Τα τελευταία χρόνια ο Γιώργος Παρτσαλάκης συνεργάζεται στενά με την τριάδα των επιτυχιών, τον Αντρέα Γεωργίου, τη Βάνα Δημητρίου και τον Κούλλη Νικολάου, ερμηνεύοντας κεντρικούς ρόλους στις τηλεοπτικές δουλειές τους. Η αρχή έγινε με «Το τατουάζ» και πλέον εδραιώνεται με τη «Γη της ελιάς», τη δραματική σειρά του Mega που σκηνοθετεί ο Αντρέας Γεωργίου και γράφει η Βάνα Δημητρίου. Εκεί, ο Γιώργος Παρτσαλάκης υποδύεται τον Λυκούργο Μπράτη, έναν σκληρό Μανιάτη με μπέσα και φιλότιμο. Αν και έχει αποσυρθεί από τη δικηγορία που εξασκούσε, η αναζωπύρωση της βεντέτας στην πατρίδα του τον αναγκάζει να αναλάβει δράση προσπαθώντας να αποτρέψει τα χειρότερα. Για τον ρόλο του και τη σειρά, ο έμπειρος ηθοποιός μίλησε στα «Πρόσωπα».
Τον ρόλο σας πώς τον προσεγγίζετε;
Είναι ένας θετικός ήρωας σε γενικές γραμμές. Σαν άνθρωπος θα έλεγα ότι διαθέτω κάποια τέτοια στοιχεία, πέρα από τις κάποιες εκρήξεις που έχω γιατί έχω ζάχαρο και κάποιες φορές έχω τα νεύρα μου. Αλλά γενικά είμαι ένας άνθρωπος βατός κι αυτός είναι ένας άνθρωπος που προσπαθεί να κάνει το καλό. Μέσα σε αυτό βέβαια, πολλές φορές κάνει και λάθη. Βλέπει τα πράγματα θετικά, προσπαθεί να υπερασπιστεί το καλό, αγωνίζεται γι’ αυτό και νομίζω ότι έχει ενδιαφέρον. Εν τω μεταξύ, είναι κάτι αρκετά κόντρα με αυτό που έκανα πέρυσι κι αυτό με ευχαριστεί, γιατί δεν θέλω να επαναλαμβάνομαι. Γενικά, είναι ένας ρόλος που τον έχω πραγματικά αγαπήσει, γιατί είναι πολύ κοντά μου.
Πώς θα τον δούμε να εξελίσσεται;
Αυτό που μπορώ να βεβαιώσω είναι πως θα έχει μια συνεχή ανατροπή, γιατί τελικά αυτή είναι η ζωή μας. Δεν μπορείς να προβλέψεις απολύτως τίποτα, δυστυχώς. Ή και ευτυχώς, γιατί αν μπορούσες να προβλέψεις τα πάντα, δεν θα είχε ενδιαφέρον.
Η σειρά έχει μεγάλη επιτυχία. Πού την αποδίδετε;
Εν αρχήν ην ο λόγος. Η Βάνα Δημητρίου γράφει ένα κείμενο το οποίο έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον, με πλοκή, με δράση, με έρωτα, με αγωνία. Εχει πάρα πολλά πράγματα μέσα. Δεν τα εξαντλεί να τα τραβάει στα άκρα, αλλά δημιουργεί κορυφώσεις και συνεχίζει σε άλλες ιστορίες. Αυτή η ποικιλία κρατάει σ’ ένα ενδιαφέρον τον θεατή. Είναι κάποια σκληρά πράγματα βέβαια, αλλά δυστυχώς συμβαίνουν πιο σκληρά στη ζωή, γιατί το θέατρο και η τηλεόραση αντιγράφουν κάποια στοιχεία της ζωής. Αυτό είναι καλό, το να μπορούμε να βλέπουμε πού μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποιες περιπτώσεις και πού μπορούμε να αποφύγουμε κάποια πράγματα που είναι εφιαλτικά. Εχει δράση πάρα πολλή, έχει ανατροπές απίστευτες και νομίζω ότι κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή αυτό. Υπάρχουν κι ερωτικά στοιχεία που πάντα έχουν ενδιαφέρον. Από κει και πέρα, ο Αντρέας Γεωργίου είναι εντυπωσιακά άξιος στη σκηνοθετική επιμέλεια αυτής της σειράς. Εχει στο μυαλό του το όλον, δηλαδή και πώς γυρίζουμε και πώς μοντάρουμε και το τελικό αποτέλεσμα. Είναι ένα ευφυές παιδί, με πολλά προσόντα και αρετές, με αποτέλεσμα να γίνεται ουσιαστική δουλειά. Υπάρχουν επίσης τεχνικοί που είναι εξαιρετικά παιδιά, μπορούν να δώσουν υλικό στον σκηνοθέτη, γιατί συμμετέχουν και αυτοί πάρα πολύ. Υπάρχει μια παραγωγή που κάνει ο Αντρέας Γεωργίου με τον Κούλλη Νικολάου, η οποία δεν φείδεται χρημάτων. Καταθέτουν ό,τι πρέπει να καταθέσουν με αποτέλεσμα να γίνεται μια δουλειά ολοκληρωμένη και από άποψη παραγωγής. Και βεβαίως, παίζουν και πάρα πολλοί ηθοποιοί, οι οποίοι έχουν μια σπουδαία καριέρα πίσω τους και μια διαδρομή κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί αποκτά ένα κύρος αυτή η δουλειά. Αποκτάει κύρος ακόμα και η ίδια η τηλεόραση, αποκτά ουσία βλέποντας αυτούς τους ανθρώπους στο γυαλί. Αρα όλο αυτό μαζί κάνει κάτι πολύ σημαντικό φέτος. Και δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, γιατί η σειρά σέβεται τον θεατή.
Ως Κρητικός που συμμετέχει σε μια ιστορία για τη Μάνη, βλέπετε ομοιότητες;
Τεράστιες ομοιότητες. Κι άλλωστε αυτό που είναι ιστορικά αποδεδειγμένο είναι ένας πληθυσμός κρητικός που έφυγε από την Κρήτη για λόγους βεντέτας και πέρασε στην Πελοπόννησο. Εχουν στήσει ιστορίες οι Κρητικοί στη Μάνη, έχει μπερδευτεί πολύ κρητικό στοιχείο εκεί και πολλά έθιμα έχουν φτάσει εκεί. Εχει απολυτότητες και υπερβολές η Μάνη όπως η Κρήτη, άρα είναι πολύ κοντά και τα έχω βιώσει αυτά.
Επειτα από τόσα χρόνια πορείας στην τηλεόραση, πώς την αντιμετωπίζετε;
Η τηλεόραση ήταν και παραμένει ένα μέσο με πιεστικούς ρυθμούς για τον ηθοποιό. Για να ανταποκριθείς λοιπόν σ’ αυτούς, πρέπει να βασιστείς στην εμπειρία σου. Βέβαια, δεν θεωρώ ότι η τηλεόραση είναι ένα ασήμαντο πράγμα και το θέατρο σημαντικό. Είναι μια άλλη εργασία. Το να γίνεις ηθοποιός είναι μια καθαρά θεατρική υπόθεση, γιατί ακριβώς χρειάζεται χρόνο, παίδεμα, ιδρώτα και χιλιόμετρα πολλά πάνω στη σκηνή, κάτι που δεν σου το παρέχει η τηλεόραση. Δεν μπορείς να παρακολουθήσεις μια παράσταση ενώ σιδερώνεις, μαγειρεύεις, κοιτάς οτιδήποτε άλλο μέσα στο σπίτι σου. Την παράσταση πηγαίνεις και τη βλέπεις και προσπαθείς να εισπράξεις αυτό που συμβαίνει πάνω στη σκηνή. Η τηλεόραση είναι ίσως κάτι για να περάσεις την ώρα σου, για να περάσεις κάποιες ευχάριστες στιγμές. Δεν έχει τον παιδευτικό χαρακτήρα που έχει το θέατρο. Χρειάζονται όμως όλα και όταν γίνονται με ουσία, προσπάθεια και κατάθεση ψυχής τότε αποκτούν ενδιαφέρον.
Μια και αναφέρεστε στο θέατρο, ύστερα από δύο χρόνια περιπέτειας με τον κορωνοϊό και τις αποκαλύψεις για το #MeToo, θεωρείτε ότι έχει επηρεαστεί;
Το θέατρο υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει. Γιατί το θέατρο είναι ζωή και η ζωή είναι θέατρο. Επομένως, θα υπάρχει ερήμην ημών. Οποιος θεωρεί ότι κάτι κάνει για το θέατρο και είναι σπουδαίος και το πάει μπροστά θεωρώ ότι είναι το λιγότερο βλαξ. Το θέατρο θα υπάρχει είτε το θέλει εκείνος, ο άλλος ή ο παράλλος. Είναι αυθύπαρκτο. Κάποιοι άνθρωποι το κάνουν. Αν δεν είμαστε εμείς, είναι κάποιοι άλλοι κι αν δεν είναι κάποιοι άλλοι, θα είμαστε εμείς. Επομένως, δεν κινδυνεύει το θέατρο από τίποτα, ούτε από λοιμούς, ούτε από σεισμούς, ούτε από καταποντισμούς. Οσο υπάρχει κόσμος, όσο υπάρχουν άνθρωποι θα υφίσταται, γιατί αυτή είναι η ανάγκη του ανθρώπου. Μπορεί να περνάει τα πάνω του και τα κάτω του, αλλά δεν πρόκειται να το λυγίσει κανείς ελεεινός και τρισάθλιος. Δεν πρόκειται να το εξαφανίσει κανείς εγκληματίας.