Η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί φέτος κατά 5,6%, καθώς η πανδημία είναι πλέον καλύτερα ελεγχόμενη από ό,τι πέρυσι και στις περισσότερες χώρες πλαισιώνεται από μια νομισματική και δημοσιονομική πολιτική που στηρίζει την οικονομία. Η πρόβλεψη προέρχεται από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), έναν οργανισμό με 38 κυρίως εύπορες χώρες με έδρα το Παρίσι. Σε σύγκριση με την τελευταία πρόβλεψη του Σεπτεμβρίου, μείωσε φέτος τις εκτιμήσεις του κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα. Η πρόβλεψη του ΟΟΣΑ είναι χαμηλότερη από το 5,9%, που προέβλεψε το ΔΝΤ για τις οικονομικές προοπτικές του ερχόμενου έτους και δημοσίευσε τον περασμένο Οκτώβριο. Για του χρόνου ο ΟΟΣΑ εκκινεί από ανάπτυξη γύρω στο 4,5% που το 2023 θα πέσει στο 3,2%.
Προβλέψεις προ Όμικρον
Ωστόσο ο διεθνής οικονομικός οργανισμός εκφράζει τη λύπη του για τα πολύ χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού σε πολλές χώρες που έχουν αρνητικές συνέπειες στην παγκόσμια οικονομία. «Το ό,τι δεν κατέστη δυνατόν να εξασφαλιστεί ένας γρήγορος και αποτελεσματικός εμβολιασμός του πληθυσμού σε όλον τον κόσμο, έχει μεγάλο κόστος» αναφέρεται σε οικονομική πρόβλεψη που δόθηκε στη δημοσιότητα την Τετάρτη, 01.12 στο Παρίσι και το Βερολίνο. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΟΟΣΑ υπολόγισε τις οικονομικές προοπτικές πριν την εξάπλωση της παραλλαγής ‘ Ομικρον. Δεν είναι ακόμη σαφές τι επιπτώσεις θα έχει, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι ο αριθμός των κρουσμάτων στη Γερμανία και σε ορισμένες άλλες ευρωπαϊκές χώρες ήδη πριν από την εμφάνισή της έφτασε σε νέα επίπεδα ρεκόρ. Είναι φυσικό λοιπόν οι συντάκτες της έκθεσης του ΟΟΣΑ να κάνουν τις προβλέψεις τους με επιφύλαξη. Και όπως σημειώνουν «η αύξηση των κρουσμάτων Covid-19 και οι συνεχιζόμενες ελλείψεις στον εφοδιασμό σε βασικούς τομείς της οικονομίας θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την οικονομική ανάκαμψη». Πράγμα που σημαίνει ότι οι αριθμοί που μόλις δημοσιεύτηκαν θα πρέπει σύντομα να αναθεωρηθούν προς τα κάτω.
Για τη Γερμανία ο ΟΟΣΑ περιμένει ανάπτυξη 2,9% για φέτος, 4,1% για του χρόνου και 2,4% για το 2023. Η ανάκαμψη θα μειωθεί λόγω των προβλημάτων με τον εφοδιασμό πολλών εξαρτημάτων, όπως πχ. ημιαγωγών για τις ανάγκες της αυτοκινητοβιομηχανίας. «Δεδομένων των μεγάλων καθυστερήσεων στις παραγγελίες, θα μπορούσε παρόλα αυτά, να σημειωθεί ισχυρή ανάκαμψη, εάν υποχωρήσει η έλλειψη προσφοράς» αναφέρεται στην έκθεση. Οι ειδικοί αναμένουν επίσης ότι η ιδιωτική κατανάλωση και οι εταιρικές επενδύσεις θα αυξηθούν, κυρίως χάρη στη διατήρηση των χαμηλών επιτοκίων. Με τον πληθωρισμό στη Γερμανία στο ιστορικό ποσοστό του 5,2%, ο ΟΟΣΑ αναμένει κάποια χαλάρωση το επόμενο έτος, αλλά δεν πιστεύει ότι το ποσοστό πληθωρισμού θα εξισορροπηθεί σύντομα στο 2%, όπως επιθυμεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Προσοχή στα διδάγματα της πανδημίας
Συνολικά ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι οι οικονομικές επιδόσεις των περισσότερων κρατών-μελών του έχουν ξεπεράσει αυτές του 2019, δηλαδή πριν την έναρξη της πανδημίας.Την ίδια στιγμή ο Οργανισμός προειδοποιεί για αυξανόμενες ανισότητες επισημαίνοντας ότι «χώρες με χαμηλότερα εισοδήματα, ειδικά αυτές με χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, κινδυνεύουν να μείνουν πίσω». Αυξανόμενες ανισότητες καταγράφονται και μέσα στις χώρες του ΟΟΣΑ. Σε ό,τι αφορά τη Γερμανία, η παρατήρηση συμπίπτει με την ανάλυση του Ιδρύματος Μπέρτελσμαν που δημοσίευσε την Τετάρτη, 01.12. Η μεσαία τάξη έχει συρρικνωθεί, ο κίνδυνος φτώχειας αυξάνεται. Ανάμεσα στο 1995 και το 2018 το τμήμα της μεσαίας τάξης στον γερμανικό πληθυσμό μειώθηκε κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες φθάνωντας στο 64%. Αντίθετα οι πιθανότητες των ανθρώπων να ανέβουν στη μεσαία τάξη μέσα σε 4 χρόνια έχουν μειωθεί περισσότερο από 10 ποσοστιαίες μονάδες και αγγίζοντας περίπου το 30%. Σε σύγκριση με άλλες 23 χώρες του ΟΟΣΑ, η μεσαία τάξη στη Γερμανία έχει συρρικνωθεί ιδιαίτερα απότομα. Μόνο στη Σουηδία, τη Φινλανδία και το Λουξεμβούργο η συρρίκνωση ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Στις οικονομικές του προοπτικές, ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί τα μέλη του να μην αγνοήσουν σημαντικά διδάγματα από την πανδημία. Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνεται η μεταρρύθμιση των εθνικών συστημάτων υγείας και ο καλύτερος συντονισμό στη διανομή των φαρμάκων. Τα κράτη κάνουν επίσης πολύ λίγα για να βοηθήσουν τους νέους που λόγω του κλεισίματος των σχολείων βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση κατά την εκπαίδευσή τους και την είσοδό τους στην επαγγελματική ζωή. Τέλος, τα δημόσια οικονομικά πρέπει επίσης να επανεξεταστούν. Τα προγράμματα βοήθειας και οικονομικής τόνωσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν σωστά. Τώρα ωστόσο πρέπει να εστιάσουμε ξανά στο μέλλον», αναφέρει η έκθεση. «Τώρα η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να υποστηρίζει παραγωγικές επενδύσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων στην εκπαίδευση και τις υποδομές. Αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «ανησυχητικό» πάντως είναι το γεγονός ότι γίνονται πολύ λίγα στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. Εδώ γίνονται πολλές συζητήσεις και δεν έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα, σύμφωνα με την έκθεση.
Αντρέας Μπέκερ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου