες Δευτέρες βρίσκονται πλέον στο επίκεντρο της πανδημίας, αλλάζοντας τον τρόπο που… διαβάζουμε τις εξελίξεις; Σύμφωνα με τους επιστήμονες, η απάντηση στο κρίσιμο αυτό ερώτημα βρίσκεται (και) στο υψηλό ιικό φορτίο, το μεγαλύτερο που γνωρίζει η χώρα. Το τέταρτο κύμα έχει διαπιστωθεί ως το σφοδρότερο, δεδομένου ότι τα ημερήσια κρούσματα καταγράφουν αλματώδη αύξηση, ιδίως εν συγκρίσει με τα προηγούμενα.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται σε δύο λόγους: Ο πρώτος είναι η διεξαγωγή περισσότερων τεστ σε σχέση με το παρελθόν, με αποτέλεσμα να αποκαλύπτονται πλέον καθημερινά οι πραγματικές διαστάσεις της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού στην κοινότητα. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως τον περασμένο Μάιο εκτελούνταν ημερησίως περί τα 45.000 rapid tests, όμως ο αριθμός τους τριπλασιάστηκε στο μεσοδιάστημα, με την αγορά να ανταποκρίνεται στην ολοένα αυξανόμενη ζήτηση. Επιπρόσθετα, εντός του Νοεμβρίου και καθώς το διπλό αρνητικό αποτέλεσμα αποτέλεσε απαραίτητο «διαβατήριο» για τους μη εμβολιασμένους εργαζομένους, καθίσταται σαφές ότι εκτινάχθηκε η διεξαγωγή τους. Υπενθυμίζεται, δε, ότι αντίστοιχα όλοι οι ανεμβολίαστοι πολίτες πρέπει να επιδεικνύουν αρνητικό τεστ πριν εισέλθουν σε δημόσιες υπηρεσίες, τράπεζες, καταστήματα λιανικής, χώρους λατρείας κ.ο.κ. – πλην, δηλαδή, φαρμακείων και σουπερμάρκετ. Υπό τις εξελίξεις αυτές, η αγορά του testing παραμένει δραστήρια σχεδόν επτά ημέρες την εβδομάδα για να καλύψει τα αιτήματα των πολιτών, με αποτέλεσμα οι Δευτέρες να «βαραίνουν» πλέον με χιλιάδες επιβεβαιωμένες λοιμώξεις.
Ο δεύτερος λόγος που εξηγεί το υψηλό ιικό φορτίο – το οποίο πλέον αποτυπώνεται στις ημερήσιες εκθέσεις του ΕΟΔΥ χωρίς εξαιρέσεις – αφορά την ιδιαίτερα μεταδοτική μετάλλαξη Δέλτα που έχει φέρει τεράστιες ανατροπές στον έλεγχο της πανδημίας. Ηδη, άλλωστε, από τον περασμένο Ιούνιο το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων είχε προειδοποιήσει, παραθέτοντας σχετικές μελέτες, ότι το στέλεχος Δέλτα, το οποίο πρωτοεμφανίστηκε στην Ινδία και ενοχοποιείται για νέα πανδημικά κύματα στην Ινδία και τη Βρετανία, είναι 40%-60% πιο μεταδοτικό από το βρετανικό στέλεχος Αλφα, το οποίο, με τη σειρά του, είναι 50% πιο μεταδοτικό από το αρχικό πανδημικό στέλεχος.
Εν τω μεταξύ και όπως αποδείχθηκε, στην αλυσίδα των μολύνσεων συμμετέχουν και οι εμβολιασμένοι πολίτες, με πρόσφατα δεδομένα του ΕΟΔΥ να αποκαλύπτουν πως 4 στα 10 κρούσματα ημερησίως αφορούν άτομα που έχουν λάβει πιστοποιητικό εμβολιασμού. Ετσι μοιραία, καθώς η πανδημία καλπάζει (και) στη χώρα μας, με πολλά σημεία του χάρτη της επικράτειας να βρίσκονται στο «κόκκινο» ή στο «βαθύ κόκκινο», την ώρα που το ποσοστό της εμβολιαστικής κάλυψης παραμένει μη ικανοποιητικό (ιδίως στις μεγαλύτερες ηλικίες), σταδιακά γιγαντώνεται και η «μαύρη λίστα» των θυμάτων.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του καθηγητή Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ και Υγειονομικής και Περιβαλλοντικής Μηχανικής στην Πανεπιστημιακή Σχολή Προηγμένων Σπουδών της Παβία (Ιταλία) Δημοσθένη Σαρηγιάννη, αναμένεται να σημειωθούν 4.000 θάνατοι έως το τέλος του έτους, με τη χώρα να φτάνει συνολικά τους 20.700 νεκρούς από την αρχή της πανδημίας.
Επανέρχονται οι περιορισμοί των προγραμματισμένων τακτικών χειρουργείων κατά 80%
Οδηγίες προς τα νοσοκομεία για τον περιορισμό προγραμματισμένων τακτικών χειρουργείων, με στόχο την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών από την έξαρση της πανδημίας, έδωσε προχθές με επιστολή της προς τους διοικητές όλων των Υγειονομικών Περιφερειών της Ελλάδας η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα. Στο πλαίσιο αυτό, επανέρχονται οι περιορισμοί των προγραμματισμένων τακτικών χειρουργείων κατά 80%, ανάλογα με τις συνθήκες ανά νοσοκομείο, με απόφαση του διοικητή. Υπενθυμίζεται άλλωστε πως πρόκειται για ένα μέτρο που εφαρμόστηκε και στα προηγούμενα κύματα, όταν η πίεση στο ΕΣΥ έφτανε στο «κόκκινο», με αποτέλεσμα το υγειονομικό προσωπικό να μη δύναται να ανταποκριθεί στις αυξανόμενες ανάγκες. Παράλληλα, όμως, το «φρένο» στα τακτικά χειρουργεία δίνει «ανάσα» στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, που βρίσκονται πάλι υπό ασφυκτικές συνθήκες.
Μάλιστα, οι οδηγίες που εστάλησαν χθες στα νοσοκομεία όλης της χώρας αφορούν και τις ιδιωτικές κλινικές, ενώ εξαιρούνται «οι αυστηρώς έκτακτες και επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις καθώς και τα ειδικά νοσοκομεία». Παρ’ όλα αυτά, μετά τις αντιδράσεις υπήρξαν προφορικές διαβεβαιώσεις ότι από το μέτρο θα εξαιρεθούν (εκτός απροόπτου) τα νοσοκομεία της Αττικής. Σε ό,τι πάντως αφορά το θεραπευτικό πρόγραμμα των ασθενών με χρόνια προβλήματα υγείας, στην ίδια εγκύκλιο διευκρινίζεται ότι οι απαραίτητες διαγνωστικές εξετάσεις και θεραπευτικές παρεμβάσεις (χημειοθεραπείες, ακτινοθεραπείες, εκχύσεις φαρμάκων, συνεδρίες σε μονάδα τεχνητού νεφρού κ.ά.) υλοποιούνται κανονικά από τα νοσοκομεία, με λήψη των αναγκαίων μέτρων προφύλαξης για τις συγκεκριμένες ευάλωτες ομάδες ασθενών. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται, όμως, και στους περιορισμούς που αφορούν τα επισκεπτήρια (δημιουργώντας ένα επιπλέον ανάχωμα σε πιθανές μεταδόσεις σε νοσηλευόμενους ασθενείς) αλλά και στην αναγκαιότητα διεξαγωγής μοριακού ελέγχου (PCR), όπως ισχύουν σήμερα.
Διαφωνία της ΕΙΝΑΠ
Υπό τις εξελίξεις αυτές, η Ενωση Ιατρών Αθήνας Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) εξέφρασε την έντονη διαφωνία της, υπογραμμίζοντας εγκαίρως ότι είχαν προειδοποιήσει τον υπουργό Υγείας ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν «απαράδεκτη». Επιπλέον, όπως υπογραμμίζεται σε σχετική ανακοίνωση, «η πλήρης λειτουργία των χειρουργείων είναι απαραίτητη ώστε να αντιμετωπιστούν άμεσα οι ιατρικές ανάγκες των ασθενών που έχουν επανειλημμένα αναβληθεί, προκαλώντας μεγάλες αναμονές», ενώ συμπληρώνεται ότι «η παραμέληση των λοιπών παθήσεων αυξάνει τους γενικούς δείκτες βαριάς νοσηρότητας και θνησιμότητας, ενώ οι ασθενείς αναγκάζονται να προσφεύγουν στις ιδιωτικές κλινικές κάθε φορά που κλείνουν τα χειρουργεία του ΕΣΥ».
Στο πλαίσιο αυτό η ΕΙΝΑΠ ζητεί μαζικές προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και επίταξη του ιδιωτικού τομέα, άμεση απόσυρση «του απαράδεκτου αυτού εγγράφου» και την εύρυθμη συνέχιση των τακτικών χειρουργείων, φυσικά τηρώντας τα μέτρα υγειονομικής ασφάλειας και προστασίας, καθώς «τα νοσοκομεία δεν πρέπει και δεν μπορούν να μετατραπούν σε νοσοκομεία μίας νόσου». Αυστηρή κριτική εξαπέλυσε και η Δημοκρατική Πανεπιστημιακή Κίνηση Γιατρών (ΔΗΠΑΚ) επισημαίνοντας ότι «δύο χρόνια μετά πάλι τα ίδια». Και σημειώνει ότι «χιλιάδες ασθενείς παραμένουν στις λίστες αναμονής των νοσοκομείων χωρίς ορατή προοπτική να χειρουργηθούν για χρόνια σημαντικά πρόβλημα. Καταδικάζονται σε σοβαρή υποβάθμιση του επιπέδου ζωής τους ή ωθούνται αναγκαστικά στον ιδιωτικό τομέα για να χειρουργηθούν».